3,277,002
edits
m (Text replacement - " :" to ":") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2") |
||
(11 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kotinos | |Transliteration C=kotinos | ||
|Beta Code=ko/tinos | |Beta Code=ko/tinos | ||
|Definition=ὁ (also ἡ | |Definition=ὁ (also ἡ Theoc.5.32), [[wild olive-tree]], [[Aristophanes|Ar.]]''[[The Birds|Av.]]''621 (anap.), ''Pl.''943; <b class="b3">τοὺς νικῶντας στεφανώσας κοτίνου στεφάνῳ</b> (''[[sc.]]'' at Olympia) ib.586, cf. ''AP''9.357, [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[Historia Plantarum|HP]]'' 4.13.2; τὰ ξύλα τὰ ἀπὸ τοῦ κ. ''IG''11(2).287 ''A''22 (Delos, iii B. C.): distinguished from [[ἀγριελαία]] by Sch.[[Plato|Pl.]]''[[Phaedrus|Phdr.]]''236b (in neut. [[κότινον]], τό), but identified by Dsc.1.105. (In Ar.''Pl.''592 the [[varia lectio|v.l.]] [[κοτίνῳ στεφάνῳ]] may point to [[κοτινῷ]] dat. of Adj. [[κοτινοῦς]].) | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1493.png Seite 1493]] ὁ u. ἡ, nach Moeris der attische Ausdruck für [[ἀγριέλαιος]], der wilde Oelbaum, Ar. Av. 621 u. Sp., wie Plut. Fab. 20. Aus seinen Zweigen wurden die Kränze für die olympischen Sieger geflochten, κοτίνου [[στέφανος]], Ar. Plut. 586. 592, Archi. 1 (IX, 357); vgl. Paus. 6, 13, 2. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1493.png Seite 1493]] ὁ u. ἡ, nach Moeris der attische Ausdruck für [[ἀγριέλαιος]], der wilde Oelbaum, Ar. Av. 621 u. Sp., wie Plut. Fab. 20. Aus seinen Zweigen wurden die Kränze für die olympischen Sieger geflochten, κοτίνου [[στέφανος]], Ar. Plut. 586. 592, Archi. 1 (IX, 357); vgl. Paus. 6, 13, 2. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />olivier sauvage, <i>plante</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG sans doute emprunt.<br /><i><b>Syn.</b></i> [[ἀγριέλαιος]], [[ἔλαιος]], [[πυρκαϊά]], [[φυλία]]. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κότινος -ου, ὁ en ἡ wilde olijf(boom):. κοτίνου στεφάνῳ met een krans van wilde olijf (voor overwinnaars) Aristoph. Pl. 586. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κότῐνος:''' ὁ [[дикая маслина]] Arph., Arst., Theocr., Plut., Anth. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κότῐνος''': ὁ καὶ ἡ, ἀγρία [[ἐλαία]] (τὸ [[δένδρον]]), Λατ. oleaster, Ἀριστοφ. Ὄρν. 621, Πλ. 943· ἐξ αὑτῆς ἐγίνοντο οἱ στέφανοι κατὰ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνας (Ἀνθ. Π. 9. 357), τοὺς νικῶντας στεφανώσας κοτίνου στεφάνου Ἀριστοφ. Πλ. 586, πρβλ. 592 ([[ἔνθα]] ὁ Δινδ., ἑπόμενος τῷ Πόρσωνι, κοτινῷ στεφάνῳ, ὡς εἰ ἐξ ἐπιθέτου, κοτινόεις, -οῦς), πρβλ. Θεόφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 13, 2, Κλήμ. Ἀλ. 672, Ἀνθ. Π. 357, Σχολ. Πλάτ. Φαῖδρ. 236Β (κατ’ οὐδέτ. κότινον, τό), [[ἔνθα]] λέγεται ὅτι διαφέρει τῆς ἀγριελαίας· πρβλ. καὶ [[ἔλαιος]], [[φαύλιος]]. | |lstext='''κότῐνος''': ὁ καὶ ἡ, ἀγρία [[ἐλαία]] (τὸ [[δένδρον]]), Λατ. oleaster, Ἀριστοφ. Ὄρν. 621, Πλ. 943· ἐξ αὑτῆς ἐγίνοντο οἱ στέφανοι κατὰ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνας (Ἀνθ. Π. 9. 357), τοὺς νικῶντας στεφανώσας κοτίνου στεφάνου Ἀριστοφ. Πλ. 586, πρβλ. 592 ([[ἔνθα]] ὁ Δινδ., ἑπόμενος τῷ Πόρσωνι, κοτινῷ στεφάνῳ, ὡς εἰ ἐξ ἐπιθέτου, κοτινόεις, -οῦς), πρβλ. Θεόφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 13, 2, Κλήμ. Ἀλ. 672, Ἀνθ. Π. 357, Σχολ. Πλάτ. Φαῖδρ. 236Β (κατ’ οὐδέτ. κότινον, τό), [[ἔνθα]] λέγεται ὅτι διαφέρει τῆς ἀγριελαίας· πρβλ. καὶ [[ἔλαιος]], [[φαύλιος]]. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (ΑM [[κότινος]] και κόστινος, ὁ, Α και [[κότινος]], ή)<br /><b>1.</b> [[αγριελιά]] («ἐν | |mltxt=ο (ΑM [[κότινος]] και κόστινος, ὁ, Α και [[κότινος]], [[ή]])<br /><b>1.</b> [[αγριελιά]] («ἐν ταῖσιν κομάροις καὶ τοῖς κοτίνοις στάντες ἔχοντες κριθάς», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>2.</b> [[στεφάνι]] από [[αγριελιά]] που δινόταν ως [[βραβείο]], [[ιδίως]] στους ολυμπιονίκες («ὃς τὸν [[κότινον]] ἐν τρισὶν ὀλυμπιάσιν ἀνείλετο [[ὀκτάκις]]», <b>Παυσ.</b>)<br /><b>3.</b> έπαθλο, [[βραβείο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>βοτ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] του είδους Rhus cotinus του γένους [[ρους]]<br /><b>2.</b> <b>ζωολ.</b> [[γένος]] κολεόπτερων εντόμων της οικογένειας scarabeidae.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Είναι πιθ. δάνεια λ., την οποία στη [[συνέχεια]] δανείστηκε η λατ. με τη [[μορφή]] <i>cotinus</i>. Η λ. εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>ινος</i> ([[πρβλ]]. [[κόφινος]]). Η λ. ως επιστημον. όρος της βοτ. [[είναι]] αντιδάνεια, [[πρβλ]]. αγγλ. <i>cotinus</i> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>cotinus</i> <span style="color: red;"><</span> [[κότινος]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κότῐνος:''' ὁ και ἡ, [[αγριελιά]], λατ. deaster, σε Αριστοφ. | |lsmtext='''κότῐνος:''' ὁ και ἡ, [[αγριελιά]], λατ. deaster, σε Αριστοφ. | ||
}} | }} | ||
{{etym | {{etym | ||
Line 42: | Line 42: | ||
{{WoodhouseReversedUncategorized | {{WoodhouseReversedUncategorized | ||
|woodrun=[[wild olive]] | |woodrun=[[wild olive]] | ||
}} | |||
{{mantoulidis | |||
|mantxt=(=ἀγριελιά· ἀπό [[αὐτή]] γίνονταν τά στεφάνια τῶν Ὀλυμπιακῶν ἀγώνων). Ἄγνωστη ἡ [[ἐτυμολογία]] του. | |||
}} | }} |