κυανοχαίτης: Difference between revisions

m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2"
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kyanochaitis
|Transliteration C=kyanochaitis
|Beta Code=kuanoxai/ths
|Beta Code=kuanoxai/ths
|Definition=ου, ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[dark-haired]], in Hom. usu. of Poseidon, perh. in reference to the [[dark blue]] of the sea, <span class="bibl">Il.20.144</span>, <span class="bibl">Od.9.536</span>, cf. <span class="bibl">Hes. <span class="title">Th.</span>278</span>; [[Ἀρείων]] Thebais <span class="bibl">4</span>; of a horse, [[dark-maned]], <span class="bibl">Il.20.224</span>, <span class="bibl">Hes. <span class="title">Sc.</span>120</span>: voc. κυανοχαῖτα <span class="bibl"><span class="title">h.Cer.</span>347</span>:—also nom. κυανοχαῖτα <span class="bibl">Il.13.563</span>, <span class="bibl">14.390</span>; treated as indeclin. and joined with dat., κυανοχαῖτα Ποσειδάωνι <span class="bibl">Antim.27</span>. [ῡ, metri gr.]</span>
|Definition=κυανοχαίτου, ὁ, [[dark-haired]], in Hom. usually of Poseidon, perhaps in reference to the [[dark blue]] of the sea, Il.20.144, Od.9.536, cf. Hes. ''Th.''278; [[Ἀρείων]] Thebais 4; of a horse, [[dark-maned]], Il.20.224, Hes. ''Sc.''120: voc. κυανοχαῖτα ''h.Cer.''347:—also nom. κυανοχαῖτα Il.13.563, 14.390; treated as indeclin. and joined with dat., κυανοχαῖτα Ποσειδάωνι Antim.27. [ῡ, metri gr.]
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1522.png Seite 1522]] ὁ, auch κυανοχαῖτα, Il. 13, 563. 14, 390 (dat. soll diese Form bei Antim. sein, s. Lob. parall. 184), der dunkel-, [[schwarzgel]] ock te; gew. Beiname des Poseidon, der auch ohne weiteren Zusatz Κυανοχαίτης heißt, Il. 20, 144 Od. 9, 536; Hes. Th. 278; – aber Il. 20, 224 vom Pferde, das schwarzgemähnte, wie Hes. Sc. 120; – H. h. Cer. 348 vom Hades.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1522.png Seite 1522]] ὁ, auch κυανοχαῖτα, Il. 13, 563. 14, 390 (dat. soll diese Form bei Antim. sein, s. Lob. parall. 184), der dunkel-, [[schwarzgel]] ock te; gew. Beiname des Poseidon, der auch ohne weiteren Zusatz Κυανοχαίτης heißt, Il. 20, 144 Od. 9, 536; Hes. Th. 278; – aber Il. 20, 224 vom Pferde, das schwarzgemähnte, wie Hes. Sc. 120; – H. h. Cer. 348 vom Hades.
}}
{{ls
|lstext='''κυᾰνοχαίτης''': -ου, ὁ, ἔχων μέλαιναν κόμην, παρ’ Ὁμ. κατὰ τὸ πλεῖστον ὡς ἐπίθ. τοῦ Ποσειδῶνος, [[ἴσως]] ἐν σχέσει πρὸς τὸ βαθὺ κυανοῦν [[χρῶμα]] τῆς θαλάσσης, Ἰλ. Υ. 144, Ὀδ. Ι. 536, καλεῖται καὶ [[ἁπλῶς]] Κυανοχαίτης, πρβλ. Ἡσ. Θ. 278· ἐπὶ ἵππου, ὁ ἔχων μέλαιναν χαίτην, Ἰλ. Κ. 224, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 120. ― Κλητ. κυανοχαῖτα, ἐν Ὁμ. Ὕμ. εἰς Δήμ. 348, ἐπὶ τοῦ ᾍδου πρβλ. μελαγχαίτας. Ὀνομαστική τις κυανοχαῖτα (ὡς τὸ [[ἱππότα]] ἀντὶ [[ἱππότης]], κτλ.) [[χάριν]] τοῦ μέτρου ἐν Ἰλ. Ν. 563., Ξ. 390, [[ὅπερ]] ὁ Ἀντίμαχ. ἐθεώρει ὡς ἄκλιτ., συνάπτων αὐτὸ μετὰ δοτ., κυανοχαῖτα Ποσειδάωνι, Χοιροβ. ἐν Θεοδ. 124. 21, πρβλ. Λοβ. Παραλ. σ. 184. ῡ, [[χάριν]] τοῦ μέτρου.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ου;<br /><i>voc.</i> [[κυανοχαῖτα]];<br /><i>adj. m.</i><br />à la chevelure <i>ou</i> à la crinière noire.<br />'''Étymologie:''' [[κύανος]], [[χαίτη]].
|btext=ου;<br /><i>voc.</i> [[κυανοχαῖτα]];<br /><i>adj. m.</i><br />à la chevelure <i>ou</i> à la crinière noire.<br />'''Étymologie:''' [[κύανος]], [[χαίτη]].
}}
{{elnl
|elnltext=κυανοχαίτης -ου &#91;[[κύανος]], [[χαίτη]]] nom. en voc. ook κυανοχαῖτα, met donker haar;; ἵππος κυανοχαίτης paard met donkere manen Il. 20.224; ook [[epithet]] [[van Poseidon]].
}}
{{elru
|elrutext='''κῡᾰνοχαίτης:''' ου (ῡ!) adj. m темнокудрый ([[Ποσειδάων]] Hom.; [[Ἀΐδης]] HH).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κυανοχαίτης]], -ου, επικ. τ. και κυανοχαῑτα (Α)<br /><b>1.</b> (συν. ως επίθ. του Ποσειδώνος) αυτός που έχει μαύρα μαλλιά («ὣς ἄρα φωνήσας ἡγήσατο [[κυανοχαίτης]] τεῑχος ἐς [[ἀμφίχυτον]] Ἡρακλῆος θείοιο», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> (για ίππο) αυτός που έχει μαύρη [[χαίτη]]<br /><b>3.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>Κυανοχαίτης</i><br />ο [[Ποσειδών]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κύανος]] <span style="color: red;">+</span> [[χαίτη]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βοτρυο</i>-<i>χαίτης</i>, [[κισσο]]-<i>χαίτης</i>. Ο τ. <i>κυανοχαῖτα</i> <span style="color: red;"><</span> <i>κυαν</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> <i>χαῖτα</i>, [[κλητική]] του -<i>χαίτης</i>, που έχει [[χρήση]] ονομαστικής (<b>[[πρβλ]].</b> <i>χρυσο</i>-[[χαίτα]])].
|mltxt=[[κυανοχαίτης]], -ου, επικ. τ. και κυανοχαῖτα (Α)<br /><b>1.</b> (συν. ως επίθ. του Ποσειδώνος) αυτός που έχει μαύρα μαλλιά («ὣς ἄρα φωνήσας ἡγήσατο [[κυανοχαίτης]] τεῖχος ἐς [[ἀμφίχυτον]] Ἡρακλῆος θείοιο», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> (για ίππο) αυτός που έχει μαύρη [[χαίτη]]<br /><b>3.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>Κυανοχαίτης</i><br />ο [[Ποσειδών]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κύανος]] <span style="color: red;">+</span> [[χαίτη]] ([[πρβλ]]. <i>βοτρυο</i>-<i>χαίτης</i>, [[κισσο]]-<i>χαίτης</i>. Ο τ. <i>κυανοχαῖτα</i> <span style="color: red;"><</span> <i>κυαν</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> <i>χαῖτα</i>, [[κλητική]] του -<i>χαίτης</i>, που έχει [[χρήση]] ονομαστικής ([[πρβλ]]. [[χρυσοχαίτα]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κυᾰνοχαίτης:''' -ου, ὁ ([[χαίτη]]), αυτός που έχει σκουρόχρωμα μαλλιά, λέγεται για τον Ποσειδώνα, πιθ. σε [[συσχέτιση]] προς το βαθύ [[μπλε]] της θάλασσας, σε Όμηρ.· λέγεται για [[άλογο]], με σκουρόχρωμη [[χαίτη]], σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.· Επικ. ονομ. [[κυανοχαῖτα]] (όπως το [[ἱππότα]] αντί [[ἱππότης]]), σε Ομήρ. Ιλ.· ομοίως στην κλητ., σε Ομηρ. Ύμν. (<i>ῡ</i> [[χάριν]] μέτρου).
|lsmtext='''κυᾰνοχαίτης:''' -ου, ὁ ([[χαίτη]]), αυτός που έχει σκουρόχρωμα μαλλιά, λέγεται για τον Ποσειδώνα, πιθ. σε [[συσχέτιση]] προς το βαθύ [[μπλε]] της θάλασσας, σε Όμηρ.· λέγεται για [[άλογο]], με σκουρόχρωμη [[χαίτη]], σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.· Επικ. ονομ. [[κυανοχαῖτα]] (όπως το [[ἱππότα]] αντί [[ἱππότης]]), σε Ομήρ. Ιλ.· ομοίως στην κλητ., σε Ομηρ. Ύμν. (<i>ῡ</i> [[χάριν]] μέτρου).
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''κῡᾰνοχαίτης:''' ου (ῡ!) adj. m темнокудрый ([[Ποσειδάων]] Hom.; [[Ἀΐδης]] HH).
|lstext='''κυᾰνοχαίτης''': -ου, ὁ, ἔχων μέλαιναν κόμην, παρ’ Ὁμ. κατὰ τὸ πλεῖστον ὡς ἐπίθ. τοῦ Ποσειδῶνος, [[ἴσως]] ἐν σχέσει πρὸς τὸ βαθὺ κυανοῦν [[χρῶμα]] τῆς θαλάσσης, Ἰλ. Υ. 144, Ὀδ. Ι. 536, καλεῖται καὶ [[ἁπλῶς]] Κυανοχαίτης, πρβλ. Ἡσ. Θ. 278· ἐπὶ ἵππου, ὁ ἔχων μέλαιναν χαίτην, Ἰλ. Κ. 224, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 120. ― Κλητ. κυανοχαῖτα, ἐν Ὁμ. Ὕμ. εἰς Δήμ. 348, ἐπὶ τοῦ ᾍδου πρβλ. μελαγχαίτας. Ὀνομαστική τις κυανοχαῖτα (ὡς τὸ [[ἱππότα]] ἀντὶ [[ἱππότης]], κτλ.) [[χάριν]] τοῦ μέτρου ἐν Ἰλ. Ν. 563., Ξ. 390, [[ὅπερ]] ὁ Ἀντίμαχ. ἐθεώρει ὡς ἄκλιτ., συνάπτων αὐτὸ μετὰ δοτ., κυανοχαῖτα Ποσειδάωνι, Χοιροβ. ἐν Θεοδ. 124. 21, πρβλ. Λοβ. Παραλ. σ. 184. ῡ, [[χάριν]] τοῦ μέτρου.
}}
{{elnl
|elnltext=κυανοχαίτης -ου [κύανος, χαίτη] nom. en voc. ook κυανοχαῖτα, met donker haar;; ἵππος κυανοχαίτης paard met donkere manen Il. 20.224; ook epith. van Poseidon.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=κυᾰνο-χαίτης, ου, [[χαίτη]]<br />[[dark]]-haired, of [[Poseidon]], perh. in [[reference]] to the [[dark]] [[blue]] of the sea, Hom.; of a [[horse]], [[dark]]-maned, Il., Hes.:—epic nom. [[κυανοχαῖτα]] (like [[ἱππότα]] for ἱππότησ), Il.; so in voc., Hhymn. [ῡ, metri grat.]
|mdlsjtxt=κυᾰνο-χαίτης, ου, [[χαίτη]]<br />[[dark]]-haired, of [[Poseidon]], perhaps in [[reference]] to the [[dark]] [[blue]] of the sea, Hom.; of a [[horse]], [[dark]]-maned, Il., Hes.:—epic nom. [[κυανοχαῖτα]] (like [[ἱππότα]] for ἱππότησ), Il.; so in voc., Hhymn. [ῡ, metri grat.]
}}
}}