3,277,218
edits
(4) |
m (Text replacement - " )" to ")") |
||
(22 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sigma | |Transliteration C=sigma | ||
|Beta Code=si/gma | |Beta Code=si/gma | ||
|Definition=or σῖγμα, the letter < | |Definition=or [[σῖγμα]], the letter<br><span class="bld">A</span> [[sigma]], v. [[Σς]].<br><span class="bld">II</span> a † [[shaped portico]], [[Princeton Exp.Inscr]]. III A No.560 (v A.D.), ''JHS''28.195 (Aspendus, written [[σῖμμα]]).<br><span class="bld">2</span> Lat. [[sigma]], [[crescent-shaped dining-table]], Mart. 10.48.6, etc. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0878.png Seite 878]] od. σῖγμα, τό, der Buchstabe Sigma, als dessen Name eigtl. indecl., Plat. Crat. 427 a Theaet. 203 a, von Sp. auch deklinirt. Von der ältesten Gestalt des Buchstabens, C, überhaupt ein Halbkreis, wie Aeschrion den Mond τὸ καλὸν οὐρανοῦ νέον [[σίγμα]], »des Himmels schöne neue Sichel« nannte, der Neumond, Naeke Choeril. p. 189; die Orchestra, als ein Halbrund, τὸ τοῦ θεάτρου [[σίγμα]], Tim. Lex. 196; Xen. Hell. 4, 4, 10 nennt σίγματα die Adzeichen, welche die Sicyonier auf ihren Schilden hatten. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0878.png Seite 878]] od. σῖγμα, τό, der Buchstabe Sigma, als dessen Name eigtl. indecl., Plat. Crat. 427 a Theaet. 203 a, von Sp. auch deklinirt. Von der ältesten Gestalt des Buchstabens, C, überhaupt ein Halbkreis, wie Aeschrion den Mond τὸ καλὸν οὐρανοῦ νέον [[σίγμα]], »des Himmels schöne neue Sichel« nannte, der Neumond, Naeke Choeril. p. 189; die Orchestra, als ein Halbrund, τὸ τοῦ θεάτρου [[σίγμα]], Tim. Lex. 196; Xen. Hell. 4, 4, 10 nennt σίγματα die Adzeichen, welche die Sicyonier auf ihren Schilden hatten. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>c.</i> [[σῖγμα]]. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σίγμα en σῖγμα, τό [σίζω?] indecl., sigma (zie Σ, σ), achttiende letter van het alfabet; als schildteken. Xen. Hell. 4.4.10. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σίγμα:''' или [[σῖγμα]] τό indecl.<br /><b class="num">1</b> [[сигма]] (название буквы Σ, σ, ς) Plat.;<br /><b class="num">2</b> [[луночка]], [[серповидное украшение]]: τὰ σ. (иногда - τὰ σίγματα) τὰ ἐπὶ τῶν ἀσπίδων Xen. луночки на щитах (сикионских воинов). | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=το, ΝΜΑ, και σῑγμα ΜΑ, και σῖμμα Α<br /><b>άκλ.</b> το δέκατο όγδοο [[γράμμα]] του ελληνικού αλφαβήτου («[[κάμηλος]] κεχαραγμένος ἐπὶ τῷ δεξιῷ μηρῷ... [[σίγμα]]», πάπ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>βιολ.</b> α) υπομονάδα της βακτηριακής πολυμερασης RNΑ, η οποία υπεισέρχεται στην [[αναγνώριση]] και [[επιλογή]] τών σημείων έναρξης για τη [[μεταγραφή]], [[καθώς]] και στην [[ανάπτυξη]] της διπλής [[έλικας]] της μήτρας του DNΑ<br />β) [[κάθε]] σκελετική [[βελόνη]] τών σπόγγων σε [[σχήμα]] S ή C<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[δεσμός]] [[σίγμα]]»<br /><b>χημ.</b> [[είδος]] ομοιοπολικού χημικού δεσμού που χαρακτηρίζεται από την [[παρουσία]] ενός μοριακού τροχιακού [[σίγμα]] [[μεταξύ]] τών ατόμων τα οποία συμμετέχουν σε αυτόν<br />β) «μοριακό τροχιακό [[σίγμα]]»<br /><b>χημ.</b> [[είδος]] μοριακού τροχιακού, όπου η μέγιστη [[επικάλυψη]] τών ατομικών τροχιακών, από τα οποία προέκυψε, έχει πραγματοποιηθεί [[κατά]] την [[ευθεία]] που συνδέει τους πυρήνες τών ατόμων τους<br />γ) «[[παράγοντας]] [[σίγμα]]»<br /><b>βιολ.</b> πρωτεΐνη του βακτηριακού είδους Escherichia coli, η οποία παίζει σημαντικό ρόλο για την [[πρόσδεση]] της πολυμεράσης RNΑ στα [[κατάλληλα]] [[σημεία]] του DNΑ, ώστε να αρχίσει η [[σύνθεση]] του RNΑ<br /><b>μσν.</b><br /><b>ως κύριο όν.</b> <i>Σίγμα</i><br />α) πολυτελές [[οικοδόμημα]] στον περίβολο τών βασιλικών παλατιών στην Κωνσταντινούπολη που ανεγέρθηκε από τον Θεόφιλο και το οποίο πήρε αυτήν την [[ονομασία]] από το ημικυκλικό [[σχήμα]] του<br />β) [[ονομασία]] δύο συνοικιών στην Κωνσταντινούπολη, οι οποίες ονομάστηκαν [[έτσι]] από την ύπαρξη σιγμοειδών στοών σε αυτές<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[καθετί]] που έχει [[σχήμα]] ημικυκλίου, [[δηλαδή]] όμοιο με το αρχαιότερο [[σχήμα]] του γράμματος [[αυτού]] <span class="dic_color">, όπως λ.χ. η [[στοά]], η [[ορχήστρα]] θεάτρου, η νέα [[σελήνη]] κ.ά.<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (στη [[Ρώμη]]) [[κλίνη]] ή [[ανάκλιντρο]] με ημικυκλικό [[σχήμα]], το οποίο χρησιμοποιούσαν [[κατά]] τους αυτοκρατορικούς χρόνους [[αντί]] για το [[τρικλίνιο]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ σίγματα</i><br />τα σήματα που είχαν οι Σικυώνιοι, κάτοικοι περιοχής της Πελοποννήσου, στις ασπίδες τους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μολονότι πρόκειται για [[ονομασία]] γράμματος του αλφαβήτου, το [[σίγμα]] δεν φαίνεται να [[είναι]] σημιτικό [[δάνειο]], αν και η δωρ. του [[ονομασία]] <i>σάν</i> προέρχεται από το εβρ. <i>šin</i>. Πιθανότερη θεωρείται η [[άποψη]] ότι έχει σχηματιστεί από [[σίζω]] «[[σφυρίζω]], [[παράγω]] συριστικό ήχο» (<b>πρβλ.</b> [[σιγμός]])]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σίγμα''': ἢ σῖγμα, τὸ [[γράμμα]], ἴδε ὑπὸ τὸ [[στοιχεῖον]] Σσ. IV. στοὰ ἔχουσα τὸ [[σχῆμα]] Ϲ, Βυζ.· ἴδε Δουκάγγ. - Ἴδε Κόντον ἐν Ἀθηνᾶς τ. Ι΄, σ. 529 κἑξ. καὶ περὶ τῶν ἐξ [[αὐτοῦ]] ἐπιθέτων καὶ ῥημάτων. | |lstext='''σίγμα''': ἢ σῖγμα, τὸ [[γράμμα]], ἴδε ὑπὸ τὸ [[στοιχεῖον]] Σσ. IV. στοὰ ἔχουσα τὸ [[σχῆμα]] Ϲ, Βυζ.· ἴδε Δουκάγγ. - Ἴδε Κόντον ἐν Ἀθηνᾶς τ. Ι΄, σ. 529 κἑξ. καὶ περὶ τῶν ἐξ [[αὐτοῦ]] ἐπιθέτων καὶ ῥημάτων. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{etym | ||
| | |etymtx=(<b class="b3">-ῖ-</b>)<br />Grammatical information: n.<br />Meaning: indecl. name of the letter (Pl., Arist. a.o.).<br />Derivatives: <b class="b3">σιγμ(ατ)ο-ειδής</b> [[sigma-shaped]] (late), [[σιγματίζω]] 'to write [[Σ]].' (Eust.).<br />Origin: XX [etym. unknown]<br />Etymology: Without evident Semit. example (Hebr. [[sāmæch]] is far off); so verbalnoun to [[σίζω]] [[hiss]] (Schwyzer KZ 58, 186ff. with Robert)? | ||
}} | }} | ||
{{ | {{FriskDe | ||
| | |ftr='''σίγμα''': (-ῖ-)<br />{sígma}<br />'''Grammar''': n.<br />'''Meaning''': indekl. Buchstabenname (Pl., Arist. u.a.);<br />'''Derivative''': σιγμ(ατ)οειδής [[sigmaförmig]] (sp.), [[σιγματίζω]]’Σ. schreiben’ (Eust.).<br />'''Etymology''': Ohne einleuchtendes semit. Vorbild (hebr. ''sāmæch'' liegt recht fern); somit Verbalnomen zu [[σίζω]] [[zischen]] (Schwyzer KZ 58, 186ff. mit Robert)?<br />'''Page''' 2,702 | ||
}} | }} | ||
{{ | {{mantoulidis | ||
| | |mantxt=ἤ [[σῖγμα]]. Ἀπό τό [[σίζω]] (=[[συρίζω]]), ὅπου δές γιά ἄλλα παράγωγα. | ||
}} | }} |