τεφρώδης: Difference between revisions

m
Text replacement - "Theophrastus" to "Thphr."
(41)
m (Text replacement - "Theophrastus" to "Thphr.")
 
(14 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tefrodis
|Transliteration C=tefrodis
|Beta Code=tefrw/dhs
|Beta Code=tefrw/dhs
|Definition=ες, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">like ashes</b>, <span class="bibl">Thphr.<span class="title">Ign.</span>39</span>, <span class="bibl">Babr.85.14</span>, <span class="bibl">Plu.<span class="title">Them.</span>8</span>; τ. γῆ <span class="bibl">Str.16.2.44</span>.</span>
|Definition=τεφρῶδες, [[like ashes]], [[Theophrastus|Thphr.]] ''Ign.''39, Babr.85.14, Plu.''Them.''8; τ. γῆ Str.16.2.44.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1102.png Seite 1102]] ες, zsgzgn statt [[τεφροειδής]], Plut. Them. 8, öfter.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1102.png Seite 1102]] ες, zsgzgn statt [[τεφροειδής]], Plut. Them. 8, öfter.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες:<br />[[qui ressemble à la cendre]], [[cendré]].<br />'''Étymologie:''' [[τέφρα]], -ωδης.
}}
{{elru
|elrutext='''τεφρώδης:''' [[похожий на пепел]], [[пепельный]] (γῆ Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τεφρώδης''': -ες, συνῃρ. ἀντὶ [[τεφροειδής]], Βαβρ. 85. 14, Πλουτ. Θεμιστ. 8.
|lstext='''τεφρώδης''': -ες, συνῃρ. ἀντὶ [[τεφροειδής]], Βαβρ. 85. 14, Πλουτ. Θεμιστ. 8.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες :<br />qui ressemble à la cendre, cendré.<br />'''Étymologie:''' [[τέφρα]], -ωδης.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ες / [[τεφρώδης]], -ῶδες, ΝΑ [[τέφρα]]<br />αυτός που μοιάζει [[κατά]] το [[χρώμα]] με την [[τέφρα]], [[σταχτής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[γεμάτος]] [[τέφρα]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «τεφρώδες φως»<br /><b>αστρον.</b> το αμυδρό φως που φωτίζει το στραμμένο [[προς]] τη Γη [[τμήμα]] του σκοτεινού ημισφαιρίου της Σελήνης, [[κοντά]] στη [[φάση]] της Νέας Σελήνης, καθιστώντας εύκολα ορατό [[ολόκληρο]] τον σεληνιακό δίσκο.
|mltxt=-ες / [[τεφρώδης]], -ῶδες, ΝΑ [[τέφρα]]<br />αυτός που μοιάζει [[κατά]] το [[χρώμα]] με την [[τέφρα]], [[σταχτής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[γεμάτος]] [[τέφρα]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «τεφρώδες φως»<br /><b>αστρον.</b> το αμυδρό φως που φωτίζει το στραμμένο [[προς]] τη Γη [[τμήμα]] του σκοτεινού ημισφαιρίου της Σελήνης, [[κοντά]] στη [[φάση]] της Νέας Σελήνης, καθιστώντας εύκολα ορατό [[ολόκληρο]] τον σεληνιακό δίσκο.
}}
{{lsm
|lsmtext='''τεφρώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), σε Βάβρ., Πλούτ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=τεφρ-ώδης, ες [[εἶδος]] = [[τεφρός]], Babr., Plut.]
}}
}}