3,277,119
edits
(7) |
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
(21 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kryvo | |Transliteration C=kryvo | ||
|Beta Code=kru/bw | |Beta Code=kru/bw | ||
|Definition=late form of < | |Definition=late form of [[κρύπτω]], Conon 50.2, Phlp.''in APr.'' 448.17, ''PMag.Par.''1.385, ''PMag.Leid.V.''10.10, ''Gp.''2.24.2, Sch.[[Euripides|E.]]''[[Hecuba|Hec.]]'' 739:—Pass., [[LXX]] ''4 Ki.''11.3, al. (also [[varia lectio|v.l.]] in Hp.''Mul.''2.154); mostly found in compds. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>c.</i> [[κρύπτω]]. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[Stammform]] von [[κρύπτω]], nur bei sehr Späten [[gebräuchlich]], vgl. Lobeck <i>zu Phryn</i>. 317. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κρύβω:''' Babr. = [[κρύπτω]]. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''κρύβω''': μεταγεν. [[τύπος]] τοῦ [[κρύπτω]], ἀπαντῶν μόνον ἐν συνθέτοις ἀπο-, ἐγ-[[κρύβω]]. ― Πρβλ. τὸ τῆς συνηθείας [[κρύβω]] ἢ κρύβγω = [[κρύπτω]]. | |||
}} | |||
{{eles | |||
|esgtx=[[ocultar]] | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και [[κρύπτω]] και [[κρύφτω]] (AM [[κρύπτω]] και [[κρύβω]], Μ και κρύβγω, Α και [[κρύφω]])<br /><b>1.</b> [[καλύπτω]] [[κάτι]] [[έτσι]] ώστε να μη φαίνεται, [[σκεπάζω]] (α. «προσπάθησε να κρύψει τη [[γύμνια]] του με ένα [[σεντόνι]]» β. «κεφαλὰς δὲ παναίθησιν κορύθεσσι κρύψαντες», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />γ. «ὑφ' εἵματος κρύπτοντα χεῖρα καὶ [[πρόσωπον]] [[ἔμπαλιν]]», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> [[καθιστώ]] [[κάτι]] αφανές, [[τοποθετώ]] [[κάτι]] σε [[μέρος]] [[μυστικό]], για να μην το δουν άλλοι, [[αφανίζω]] (α. «όλο τά κρύβει τα κλειδιά, για να μην του πάρουν τα έγγραφα» β. «ἔκρυψα ἀπὸ τῶν προφητῶν κυρίου ἑκατὸν ἄνδρας», ΠΔ)<br /><b>3.</b> [[κρατώ]] [[κάτι]] [[μυστικό]], [[αποκρύπτω]], [[αποσιωπώ]] (α. «μάς κρύβει την [[αλήθεια]]» β. «τῶν [[οὐδέν]] τοι ἐγὼ κρύψω [[ἔπος]] οὐδ' ἐπικεύσω», <b>Ομ. Οδ.</b><br />γ. «πᾶν σοι φράσω [[τἀληθές]], οὐδὲ κρύψομαι», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>φρ.</b> α) «κρύβεται [[πίσω]] από το δάχτυλό του» — λέγεται για κάποιον που προσπαθεί να καλύψει και να αποσιωπήσει με αδέξιο τρόπο [[κάτι]] που [[είναι]] εμφανές<br />β) «κρύβε [[λόγια]]<br />να είσαι [[επιφυλακτικός]], να αποφεύγεις να εκφραστείς για [[κάτι]]<br /><b>2.</b> <b>παροιμ.</b> «ο [[βήχας]] και ο [[έρωτας]] δεν κρύβονται» — αυτός που αγαπά δεν μπορεί εύκολα να καλύψει τα αισθήματά του<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>1.</b> [[προσπαθώ]] να μη γίνει φανερό [[κάτι]] επίψογο και ελαττωματικό ή και θλιβερό ή δυσάρεστο (α. «κρύβει τα [[χρόνια]] του» β. «κρύβει τους βαθμούς του, [[γιατί]] [[είναι]] όλοι [[κάτω]] απ' τη [[βάση]]»)<br /><b>2.</b> [[κρατώ]] [[κάτι]] στην [[αφάνεια]], [[είμαι]] [[επιφυλακτικός]], [[προσπαθώ]] να μην εκδηλώσω [[κάτι]] (α. «κρύβει την [[αγάπη]] του» β. «κρύβει τις προθέσεις του» γ. «μην κρύβεσαι από μένα»)<br /><b>μσν.</b><br />(η μτχ. μέσ. ενεστ. ως επίθ.) <i>κρυπτόμενος</i>, -<i>ένη</i>, -<i>ον</i><br />(για [[αρρώστια]]) αυτός που δεν μπορεί να διαγνωστεί εύκολα<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[θάβω]] («τοὺς μὲν [[ἔπειτα]] [[Ζεύς|Ζεὺς]] [[Κρονίδης]] ἔκρυψε χολούμενος», <b>Ησίοδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[προφυλάσσω]]<br /><b>3.</b> [[παραβλέπω]] («ποῦ ποτε κεραυνοὶ [[Διός]]... εἰ ταῡτ' ἐφορῶντες κρύπτουσιν ἕκηλοι;», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>4.</b> (η μτχ. παθ. παρακμ. ως επίθ.) <i>κεκρυμμένος</i>, -<i>η</i>, -<i>ον</i>- [[κρυφός]], [[μυστικός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>(ρητ.)</b> [[εκφράζω]] συλλογισμό με τέτοιο τρόπο ώστε ο αντίπαλός μου να οδηγηθεί ανεπιφύλακτα στο αντίθετο [[συμπέρασμα]] («κρύπτοντα δὲ δὴ προσυλλογίζεσθαι δι' ὧν ὁ συλλογισμὸς τοῦ ἐξ ἀρχῆς μέλλει γίνεσθαι», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>μέσ.</b> <i>κρύπτομαι</i><br />(σχετικά με τα [[έμμηνα]] και τη [[λοχεία]]) διακόπτομαι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[κρύπτω]] <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κρυφ</i>-, με αφομοιωτική [[τροπή]] του διαρκούς χειλικού (-<i>φ</i>-) σε κλειστό (-<i>π</i>-) προ του κλειστού (-<i>τ</i>-) του επιθήματος -<i>τω</i><br />το θ. <i>κρυφ</i>-, που απαντά σε αρκετά παρ. ([[πρβλ]]. [[κρυφός]], [[κρύφα]]), ανάγεται στη μηδενισμένη [[βαθμίδα]] <i>kru</i>-<i>bh</i>- <span style="color: red;"><</span> IE <i>kra</i>(<i>u</i>)-<i>bh</i>-, που αποτελεί παρεκτεταμένη με χειλικό (-<i>bh</i>- > <i>φ</i>) της ΙΕ ρίζας <i>kra</i>(<i>u</i>)- «[[ρίχνω]] στον σωρό, [[καλύπτω]], [[κρύβω]]». Ο τ. συνδέεται με το [[καλύπτω]], [[καθώς]] και με αρχ. σλαβ. <i>kryjo</i>, <i>kryti</i> «[[κρύβω]]», βαλτ. <i>krάuju</i>, <i>krάuti</i> «[[συσσωρεύω]], [[στοιβάζω]]». Στους μτγν. χρόνους απαντά θ. <i>κρυβ</i>- ([[πρβλ]]. <i>κρύβη</i>) αναλογικά [[προς]] το επίρρ. <i>κρύβ</i>-<i>δην</i>. Ο τ. [[κρύβω]] απαντά για πρώτη [[φορά]] στην Παλαιά Διαθήκη και σχηματίστηκε υποχωρητικώς από τον αόρ. <i>ἔκρυψα</i> [[κατά]] το [[σχήμα]] [[θλίβω]]: <i>ἔθλιψα</i> ([[πρβλ]]. και [[θάπτω]]: [[θάβω]], [[κόπτω]]: [[κόβω]])<br />ο μσν. τ. <i>κρύβγω</i> <span style="color: red;"><</span> [[κρύβω]], με [[ανάπτυξη]] του λεγόμενου «αλόγου ερρίνου». Το ρ. [[κρύπτω]] απαντά ως α' συνθετικό με τις μορφές <i>κρυπτ</i>(<i>ο</i>)- και <i>κρυψι</i>- (<b>βλ.</b> <i>κρυπτ</i>[[ο]]-).<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[κρύπτη]], [[κρυπτικός]], [[κρύφιος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κρύβδην]], [[κρύβες]], [[κρυβή]], [[κρύβηλος]], [[κρυβήτης]], [[κρυπτάδιος]], [[κρυπτάζω]], [[κρυπτήρ]], [[κρυφή]], [[κρύφιμος]], [[κρύψις]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[κρύφα]]<br /><b>μσν.</b><br />[[κρυμμός]], [[κρυπτίνδα]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[κρυφή]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[κρυφτός]], [[κρυψάνα]], [[κρυψιά]], [[κρύψιμο]], [[κρυψώνας]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> (Β' συνθετικό) [[αποκρύπτω]], [[εγκρύπτω]], [[κατακρύπτω]], [[υποκρύπτω]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[αμφικρύπτω]], <i>ανακρύπτω</i>, [[διακρύπτω]], <i>εγκατακρύπτω</i>, [[εναποκρύπτω]], [[επικρύπτω]], [[παρακρύπτω]], [[περικρύπτω]], [[συγκρύπτω]], [[συναποκρύπτω]], [[συνεπικρύπτω]], [[υπαποκρύπτω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[αποκρύβω]], <i>μισοκρύβω</i>]. | |||
}} | |||
{{elmes | |||
|esmgtx=[[ocultar]] los astros, como acción de la divinidad ἐγὼ γάρ εἰμι Βαρβαρ Ἀδωναί, ὁ τὰ ἄστρα κρύβων, ὁ λαμπροφεγγὴς οὐρανοῦ κρατῶν <b class="b3">pues yo soy Barbar Adonáis, el que oculta los astros, el brillante dominador del cielo</b> P IV 385 SM 48K 41 | |||
}} | }} |