μεσημβρινός: Difference between revisions

CSV import
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
(CSV import)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=mesimvrinos
|Transliteration C=mesimvrinos
|Beta Code=meshmbrino/s
|Beta Code=meshmbrino/s
|Definition=ή, όν, for [[μεσημερινός]], Dor. [[μεσαμβρινός]], ά, όν,<br><span class="bld">A</span> [[belonging to noon]], [[noontide]], εὖτε πόντος ἐν μεσημβριναῖς κοίταις… εὕδοι πεσών A.Ag.565; [[μεσημβρινοῖσι θάλπεσι]] = in the [[noonday]] [[heat]]s, Id.Th.431, cf. 381, Ar.Av.1096; κἂν ἔγρῃ μεσημβρινός Id.V.774, cf. Ach.40; μεσημβρινὸν [[δαιμόνιον]] [[LXX]] Ps.90(91).6; ὁ μεσημβρινὸς [[ᾠδός]], of the [[cicada]], AP 9.584.11; [[τὸ μεσαμβρινόν]] = [[at noon]], Theoc.1.15, 10.48, Luc.Anach.25: without the Art., Nic.Th.401; ὁ μεσημβρινὸς [[κύκλος]] = the [[meridian]], Euc.Phaen. p.6 M., Gem.2.25: without [[κύκλος]], Arist.Mete.362b11,375b29, Hipparch. 3.1.1, al., Str.2.1.10, Cleom.1.8, etc., cf. Theo Sm.p.131 H.<br><span class="bld">II</span> [[southern]], [[κέλευθος]] A.Pr.722; τὰ μεσημβρινά Th.6.2, Str. 2.1.12, etc.: Comp. μεσημβρινώτερος Gem.14.10, Anon.Geog.Comp.18: Sup. μεσημβρινώτατος Str.2.5.33, etc. [ῐ, but ῑ metri gr., on the analogy of [[ὀπωρινός]], Call.Lav.Pall.72, 73, Opp.C.2.17.]
|Definition=μεσημβρινή, μεσημβρινόν, for [[μεσημερινός]], Dor. [[μεσαμβρινός]], ά, όν,<br><span class="bld">A</span> [[belonging to noon]], [[noontide]], εὖτε πόντος ἐν μεσημβριναῖς κοίταις… εὕδοι πεσών A.Ag.565; [[μεσημβρινοῖσι θάλπεσι]] = in the [[noonday]] [[heat]]s, Id.Th.431, cf. 381, Ar.Av.1096; κἂν ἔγρῃ μεσημβρινός Id.V.774, cf. Ach.40; μεσημβρινὸν [[δαιμόνιον]] [[LXX]] Ps.90(91).6; ὁ μεσημβρινὸς [[ᾠδός]], of the [[cicada]], AP 9.584.11; [[τὸ μεσαμβρινόν]] = [[at noon]], Theoc.1.15, 10.48, Luc.Anach.25: without the Art., Nic.Th.401; ὁ μεσημβρινὸς [[κύκλος]] = the [[meridian]], Euc.Phaen. p.6 M., Gem.2.25: without [[κύκλος]], Arist.Mete.362b11,375b29, Hipparch. 3.1.1, al., Str.2.1.10, Cleom.1.8, etc., cf. Theo Sm.p.131 H.<br><span class="bld">II</span> [[southern]], [[κέλευθος]] A.Pr.722; τὰ μεσημβρινά Th.6.2, Str. 2.1.12, etc.: Comp. μεσημβρινώτερος Gem.14.10, Anon.Geog.Comp.18: Sup. μεσημβρινώτατος Str.2.5.33, etc. [ῐ, but ῑ metri gr., on the analogy of [[ὀπωρινός]], Call.Lav.Pall.72, 73, Opp.C.2.17.]
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0137.png Seite 137]] (für [[μεσημερινός]]), mittägig, zu Mittag, κἂν ἔγρῃ [[μεσημβρινός]] Ar. Vesp. 774 u. Sp., ἀήρ, Luc. Hipp. 7. – Τὸ μεσημβρινόν, die Mittagszeit, der Mittag, Schäf. Long. p. 356; adverbial, Mittags, Theocr. 1, 15. 10, 48; Nic. Ther. 401 ohne Artikel, wie Luc. Anach. 25. – 'Ὁ μεσαμβρινὸς [[ᾠδός]] heißt die Cicade, Ep. ad. 175 (IX, 584); vgl. Ar. Av. 1095, ὁ [[θεσπέσιος]] ὀξὺ μέλοι [[ἀχέτας]] θάλπεσι μεσημβρινοῖς ἡλιομανὴς βοᾷ, weil sie um Mittag singt. – Auch = gegen Mittag gelegen, südlich, Aesch. Prom. 721; τὰ μεσ., sc. χωρία, Thuc. 6, 2; ὁ μεσ. [[κύκλος]], der Mittagskreis, Meridian. [Sp. D. von Callim. an brauchen ι auch nach Versbedürfniß lang; vgl. Jacobs Anth. Pal. p. 602.]
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0137.png Seite 137]] (für [[μεσημερινός]]), mittägig, zu Mittag, κἂν ἔγρῃ [[μεσημβρινός]] Ar. Vesp. 774 u. Sp., ἀήρ, Luc. Hipp. 7. – Τὸ μεσημβρινόν, die Mittagszeit, der Mittag, Schäf. Long. p. 356; adverbial, Mittags, Theocr. 1, 15. 10, 48; Nic. Ther. 401 ohne Artikel, wie Luc. Anach. 25. – 'Ὁ μεσαμβρινὸς [[ᾠδός]] heißt die Cicade, Ep. ad. 175 (IX, 584); vgl. Ar. Av. 1095, ὁ [[θεσπέσιος]] ὀξὺ μέλοι [[ἀχέτας]] θάλπεσι μεσημβρινοῖς ἡλιομανὴς βοᾷ, weil sie um Mittag singt. – Auch = gegen Mittag gelegen, südlich, Aesch. Prom. 721; τὰ μεσ., ''[[sc.]]'' χωρία, Thuc. 6, 2; ὁ μεσ. [[κύκλος]], der Mittagskreis, Meridian. [Sp. D. von Callim. an brauchen ι auch nach Versbedürfniß lang; vgl. Jacobs Anth. Pal. p. 602.]
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> du milieu du jour, de midi;<br /><b>2</b> situé au midi ; τὰ μεσημβρινά THC les pays méridionaux ; ὁ μεσημβρινὸς [[κύκλος]] PLUT <i>ou simpl.</i> ὁ [[μεσημβρινός]] le méridien.<br />'''Étymologie:''' [[μεσημβρία]].
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> [[du milieu du jour]], [[de midi]];<br /><b>2</b> [[situé au midi]] ; τὰ μεσημβρινά THC les pays méridionaux ; ὁ μεσημβρινὸς [[κύκλος]] PLUT <i>ou simpl.</i> ὁ [[μεσημβρινός]] le méridien.<br />'''Étymologie:''' [[μεσημβρία]].
}}
{{elru
|elrutext='''μεσημβρῐνός:'''<br /><b class="num">1</b> [[полуденный]], [[полдневный]] (θάλπη Aesch.): ὁ μ. [[ᾠδός]] Anth. = ὁ [[τέττιξ]]; κἂν ἔγρῃ μ. Arph. если ты проснешься в полдень;<br /><b class="num">2</b> [[полуденный]], [[южный]] ([[κέλευθος]] Aesch.): ὁ μ. [[κύκλος]] Arst., Plut. меридиан.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 20: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό<br />(ΑM [[μεσημβρινός]], -ή, -όν, Α δωρ. τ. [[μεσαμβρινός]], και ποιητ. τ. [[μεσημερινός]], -<i>ή</i>, -<i>όν</i>, θηλ. και [[μεσημβριάς]], Μ και [[μεσημβριανός]], -ή, -όν)<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[μεσημβρία]] ή αυτός που γίνεται [[κατά]] τη [[μεσημβρία]], ο [[μεσημεριάτικος]], ο [[μεσημεριανός]] (α. «[[εὖτε]] [[πόντος]] ἐν μεσημβριναῑς κοίταις... εὕδοι πεσών», <b>Αισχύλ.</b><br />β. «[[μεσημβρινός]] ύπνος»)<br /><b>2.</b> α) αυτός που [[είναι]] στραμμένος [[προς]] τη [[μεσημβρία]], αυτός που βρίσκεται [[προς]] ή στον Νότο, ο [[νότιος]] (α. «ἐς μεσημβρινὴν βῆναι κέλευθον», <b>Αισχύλ.</b><br />β. «[[παράθυρο]] μεσημβρινό»)<br /><b>3.</b> αυτός που κατοικεί ή ανήκει στις νότιες περιοχές της Γης (α. «ἀπὸ τῶν μεσημβρινῶν Ἰνδῶν», <b>Στράβ.</b><br />β. «οι μεσημβρινοί λαοί»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[μεσημβρινός]]<br />(αστρον.-γεωγρ.-μαθημ.) η [[τομή]] την οποία σχηματίζει σε μια [[επιφάνεια]] εκ περιστροφής ένα επίπεδο που διέρχεται από τον άξονα της («[[ουράνιος]] [[μεσημβρινός]]» — ο [[ήμισυς]] [[μέγιστος]] [[κύκλος]] της ουράνιας σφαίρας που διέρχεται από το [[ζενίθ]] ενός τόπου και φτάνει [[μέχρι]] τους πόλους)<br /><b>2.</b> <b>γεωγρ.</b> νοητή [[συνεχής]] [[γραμμή]] [[πάνω]] στην [[επιφάνεια]] της Γης η οποία έχει [[διεύθυνση]] Βορρά-Νότου και συνδέει τους δύο γεωγραφικούς πόλους<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η μεσημβρινή</i><br />η [[τομή]] του μεσημβρινού επιπέδου με το επίπεδο του ορίζοντα σε έναν ορισμένο [[τόπο]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «μεσημβρινό επίπεδο τόπου» — το κάθετο επίπεδο που διέρχεται από έναν [[τόπο]] και από το [[κέντρο]] του Ηλίου [[κατά]] τη [[στιγμή]] της αληθούς [[μεσημβρίας]])<br />β) «μεσημβρινό [[τηλεσκόπιο]]» — αστρονομικό όργανο χρήσιμο για την [[παρατήρηση]] τών αστέρων [[κατά]] [[απόκλιση]] και ορθή [[αναφορά]], τη [[στιγμή]] που διέρχονται από τον μεσημβρινό ενός τόπου<br />γ) «[[μεσημβρινός]] ουράνιου σώματος» — η [[τομή]] της επιφάνειας ενός περιστρεφόμενου ουράνιου σώματος με ένα ημιεπίπεδο που περιλαμβάνει και έχει ως [[αρχή]] τον άξονα περιστροφής<br />δ) «[[μαγνητικός]] [[μεσημβρινός]]» — ο [[μέγιστος]] [[κύκλος]] που διέρχεται από ένα [[σημείο]] της γήινης επιφάνειας και από τους μαγνητικούς πόλους της Γης<br />ε) «[[πρώτος]] [[μεσημβρινός]]» — ο [[μεσημβρινός]] σε [[σχέση]] με τον οποίο υπολογίζονται οι μοίρες γεωγραφικού μήκους<br />στ) «[[μεσημβρινός]] του Γκρήνουιτς» — νοητή [[γραμμή]] η οποία χρησιμοποιείται για τον καθορισμό του γεωγραφικού μήκους τών 0° και που διέρχεται από το Γκρήνουιτς, έναν από τους δήμους του Λονδίνου<br /><b>μσν.</b><br />οι [[δαίμονας]] του μεσημεριού<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>μεσημβρινόν</i> ή <i>μεσαμβρινόν</i><br />[[κατά]] τη [[μεσημβρία]], το [[μεσημέρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μεσημβρία]]. Ο τ. <i>μεσημβρ</i>-<i>ιανός</i> με κατάλ. -<i>ιανός</i> ([[πρβλ]]. <i>αυρ</i>-<i>ιανός</i>), <i>ο</i> τ. [[μεσημβρίας]] <span style="color: red;"><</span> [[μεσημβρία]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>άς</i>, ενώ ο τ. [[μεσημερινός]] <span style="color: red;"><</span> [[μεσημέρι]]].
|mltxt=-ή, -ό<br />(ΑM [[μεσημβρινός]], -ή, -όν, Α δωρ. τ. [[μεσαμβρινός]], και ποιητ. τ. [[μεσημερινός]], -<i>ή</i>, -<i>όν</i>, θηλ. και [[μεσημβριάς]], Μ και [[μεσημβριανός]], -ή, -όν)<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[μεσημβρία]] ή αυτός που γίνεται [[κατά]] τη [[μεσημβρία]], ο [[μεσημεριάτικος]], ο [[μεσημεριανός]] (α. «[[εὖτε]] [[πόντος]] ἐν μεσημβριναῖς κοίταις... εὕδοι πεσών», <b>Αισχύλ.</b><br />β. «[[μεσημβρινός]] ύπνος»)<br /><b>2.</b> α) αυτός που [[είναι]] στραμμένος [[προς]] τη [[μεσημβρία]], αυτός που βρίσκεται [[προς]] ή στον Νότο, ο [[νότιος]] (α. «ἐς μεσημβρινὴν βῆναι κέλευθον», <b>Αισχύλ.</b><br />β. «[[παράθυρο]] μεσημβρινό»)<br /><b>3.</b> αυτός που κατοικεί ή ανήκει στις νότιες περιοχές της Γης (α. «ἀπὸ τῶν μεσημβρινῶν Ἰνδῶν», <b>Στράβ.</b><br />β. «οι μεσημβρινοί λαοί»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[μεσημβρινός]]<br />(αστρον.-γεωγρ.-μαθημ.) η [[τομή]] την οποία σχηματίζει σε μια [[επιφάνεια]] εκ περιστροφής ένα επίπεδο που διέρχεται από τον άξονα της («[[ουράνιος]] [[μεσημβρινός]]» — ο [[ήμισυς]] [[μέγιστος]] [[κύκλος]] της ουράνιας σφαίρας που διέρχεται από το [[ζενίθ]] ενός τόπου και φτάνει [[μέχρι]] τους πόλους)<br /><b>2.</b> <b>γεωγρ.</b> νοητή [[συνεχής]] [[γραμμή]] [[πάνω]] στην [[επιφάνεια]] της Γης η οποία έχει [[διεύθυνση]] Βορρά-Νότου και συνδέει τους δύο γεωγραφικούς πόλους<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η μεσημβρινή</i><br />η [[τομή]] του μεσημβρινού επιπέδου με το επίπεδο του ορίζοντα σε έναν ορισμένο [[τόπο]]<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «μεσημβρινό επίπεδο τόπου» — το κάθετο επίπεδο που διέρχεται από έναν [[τόπο]] και από το [[κέντρο]] του Ηλίου [[κατά]] τη [[στιγμή]] της αληθούς [[μεσημβρίας]])<br />β) «μεσημβρινό [[τηλεσκόπιο]]» — αστρονομικό όργανο χρήσιμο για την [[παρατήρηση]] τών αστέρων [[κατά]] [[απόκλιση]] και ορθή [[αναφορά]], τη [[στιγμή]] που διέρχονται από τον μεσημβρινό ενός τόπου<br />γ) «[[μεσημβρινός]] ουράνιου σώματος» — η [[τομή]] της επιφάνειας ενός περιστρεφόμενου ουράνιου σώματος με ένα ημιεπίπεδο που περιλαμβάνει και έχει ως [[αρχή]] τον άξονα περιστροφής<br />δ) «[[μαγνητικός]] [[μεσημβρινός]]» — ο [[μέγιστος]] [[κύκλος]] που διέρχεται από ένα [[σημείο]] της γήινης επιφάνειας και από τους μαγνητικούς πόλους της Γης<br />ε) «[[πρώτος]] [[μεσημβρινός]]» — ο [[μεσημβρινός]] σε [[σχέση]] με τον οποίο υπολογίζονται οι μοίρες γεωγραφικού μήκους<br />στ) «[[μεσημβρινός]] του Γκρήνουιτς» — νοητή [[γραμμή]] η οποία χρησιμοποιείται για τον καθορισμό του γεωγραφικού μήκους τών 0° και που διέρχεται από το Γκρήνουιτς, έναν από τους δήμους του Λονδίνου<br /><b>μσν.</b><br />οι [[δαίμονας]] του μεσημεριού<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>μεσημβρινόν</i> ή <i>μεσαμβρινόν</i><br />[[κατά]] τη [[μεσημβρία]], το [[μεσημέρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μεσημβρία]]. Ο τ. <i>μεσημβρ</i>-<i>ιανός</i> με κατάλ. -<i>ιανός</i> ([[πρβλ]]. [[αυριανός]]), <i>ο</i> τ. [[μεσημβρίας]] <span style="color: red;"><</span> [[μεσημβρία]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>άς</i>, ενώ ο τ. [[μεσημερινός]] <span style="color: red;"><</span> [[μεσημέρι]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μεσημβρῐνός:''' -ή, -όν, αντί [[μεσημερινός]], Δωρ. [[μεσαμβρινός]], <i>-ά</i>, <i>-όν</i>·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που ανήκει στο [[μεσημέρι]], [[μεσημβρινός]], [[μεσημεριάτικος]]· [[εὖτε]] [[πόντος]] ἐν μεσημβριναῖς κοίταις εὕδοι [[πεσών]], σε Αισχύλ.· <i>μεσημβρινοῖσι θάλπεσι</i>, στις μεσημεριάτικες ζέστες, στον ίδ.· ὁ μεσημβρινὸς [[ᾠδός]], λέγεται για τον τζίτζικα, σε Ανθ.· <i>τὸ μεσαμβρινόν</i>, [[μεσημέρι]], σε Θεόκρ.<br /><b class="num">II.</b> [[νότιος]], σε Αισχύλ., Θουκ.
|lsmtext='''μεσημβρῐνός:''' -ή, -όν, αντί [[μεσημερινός]], Δωρ. [[μεσαμβρινός]], <i>-ά</i>, <i>-όν</i>·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που ανήκει στο [[μεσημέρι]], [[μεσημβρινός]], [[μεσημεριάτικος]]· [[εὖτε]] [[πόντος]] ἐν μεσημβριναῖς κοίταις εὕδοι [[πεσών]], σε Αισχύλ.· <i>μεσημβρινοῖσι θάλπεσι</i>, στις μεσημεριάτικες ζέστες, στον ίδ.· ὁ μεσημβρινὸς [[ᾠδός]], λέγεται για τον τζίτζικα, σε Ανθ.· <i>τὸ μεσαμβρινόν</i>, [[μεσημέρι]], σε Θεόκρ.<br /><b class="num">II.</b> [[νότιος]], σε Αισχύλ., Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''μεσημβρῐνός:'''<br /><b class="num">1)</b> [[полуденный]], [[полдневный]] (θάλπη Aesch.): ὁ μ. [[ᾠδός]] Anth. = ὁ [[τέττιξ]]; κἂν ἔγρῃ μ. Arph. если ты проснешься в полдень;<br /><b class="num">2)</b> [[полуденный]], [[южный]] ([[κέλευθος]] Aesch.): ὁ μ. [[κύκλος]] Arst., Plut. меридиан.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
Line 33: Line 33:
{{WoodhouseReversedUncategorized
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[of midday]], [[of mid-day]], [[of noon]]
|woodrun=[[of midday]], [[of mid-day]], [[of noon]]
}}
{{lxth
|lthtxt=''[[meridianus]]'', [[southern]], [[midday]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:6.2.5/ 6.2.5].
}}
}}