προεισάγω: Difference between revisions

m
Text replacement - "Arist. ''Pol.''" to "Arist.''Pol.''"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "Arist. ''Pol.''" to "Arist.''Pol.''")
 
(16 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=proeisago
|Transliteration C=proeisago
|Beta Code=proeisa/gw
|Beta Code=proeisa/gw
|Definition=[ᾰ], <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[bring in]], [[introduce before]] (sc. <b class="b3">εἰς τοὺς φράτερας</b>), <span class="bibl">D. 39.32</span> (Pass.); ἐπὶ τὴν χώραν τἀδελφοῦ <span class="title">IG</span>22.1326.31 (Pass.); τὴν κακίαν τῆς ἀρετῆς Plu.2.1066d; <b class="b3">τὰ προεισηγμένα</b> measures [[previously introduced]], v.l.in <span class="bibl">J.<span class="title">AJ</span>19.2.2</span>; in writing, [[introduce]] or [[describe first]], <b class="b3">τὸν τοῦ πρεσβυτέρου [βίον</b>] <span class="bibl">Plu.<span class="title">Dio</span> 2</span>; ἡ προεισηγμένη σφραγίς [[aforementioned]], PHamb.12.20 (iii A.D., prob.), cf. <span class="bibl"><span class="title">Stud.Pal.</span>17p.25</span> (iii A.D.). </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> intr., ἑαυτοῦ π. [[go on the stage before oneself]], <span class="bibl">Arist. <span class="title">Pol.</span>1336b29</span>.</span>
|Definition=[ᾰ],<br><span class="bld">A</span> [[bring in]], [[introduce before]] (''[[sc.]]'' <b class="b3">εἰς τοὺς φράτερας</b>), D. 39.32 (Pass.); ἐπὶ τὴν χώραν τἀδελφοῦ ''IG''22.1326.31 (Pass.); τὴν κακίαν τῆς ἀρετῆς Plu.2.1066d; <b class="b3">τὰ προεισηγμένα</b> measures [[previously introduced]], v.l.in J.''AJ''19.2.2; in writing, [[introduce]] or [[describe first]], <b class="b3">τὸν τοῦ πρεσβυτέρου [βίον]</b> Plu.''Dio'' 2; ἡ προεισηγμένη σφραγίς [[aforementioned]], PHamb.12.20 (iii A.D., prob.), cf. ''Stud.Pal.''17p.25 (iii A.D.).<br><span class="bld">II</span> intr., ἑαυτοῦ π. [[go on the stage before oneself]], [[Aristotle|Arist.]]''[[Politica|Pol.]]''1336b29.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0718.png Seite 718]] (s. [[ἄγω]]), vorher hineinführen; ἐμοῦ προεισηγμένου, sc. εἰς φράτορας, Dem. 39, 32; von Schauspielern, auftreten lassen, Arist. pol. 7, 17. – Med. für sich, zum eigenen Gebrauche vorher einführen; vom Lande in die Stadt, προεισάξαντο σιτία, Her. 1, 190. 8, 20.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0718.png Seite 718]] (s. [[ἄγω]]), vorher hineinführen; ἐμοῦ προεισηγμένου, ''[[sc.]]'' εἰς φράτορας, Dem. 39, 32; von Schauspielern, auftreten lassen, Arist. pol. 7, 17. – Med. für sich, zum eigenen Gebrauche vorher einführen; vom Lande in die Stadt, προεισάξαντο σιτία, Her. 1, 190. 8, 20.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> introduire auparavant, exposer d'abord;<br /><b>2</b> [[introduire de préférence]] : τί τινος une chose avant une autre;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[προεισάγομαι]] introduire pour son usage, acc..<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[εἰσάγω]].
}}
{{elnl
|elnltext=προ-εισάγω act. eerder introduceren: met acc..; τὸν τοῦ πρεσβυτέρου π. eerst dat (het leven) van de oudere persoon introduceren Plut. Dion 2.7; intrans. eerder op het toneel verschijnen: met gen.. οὐθενὶ... πώποτε παρῆκεν ἑαυτου προεισάγειν hij heeft nooit iemand toegestaan eerder dan hijzelf op het toneel te verschijnen Aristot. Pol. 1336b29. med. van tevoren naar binnen brengen:. προεσάξαντο σιτία zij hadden van tevoren proviand ingeslagen Hdt. 1.190.2.
}}
{{elru
|elrutext='''προεισάγω:''' ион. [[προεσάγω]] (ᾰ) тж. med.<br /><b class="num">1</b> [[заблаговременно ввозить]] (med. σιτία Her.);<br /><b class="num">2</b> [[вводить раньше]]: τί τινος π. Plut. вводить что-л. раньше чего-л.;<br /><b class="num">3</b> [[выступать на сцену]]: π. τινός Arst. выходить на сцену раньше кого-л.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προεισάγω''': [ᾰ], Ἰων. προεσ-, [[εἰσάγω]] [[προηγουμένως]] ἢ πρότερον, εἰς τοὺς φράτερας Δημ. 1004. 6· τὴν κακίαν τῆς ἀρετῆς Πλούτ. 2. 1066D· ― [[εἰσάγω]] ἢ [[περιγράφω]] πρῶτον, τι ὁ αὐτ. ἐν Δίωνι 2· ― Μέσ., [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν προτέρων δι’ ἐμαυτὸν ἢ πρὸς ἰδίαν μου χρῆσιν, [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς τὴν πόλιν, προεσάξαντο σιτία Ἡρόδ. 1. 190, πρβλ. 8. 20. ΙΙ. ἀμετάβ., οὐδενὶ [[πώποτε]] παρῆκεν [[ἑαυτοῦ]] προεισάγειν, οὐδὲ τῶν εὐτελῶν ὑποκριτῶν Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 17, 13.
|lstext='''προεισάγω''': [ᾰ], Ἰων. προεσ-, [[εἰσάγω]] [[προηγουμένως]] ἢ πρότερον, εἰς τοὺς φράτερας Δημ. 1004. 6· τὴν κακίαν τῆς ἀρετῆς Πλούτ. 2. 1066D· ― [[εἰσάγω]] ἢ [[περιγράφω]] πρῶτον, τι ὁ αὐτ. ἐν Δίωνι 2· ― Μέσ., [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν προτέρων δι’ ἐμαυτὸν ἢ πρὸς ἰδίαν μου χρῆσιν, [[εἰσάγω]] ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς τὴν πόλιν, προεσάξαντο σιτία Ἡρόδ. 1. 190, πρβλ. 8. 20. ΙΙ. ἀμετάβ., οὐδενὶ [[πώποτε]] παρῆκεν [[ἑαυτοῦ]] προεισάγειν, οὐδὲ τῶν εὐτελῶν ὑποκριτῶν Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 17, 13.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> introduire auparavant, exposer d’abord;<br /><b>2</b> introduire de préférence : [[τί]] τινος une chose avant une autre;<br /><i><b>Moy.</b></i> προεισάγομαι introduire pour son usage, acc..<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[εἰσάγω]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΑ [[εἰσάγω]]<br />[[εισάγω]] εκ τών προτέρων<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[φέρνω]], [[οδηγώ]] κάποιον [[κάπου]] [[προηγουμένως]] («ἐπὶ τὴν χώραν τάδελφοῡ προεισαγομένου», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>2.</b> (σχετικά με [[σύγγραμμα]]) [[παρουσιάζω]] ή [[περιγράφω]] αρχικά («ἐν τοῦτῳ δέ, δωδεκάτῳ τῶν παραλλήλων ὄντι βίων, τὸν τοῦ πρεσβυτέρου προεισαγάγωμεν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>(αμτβ.)</b> εμφανίζομαι [[πρώτος]] στη [[σκηνή]] θεάτρου («οὐθενὶ γὰρ [[πώποτε]] παρῆκεν ἑαυτοῦ προεισάγειν, οὐδὲ τῶν εὐτελῶν ὑποκριτῶν, ὡς οἰκειουμένων τῶν θεατῶν ταῑς πρώταις ἀκοαῑς», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[διδάσκω]] ένα [[δράμα]] για πρώτη [[φορά]] («ἡ [[Ἀνδρομέδα]] ὀγδόῳ ἔτει προεισῆκται», Σχόλ. <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>5.</b> <b>μέσ.</b> <i>προεισάγομαι</i><br />[[εισάγω]] εκ τών προτέρων από τους αγρούς στην [[πόλη]] για προσωπική μου [[χρήση]] («προεσάξαντο [[σιτία]]», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>6.</b> (η μτχ. ουδ. παρακμ. στον πληθ. ως ουσ.) <i>τὰ προεισηγμένα</i><br />[[μέτρα]] που εισήχθησαν [[προηγουμένως]] («οἷς μὴ ἀρέσκοιτο τὰ προεισηγμένα», <b>Ιώσ.</b>)<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> «ἡ προεισηγμένη [[σφραγίς]]» — η προαναφερθείσα [[σφραγίδα]].
|mltxt=ΝΑ [[εἰσάγω]]<br />[[εισάγω]] εκ τών προτέρων<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[φέρνω]], [[οδηγώ]] κάποιον [[κάπου]] [[προηγουμένως]] («ἐπὶ τὴν χώραν τάδελφοῦ προεισαγομένου», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>2.</b> (σχετικά με [[σύγγραμμα]]) [[παρουσιάζω]] ή [[περιγράφω]] αρχικά («ἐν τοῦτῳ δέ, δωδεκάτῳ τῶν παραλλήλων ὄντι βίων, τὸν τοῦ πρεσβυτέρου προεισαγάγωμεν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>(αμτβ.)</b> εμφανίζομαι [[πρώτος]] στη [[σκηνή]] θεάτρου («οὐθενὶ γὰρ [[πώποτε]] παρῆκεν ἑαυτοῦ προεισάγειν, οὐδὲ τῶν εὐτελῶν ὑποκριτῶν, ὡς οἰκειουμένων τῶν θεατῶν ταῖς πρώταις ἀκοαῖς», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[διδάσκω]] ένα [[δράμα]] για πρώτη [[φορά]] («ἡ [[Ἀνδρομέδα]] ὀγδόῳ ἔτει προεισῆκται», Σχόλ. <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>5.</b> <b>μέσ.</b> <i>προεισάγομαι</i><br />[[εισάγω]] εκ τών προτέρων από τους αγρούς στην [[πόλη]] για προσωπική μου [[χρήση]] («προεσάξαντο [[σιτία]]», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>6.</b> (η μτχ. ουδ. παρακμ. στον πληθ. ως ουσ.) <i>τὰ προεισηγμένα</i><br />[[μέτρα]] που εισήχθησαν [[προηγουμένως]] («οἷς μὴ ἀρέσκοιτο τὰ προεισηγμένα», <b>Ιώσ.</b>)<br /><b>7.</b> <b>φρ.</b> «ἡ προεισηγμένη [[σφραγίς]]» — η προαναφερθείσα [[σφραγίδα]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προεισάγω:''' [ᾰ], Ιων. προ-εσ-, μέλ. <i>-ξω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[φέρνω]] μέσα ή [[εισάγω]] πιο [[πριν]], σε Δημ. — Μέσ., [[εισάγω]] εκ των προτέρων για τον εαυτό μου, [[εισάγω]] από τον αγρό στην πόλη, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b> αμτβ., [[προεισάγω]] [[ἑαυτοῦ]], [[πηγαίνω]], [[ανεβαίνω]] στη [[σκηνή]] [[πριν]] από κάποιον [[άλλο]], σε Αριστ.
|lsmtext='''προεισάγω:''' [ᾰ], Ιων. προ-εσ-, μέλ. <i>-ξω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[φέρνω]] μέσα ή [[εισάγω]] πιο [[πριν]], σε Δημ. — Μέσ., [[εισάγω]] εκ των προτέρων για τον εαυτό μου, [[εισάγω]] από τον αγρό στην πόλη, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b> αμτβ., [[προεισάγω]] [[ἑαυτοῦ]], [[πηγαίνω]], [[ανεβαίνω]] στη [[σκηνή]] [[πριν]] από κάποιον [[άλλο]], σε Αριστ.
}}
{{elnl
|elnltext=προ-εισάγω act. eerder introduceren: met acc..; τὸν τοῦ πρεσβυτέρου π. eerst dat (het leven) van de oudere persoon introduceren Plut. Dion 2.7; intrans. eerder op het toneel verschijnen: met gen.. οὐθενὶ... πώποτε παρῆκεν ἑαυτου προεισάγειν hij heeft nooit iemand toegestaan eerder dan hijzelf op het toneel te verschijnen Aristot. Pol. 1336b29. med. van tevoren naar binnen brengen:. προεσάξαντο σιτία zij hadden van tevoren proviand ingeslagen Hdt. 1.190.2.
}}
{{elru
|elrutext='''προεισάγω:''' ион. [[προεσάγω]] (ᾰ) тж. med.<br /><b class="num">1)</b> заблаговременно ввозить (med. σιτία Her.);<br /><b class="num">2)</b> вводить раньше: τί τινος π. Plut. вводить что-л. раньше чего-л.;<br /><b class="num">3)</b> выступать на сцену: π. τινός Arst. выходить на сцену раньше кого-л.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ionic προ-ες fut. ξω<br /><b class="num">I.</b> to [[bring]] in or [[introduce]] [[before]], Dem.:—Mid. to [[bring]] in [[beforehand]] for [[oneself]], to [[bring]] in from the [[country]] [[into]] the [[town]], Hdt.<br /><b class="num">II.</b> intr., πρ. [[ἑαυτοῦ]] to go on the [[stage]] [[before]] [[oneself]], Arist.
|mdlsjtxt=ionic προ-ες fut. ξω<br /><b class="num">I.</b> to [[bring]] in or [[introduce]] [[before]], Dem.:—Mid. to [[bring]] in [[beforehand]] for [[oneself]], to [[bring]] in from the [[country]] [[into]] the [[town]], Hdt.<br /><b class="num">II.</b> intr., πρ. [[ἑαυτοῦ]] to go on the [[stage]] [[before]] [[oneself]], Arist.
}}
}}