ἐπιστορέννυμι: Difference between revisions

6_8
(c2)
(6_8)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0985.png Seite 985]] (s. [[στορέννυμι]], darüber breiten, in tmesi, Od. 4, 50 u. sp. D., wie Nonn. D. 1, 51.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0985.png Seite 985]] (s. [[στορέννυμι]], darüber breiten, in tmesi, Od. 4, 50 u. sp. D., wie Nonn. D. 1, 51.
}}
{{ls
|lstext='''ἐπιστορέννῡμι''': ἢ (παρ’ Ἡσύχ.) -στόρνῡμι: μέλλ. -στρώσω: ἀόρ. α΄ -εστόρεσα ἢ -έστρωσα: μέσ. ἀόρ. -εστορέσαντο Νόνν. 24. 334. ― Στρώνω τι [[ἐπάνω]] εἴς τι, ἐπιστρώνω, ἐστόρεσεν δ’ ἐπὶ δέρμα, ἐπὶ τῆς κλίνης, Ὀδ. Ξ. 50· χιτῶνας ἐπὶ τὸν στῦλον Ἱππ. π. Ἄρθρ. 836: ― βάρβαρός τις μέλλ. ἐπιστρωννύσω τῇ γῇ νιφετόν, μόνον παρὰ τῷ Ψευδο-Λουκ. ἐν Φιλοπάτρ. 24. 2) [[ἐπισάττω]], ἐπιστρῶσαι τὸν ὄνον Ἱωσήπου Ἰουδ. Ἀρχ. 8. 9, 1· ἡ [[κάμηλος]] ἁλουργίδι ἐπέστρωτο Λουκ. Προμ. 4.
}}
}}