ἀκώπητος: Difference between revisions

From LSJ

κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel

Menander, Monostichoi, 226
(6_18)
(No difference)

Revision as of 10:49, 5 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

ἀκώπητος: -ον, ὁ μὴ ἔχων κώπας: ὁ μὴ παρεσκευασμένος, «ἀπαράσκευον, μετῆκται δὲ ἀπὸ τῶν νεῶν τῶν μὴ ἐχουσὼν κώπας μηδὲ τὰ πρὸς τὸν πλοῦν εὐτρεπισμένα», Α. Β. 373, Ἡσύχ.