ἀρρύπαρος: Difference between revisions
From LSJ
Κάλλιστον ἐν κήποισι φύεται ῥόδον → Pulchrius in hortis gignitur nihil rosa → Die Rose ist das Schönste, was im Garten wächst
(6_18) |
(No difference)
|
Revision as of 11:05, 5 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
ἀρρύπᾰρος: -ον, ὁ μὴ ῥυπαρός, Γρηγ. Ναζ. Ὁμιλ. 40, σ. 671Β, Εὐστ. Πονημάτ. 152, 58: οὕτω καὶ ἄρρυπος, ον, Κύριλλ. Ἱεροσ. σ. 119 κλ.