3,273,735
edits
(13_7_3) |
(6_11) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0751.png Seite 751]] <b class="b2">jeder</b>, bes. jeder Einzelne, im Gegensatz einer Vielheit oder Gesammtheit; jeder Einzelne in seiner besonderen Beziehung, in welchem Falle auch der plur. steht, wie ῥᾳδίως ἕκαστοι τὴν ἑαυτῶν ἀπολείποντες Thuc. 1, 2. Bei Hom. steht es gew. als Apposition in gleichem Casus mit dem allgemeinen Begriff, Τρῶας ἕκαστον ὑπήλυθε [[τρόμος]], jeden Troer, Il. 7, 215: ὐμμι κακὸν πέμπει ἑκάστῳ, euch u. zwar einem Jeden, 15, 109; γυναῖκες ἐθαύμαζον ἑκάστη 18, 496; αὐτὰ ἕκαστα ἔλεγον Her. 5, 13; Thuc. 6, 93 u. A.; sonst steht im Attischen in diesem Fall der Genitiv, ἑκάστη τῶν ἐπιστημῶν, τῶν τεχνῶν, Plat. Parm. 134 a Rep. I, 341 d. Doch Hdn. 4, 13, 16 καὶ οἱ μὲν [[ἕκαστος]] εἰς τὰς στέγας ἐπανῄεσαν. – Das Verbum steht oft im plur. dabei; τῶν πάντων οἱ [[ἕκαστος]] ὄϊν δώσουσι μέλαιναν Il. 10, 215; ἔμενον ἐν τῇ [[ἑωυτοῦ]] τάξι [[ἕκαστος]] Her. 3, 158; 7, 144; καθ' ὅσον ἐδύναντο [[ἕκαστος]] Plat. Prot. 327 e; οἱ ἄλλοι πάντες δημιουργοὶ βλέποντες πρὸς τὸ ἑαυτῶν [[ἔργον]] [[ἕκαστος]] Gorg. 503 e; ὅ, τι [[ἕκαστος]] ἐπίστασθε Xen. Conv. 3, 3; ὅπη ἐδύναντο [[ἕκαστος]] An. 4, 2, 12; auch so, daß auf ein [[ἕκαστος]] sich κατὰ τὴν αὐτῶν οὐσίαν bezieht, Plat. Phileb. 48 e. – Gew. steht das subst. dabei ohne Artikel; hat das subst. den Artikel, so steht [[ἕκαστος]] entweder nach, oft in der Bdtg. jedesmalig, τὸν δήμαρχον ἕκαστον Her. 3, 6; τῆς ἡμέρας ἑκάστης Thuc. 5, 47; εἰς τὸ [[ἔργον]] ἕκαστον Plat. Crat. 389 c; Rep. I, 339 c; oder vor, wo sich der Artikel auf eine folgende Bestimmung bezieht, ἐξ ἑκάστων τῶν [[πόλεων]], δι' ὧν ἐξέρχεται Prot. 315 a; oder wo das Einzelne hervorgehoben wird, ἑκάστη ἡ [[ἐπιστήμη]] Parm. 134 a; ἕκαστον τὸ [[ἔθνος]] Xen. An. 1, 8, 9. – Ὅστις [[ἕκαστος]], jeder welcher, Hes. Th. 459; vgl. Plat. Legg. VII, 799 a; – εἷς [[ἕκαστος]], s. εἷς; – αὐτὸς [[ἕκαστος]], selbst jeder, Her. u. a., bes. αὐτὰ ἕκαστα, alles u. jedes, φράζειν, λέγειν, Aesch. Prom. 952 Her. 5, 13, vgl. [[αὐθέκαστος]]; – ἕκαστός τις, ein jeder, Pind. N. 4, 92; Soph. Ant. 262; Thuc. 9, 31; – καθ' ἕκαστον, einzeln für sich, wie ὡς [[ἕκαστος]], jeder für sich, Thuc. 5, 4 u. oft bei Attikern. – Erst bei Sp. für [[ἑκάτερος]], Dion. Hal. 3, 2. 6, 42. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0751.png Seite 751]] <b class="b2">jeder</b>, bes. jeder Einzelne, im Gegensatz einer Vielheit oder Gesammtheit; jeder Einzelne in seiner besonderen Beziehung, in welchem Falle auch der plur. steht, wie ῥᾳδίως ἕκαστοι τὴν ἑαυτῶν ἀπολείποντες Thuc. 1, 2. Bei Hom. steht es gew. als Apposition in gleichem Casus mit dem allgemeinen Begriff, Τρῶας ἕκαστον ὑπήλυθε [[τρόμος]], jeden Troer, Il. 7, 215: ὐμμι κακὸν πέμπει ἑκάστῳ, euch u. zwar einem Jeden, 15, 109; γυναῖκες ἐθαύμαζον ἑκάστη 18, 496; αὐτὰ ἕκαστα ἔλεγον Her. 5, 13; Thuc. 6, 93 u. A.; sonst steht im Attischen in diesem Fall der Genitiv, ἑκάστη τῶν ἐπιστημῶν, τῶν τεχνῶν, Plat. Parm. 134 a Rep. I, 341 d. Doch Hdn. 4, 13, 16 καὶ οἱ μὲν [[ἕκαστος]] εἰς τὰς στέγας ἐπανῄεσαν. – Das Verbum steht oft im plur. dabei; τῶν πάντων οἱ [[ἕκαστος]] ὄϊν δώσουσι μέλαιναν Il. 10, 215; ἔμενον ἐν τῇ [[ἑωυτοῦ]] τάξι [[ἕκαστος]] Her. 3, 158; 7, 144; καθ' ὅσον ἐδύναντο [[ἕκαστος]] Plat. Prot. 327 e; οἱ ἄλλοι πάντες δημιουργοὶ βλέποντες πρὸς τὸ ἑαυτῶν [[ἔργον]] [[ἕκαστος]] Gorg. 503 e; ὅ, τι [[ἕκαστος]] ἐπίστασθε Xen. Conv. 3, 3; ὅπη ἐδύναντο [[ἕκαστος]] An. 4, 2, 12; auch so, daß auf ein [[ἕκαστος]] sich κατὰ τὴν αὐτῶν οὐσίαν bezieht, Plat. Phileb. 48 e. – Gew. steht das subst. dabei ohne Artikel; hat das subst. den Artikel, so steht [[ἕκαστος]] entweder nach, oft in der Bdtg. jedesmalig, τὸν δήμαρχον ἕκαστον Her. 3, 6; τῆς ἡμέρας ἑκάστης Thuc. 5, 47; εἰς τὸ [[ἔργον]] ἕκαστον Plat. Crat. 389 c; Rep. I, 339 c; oder vor, wo sich der Artikel auf eine folgende Bestimmung bezieht, ἐξ ἑκάστων τῶν [[πόλεων]], δι' ὧν ἐξέρχεται Prot. 315 a; oder wo das Einzelne hervorgehoben wird, ἑκάστη ἡ [[ἐπιστήμη]] Parm. 134 a; ἕκαστον τὸ [[ἔθνος]] Xen. An. 1, 8, 9. – Ὅστις [[ἕκαστος]], jeder welcher, Hes. Th. 459; vgl. Plat. Legg. VII, 799 a; – εἷς [[ἕκαστος]], s. εἷς; – αὐτὸς [[ἕκαστος]], selbst jeder, Her. u. a., bes. αὐτὰ ἕκαστα, alles u. jedes, φράζειν, λέγειν, Aesch. Prom. 952 Her. 5, 13, vgl. [[αὐθέκαστος]]; – ἕκαστός τις, ein jeder, Pind. N. 4, 92; Soph. Ant. 262; Thuc. 9, 31; – καθ' ἕκαστον, einzeln für sich, wie ὡς [[ἕκαστος]], jeder für sich, Thuc. 5, 4 u. oft bei Attikern. – Erst bei Sp. für [[ἑκάτερος]], Dion. Hal. 3, 2. 6, 42. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἕκαστος''': -η, -ον, καθείς, καθένας, Λατ. quisque, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν ὁλότητα, Ὁμ., κλ.· ὁ ἑνικὸς [[συχνάκις]] συνάπτεται [[μετὰ]] πληθ. ῥήματος, ἔβαν οἰκόνδε [[ἕκαστος]] Ἰλ. Α. 606· δεδμήμεσθα [[ἕκαστος]] Ε. 878· καὶ παρ’ Ἀττ., [[ἕκαστος]] ἐπίστασθε Ξεν. Συμπ. 3, 3, Ἡρόδ. 3. 158, Ἀριστοφ. Πλ. 785, Πλάτ. Γοργ. 503Ε, Πρωτ. 327Ε, κτλ.· τὸ ἑνικὸν τίθεται [[ὡσαύτως]] ἐκ παραλλήλου [[μετὰ]] πληθ. ὀνόματος ἢ ἀντων. ([[ἅπερ]] ἐκφράζουσι τὸ ὅλον καὶ ὡς ἐκ τούτου ἔπρεπε νὰ [[εἶναι]] τεθειμένα κατὰ γενικήν, τοῦτο δ’ ὀνομάζεται ἐν τῇ γραμματικῇ «[[σχῆμα]] καθ’ ὅλον καὶ [[μέρος]]»), ὡς Τρῶας ἕκαστον ὑπήλυθε [[τρόμος]] (ἀντὶ Τρώων ἕκαστον), [[φόβος]] κατέβαλεν ἕκαστον τῶν Τρώων, Ἰλ. Η. 215, πρβλ. 175. 185· ὔμμι... ἑκάστῳ Ο. 109· αἱ δὲ γυναῖκες... θαύμαζον... ἑκάστη Σ. 496, κτλ.· Περσίδες δ’... ἑκάστα... λείπεται Αἰσχύλ. Πέρσ. 136· αἱ ἄλλαι πᾶσαι τέχναι τὸ αὑτῆς ἑκάστη [[ἔργον]] ἐργάζεται Πλάτ. Πολ. 346Ε, πρβλ. Γοργ. ἔνθ’ ἀνωτ.: - [[ὅστις]] [[ἕκαστος]], πᾶς [[ὅστις]]..., Ἡσ. Θ. 459. 2) τὸ ἄρθρον [[ἐνίοτε]] προστίθεται εἰς τὸ οὐσιαστικὸν πρὸς τὸ ὁποῖον συμφωνεῖ τὸ [[ἕκαστος]], ὅτε συνήθως τὸ [[ἕκαστος]] προτάσσεται, καθ’ ἑκ. τὴν ἡμέραν, καθ’ ἑκάστην ἡμέραν, Ἰσοκρ. 277Α· περὶ ἑκ. τῆς τέχνης Πλάτ. Φαῖδρ. 274Ε· [[ὅταν]] δὲ ἐπιτάσσηται τὸ [[ἕκαστος]] [[εἶναι]] ἧττον ἐμφατικόν, κατὰ τὸν ὁπλίτην ἕκαστον Θουκ. 5. 49· κατὰ τὴν ἡμέραν ἑκάστην ὁ αὐτ. 6. 63, κ. ἀλλ. ΙΙ. κατὰ πληθ., εἰς [[ἕκαστος]] πάντων, πολλὸν γὰρ [[οἶνον]] ἐν ἀμφιφορεῦσιν ἕκαστοι ἠφύσαμεν Ὀδ. Ι. 164, Ἰλ. Α. 550, κ. ἀλλ.· [[οὕτως]], Ἡρόδ. 1. 169, Αἰσχύλ. Πρ. 491, Ἱκ. 932, Πλάτ. Πρωτ. 315C, κ. ἀλλ.· οἷστισιν ἑκάστοις ὁ αὐτ. Νόμ. 799Α. ΙΙΙ. ἡ [[ἰδέα]] τοῦ ἐπιμερισμοῦ ἢ τῆς ἀτομικότητος ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ ἐκφέρεται ὁριστικώτερον τῇ προσθήκῃ ἑτέρων ἀντωνυμ., [[οἷον]], εἷς [[ἕκαστος]], Λατ. unusquisque, (ἴδε ἐν λ. εἷς)· εἶς γάρ τις ἦν [[ἕκαστος]] οὑξειργασμένος Σοφ. Ἀντ. 262· ἕκαστός τις Πινδ. Ν. 4. 150, Θουκ. 3. 45, κλ.· αὐτὸς ἕκ. Ἡρόδ. 5. 13, κτλ.· αὔθ’ ἕκαστα, ἅπαντα ἐν λεπτομερείᾳ ἀκριβεῖ, Αἰσχύλ. Πρ. 950· πρβλ. [[αὐθέκαστος]]. 2) [[μετὰ]] προθέσεων, ἰδίως [[μετὰ]] τῆς κατά, καθ’ ἕκαστον, ἰδιαιτέρως, χωριστά, μόνον, Λατ. singulatim, Πλάτ. κλ.· καθ’ ἕκ. καὶ ξύμπαντα ὁ αὐτ. Σοφ. 259Β· τὰ καθ’ ἕκαστον, Ἀριστ. Πολ. 2, 8, 22, κ. ἀλλ.· παρ’ ἕκαστον παρ’ ἕκαστα, ἐν ἑκάστῃ περιπτώσει, Πολύβ. 4. 82, 5., 3. 57, 4, κτλ. 3) ὡς ἕκαστοι, [[ἕκαστος]] καθ’ ἑαυτόν, Πινδ. ΙΙ. 9. 174, Ἡρόδ. 6. 79, Θουκ. 1. 15, κτλ.· καὶ καθ’ ἑνικ., τῶν δὲ ὡς ἑκάστῳ θύειν θέλει Ἡρόδ. 1. 132· οὐχ ὡς [[ἕκαστος]], ἀλλὰ πάντες Ἀριστ. Πολ. 4. 4, 26. IV. παρὰ μεταγενεστέροις ἀντὶ τοῦ [[ἑκάτερος]], Διον. Ἁλ. 3. 2, κτλ. (Ἡ πρώτη συλλαβὴ ἑ- ἐν ταῖς λέξεσιν ἑκάτερος, ἕκαστος παριστάνει τὸ εἷς, ἕν, ὡς τὸ πρῶτον [[μέρος]] τοῦ Σανσκρ. ê-kateras, ê-katamus παριστάνει τὸ ê-ka (εἷς)· τὰ δεύτερα μέρη τῶν λέξεων τούτων -κάτερος, -καστος, δύναται νὰ παραβληθῶσι πρὸς τὰ πέτερος, [[πόστος]] (Ἰων. κότερος, [[κόστος]]), καὶ πρὸς τὰ Σανσκρ. kataras (uter ? [[πότερος]];), katamas (τίς ἐκ τῶν πολλῶν;) ἴδε ἐν λ. *πος· - φέρουσι δὲ [[ταῦτα]] τὸν τύπον συγκρ. καὶ ὑπερθ., πρβλ. πρό, [[πρότερος]], πρῶτος. Ἐν Κρητικῇ Ἐπιγρ. (Hell. J. 13. σ. 66) ἀπαντᾷ γεγραμμένον Fέκαστος). | |||
}} | }} |