σκαιωρέω: Difference between revisions

6_2
(c1)
(6_2)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0888.png Seite 888]] = [[σκαιουργέω]], Schol. Eur. Or. 432, πανουργέομαι, VLL.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0888.png Seite 888]] = [[σκαιουργέω]], Schol. Eur. Or. 432, πανουργέομαι, VLL.
}}
{{ls
|lstext='''σκαιωρέω''': [[πανουργέω]], ἐπινοῶ [[μετὰ]] πανουργίας, μηχανῶμαι πανούργως, «ταράττομαι» Ἡσύχ., Σχόλ. εἰς Σοφ. Ο. Τ. 673, κτλ. - Παθητ., ἐσκαιωρημένα Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 6. 9. 8· πρβλ. [[σκευωρέομαι]]· - σκαιωρία, ἡ, [[βλάβη]], Θεόδ. Πρόδρ., Τζέτζ. Ἱστ. 8. 903, κτλ., ἀλλὰ καθ’ Ἡσύχ.: «[[ὄρχησις]], [[χορεία]], καιρία, παιδιὰ καὶ τὰ ὅμοια». - σκαιώρημα, τό, ἐπιβλαβές [[ἐπινόημα]], [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 182, Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Χο. 728, Ἐκκλ.
}}
}}