Φάληρον: Difference between revisions

From LSJ

Ὀργὴ δὲ πολλὰ δρᾶν ἀναγκάζει κακά → Ad prava saepe impellit iracundia → Es zwingt der Zorn dazu, viel Hässliches zu tun

Menander, Monostichoi, 429
(6_3)
(No difference)

Revision as of 11:20, 5 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

Φάληρον: [ᾱ], τό, ἀρχαιότατος λιμὴν τῶν Ἀθηνῶν, νῦν ὀνομάζεται Παλαιὸν Φάληρον, καὶ δῆμος τῆς Αἰαντίδος φυλῆς, Ἡσύχ. καὶ Ἐπιγραφ., ἴδε Böckh. C. I. 1. 309, ἀλλὰ κατὰ τὸν Ἁρποκρ. «δῆμος τῆς Ἀντιοχίδος»·- Φαληροῖ, ἐν Φαλήρῳ, Ξεν. Ἱππαρχ. 3. 1, Πλουτ. Θεμ. 17. Φαληρόθεν, ἐκ Φαλήρου, Πλάτ. Συμπ. 172Α· Φαληρόνδε, εἰς Φάληρον, Θουκ. 1. 107· ― Φαληρεύς, έως, ὁ, κάτοικος τοῦ Φαλήρου, Ἡρόδ. 3. 63, κλπ.· θηλ. Φαληρίς, ίδος, Στέφ. Βυζ. ― Ἐπίθ. Φαληρικός, ή, όν, Ἀριστοφ. Ἀχ. 901, κ. ἀλλ. ― Περὶ τῆς θέσεως τοῦ Ἀρχαίου Φαλήρου, ἴδε Ἐνρ. Οὐλερίχ. ἐν τῷ περιοδικῷ «Ἐρανιστῇ» τ. 1. τοῦ βϳ ἔτους, σ. 432, κἑξ., ἴδε καὶ πραγματείαν Γ. Ζαννέτου ἐν τῷ περιοδικῷ «Ἀπόλλωνι».