κυριακός: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κῡριακός''': -ή, -όν, ([[κύριος]]) ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς κύριον ἢ δεσπότην, ὁ κ. [[φίσκος]], τὸ ἰδιαίτερον [[ταμεῖον]] τοῦ αὐτοκράτορος, [[κυρίως]], ὁ ἀνήκων εἰς τὸν ΚΥΡΙΟΝ (ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ)˙ Κ. [[δεῖπνον]], ἡ λεγόμενη [[εὐχαριστία]], Α΄, Ἐπ. π. Κορ. ια΄, 20˙ ― ἡ κυριακὴ [[ἡμέρα]], dies Dominica, Ἀποκάλ. α΄, 10, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 9452˙ τὸ κυριακὸν (ἐξυπ. [[δῶμα]]), ἡ [[ἐκκλησία]], πρῶτον ἐν Διατάγ. Μαξιμίνου παρ’ Εὐσεβ. Ἐκκλ. Ἱστ. 9. 10, Συνόδ. Κανόν. Λαοδ. 28, Ἐκκλ. Ἱστ. 9. 5, 2˙ ἴδε Suicer. (Συνήθως νομίζεται ὅτι ἐκ ταύτης τῆς λέξεως παράγονται αἱ Τευτονικαὶ λ. kirk, kircne, church˙ ἀλλὰ πῶς οἱ βόρειοι λαοὶ παρέλαβον τὴν Ἑλληνικὴν ταύτην λέξιν [[μᾶλλον]] ἢ τὸ Ρωμαϊκὸν [[ὄνομα]] ecclesia, δὲν ἔχει ἐξηγηθῆ ἐπαρκῶς.)
|lstext='''κῡριακός''': -ή, -όν, ([[κύριος]]) ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς κύριον ἢ δεσπότην, ὁ κ. [[φίσκος]], τὸ ἰδιαίτερον [[ταμεῖον]] τοῦ αὐτοκράτορος, [[κυρίως]], ὁ ἀνήκων εἰς τὸν ΚΥΡΙΟΝ (ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ)˙ Κ. [[δεῖπνον]], ἡ λεγόμενη [[εὐχαριστία]], Α΄, Ἐπ. π. Κορ. ια΄, 20˙ ― ἡ κυριακὴ [[ἡμέρα]], dies Dominica, Ἀποκάλ. α΄, 10, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 9452˙ τὸ κυριακὸν (ἐξυπ. [[δῶμα]]), ἡ [[ἐκκλησία]], πρῶτον ἐν Διατάγ. Μαξιμίνου παρ’ Εὐσεβ. Ἐκκλ. Ἱστ. 9. 10, Συνόδ. Κανόν. Λαοδ. 28, Ἐκκλ. Ἱστ. 9. 5, 2˙ ἴδε Suicer. (Συνήθως νομίζεται ὅτι ἐκ ταύτης τῆς λέξεως παράγονται αἱ Τευτονικαὶ λ. kirk, kircne, church˙ ἀλλὰ πῶς οἱ βόρειοι λαοὶ παρέλαβον τὴν Ἑλληνικὴν ταύτην λέξιν [[μᾶλλον]] ἢ τὸ Ρωμαϊκὸν [[ὄνομα]] ecclesia, δὲν ἔχει ἐξηγηθῆ ἐπαρκῶς.)
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qui concerne le Seigneur, le Christ ; ἡ Κυριακή ([[ἡμέρα]]) le jour du Seigneur, le dimanche.<br />'''Étymologie:''' [[κύριος]].
}}
}}