παραπέτομαι: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_20)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παραπέτομαι''': ποιητ. παρπέταμαι Καλλ. Ἐπιγράμμ. 32: ἀόρ. β΄ παρεπτόμην ἢ -επτάμην· ἀποθ. Πέτομαι [[παρά]] τι, [[κορώνη]] .. πετομένων [τῶν νεοττῶν] σιτίζει παραπετομένη Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 6. 6· τὰς π. μυίας ὁ αὐτ. ἐν Πολιτικ. 7. 1, 4, 2) παρέρχομαί τι πετόμενος, Ἀριστοφ. Θεσμ. 1014· [[ἐκφεύγω]] τινά, Ἀνθ. Π. 6. 19. 3) [[πέτομαι]] [[πρός]] τινα, τινι Σιμωνίδ. Ἰαμβογρ. 12. - Περὶ τοῦ ἐν Σοφ. Ο. Κ. 715, ἴδε [[παράπτω]].
|lstext='''παραπέτομαι''': ποιητ. παρπέταμαι Καλλ. Ἐπιγράμμ. 32: ἀόρ. β΄ παρεπτόμην ἢ -επτάμην· ἀποθ. Πέτομαι [[παρά]] τι, [[κορώνη]] .. πετομένων [τῶν νεοττῶν] σιτίζει παραπετομένη Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 6. 6· τὰς π. μυίας ὁ αὐτ. ἐν Πολιτικ. 7. 1, 4, 2) παρέρχομαί τι πετόμενος, Ἀριστοφ. Θεσμ. 1014· [[ἐκφεύγω]] τινά, Ἀνθ. Π. 6. 19. 3) [[πέτομαι]] [[πρός]] τινα, τινι Σιμωνίδ. Ἰαμβογρ. 12. - Περὶ τοῦ ἐν Σοφ. Ο. Κ. 715, ἴδε [[παράπτω]].
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> voler auprès <i>ou</i> le long de;<br /><b>2</b> voler au delà de ; échapper à.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[πέτομαι]].
}}
}}