3,274,831
edits
(6_12) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀρνᾰκίς''': -ίδος, ἡ, προβάτου [[δορά]], «προβειά», «ἀρνακίδες· ἀρνῶν κώδια» (Ἡσύχ.), Ἀριστοφ. Νεφ. 730, Πλάτ. Συμπ. 220Β, Ἀριστώνυμ. ἐν «Ἡλίῳ ῥηγοῦντι» 4· (ἐσχηματισμένον ὡς ἐξ ὑποκοριστ. τοῦ [[ἀρνός]],. *ἄρναξ). | |lstext='''ἀρνᾰκίς''': -ίδος, ἡ, προβάτου [[δορά]], «προβειά», «ἀρνακίδες· ἀρνῶν κώδια» (Ἡσύχ.), Ἀριστοφ. Νεφ. 730, Πλάτ. Συμπ. 220Β, Ἀριστώνυμ. ἐν «Ἡλίῳ ῥηγοῦντι» 4· (ἐσχηματισμένον ὡς ἐξ ὑποκοριστ. τοῦ [[ἀρνός]],. *ἄρναξ). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ίδος (ἡ) :<br />peau d’agneau.<br />'''Étymologie:''' [[ἀρήν]]. | |||
}} | }} |