ἄθετος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_15)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄθετος''': -ον, ([[τίθημι]]) [[ἄνευ]] θέσεως ἢ τόπου· οὕτω καλεῖται ἡ μονὰς κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν στιγμήν, ἥτις εἶνε θετή, Ἀριστ. Μεταφ. 4. 6, 25· ἡ μονὰς στιγμὴ ἄθ. ἐστι, [[αὐτόθι]] 12. 8. 27· πρβλ. Ἀναλ. Ὕστ. 1. 27. 2) ὁ μὴ ἐν τῇ οἰκείᾳ θέσει εὑρισκόμενος· [[πλίνθος]], [[λίθος]], Συλλ. Ἐπιγρ. 160. 1. 10, 22. ΙΙ. ὁ κατὰ [[μέρος]] τεθείς, [[ἀσθενής]], Πολύβ. 17. 9. 10· [[ἐντεῦθεν]]: [[ἄχρηστος]], [[ἀκατάλληλος]], Διόδ. 11. 15: - Ἐπιρρ. -τως = ἀθέσμως, παρανόμως, δεσποτικῶς, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 150.
|lstext='''ἄθετος''': -ον, ([[τίθημι]]) [[ἄνευ]] θέσεως ἢ τόπου· οὕτω καλεῖται ἡ μονὰς κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν στιγμήν, ἥτις εἶνε θετή, Ἀριστ. Μεταφ. 4. 6, 25· ἡ μονὰς στιγμὴ ἄθ. ἐστι, [[αὐτόθι]] 12. 8. 27· πρβλ. Ἀναλ. Ὕστ. 1. 27. 2) ὁ μὴ ἐν τῇ οἰκείᾳ θέσει εὑρισκόμενος· [[πλίνθος]], [[λίθος]], Συλλ. Ἐπιγρ. 160. 1. 10, 22. ΙΙ. ὁ κατὰ [[μέρος]] τεθείς, [[ἀσθενής]], Πολύβ. 17. 9. 10· [[ἐντεῦθεν]]: [[ἄχρηστος]], [[ἀκατάλληλος]], Διόδ. 11. 15: - Ἐπιρρ. -τως = ἀθέσμως, παρανόμως, δεσποτικῶς, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 150.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> sans place, sans position;<br /><b>2</b> qu’on met de côté, invalide ; impropre, τινι, [[πρός]] [[τι]] à qch.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[τίθημι]].
}}
}}