ἀκρόβολος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_18)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκρόβολος''': -ον, παθ. ὁ [[μακρόθεν]] πληγείς, Αἰσχύλ. Θήβ. 158. ΙΙ. ἀκροβόλος, ὁ, ὁ [[μακρόθεν]] βάλλων, «[[ἀκοντιστής]], [[τοξότης]]», Ἡσύχ., Σουΐδ.
|lstext='''ἀκρόβολος''': -ον, παθ. ὁ [[μακρόθεν]] πληγείς, Αἰσχύλ. Θήβ. 158. ΙΙ. ἀκροβόλος, ὁ, ὁ [[μακρόθεν]] βάλλων, «[[ἀκοντιστής]], [[τοξότης]]», Ἡσύχ., Σουΐδ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />frappé de loin.<br />'''Étymologie:''' [[ἄκρος]], [[βάλλω]].
}}
}}