γογγύλος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_3)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γογγύλος''': [ῠ], η, ον,= [[στρογγύλος]], [[κυκλοτερής]], Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 182· [[μᾶζα]] [[γογγύλη]] Ἀριστοφ. Εἰρ. 28· [[λίθος]] γ. Συλλ. Ἐπιγρ. 160 α. 22, πρβλ. Bückh σ. 274. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. γόγγυλος, ὁ, (προπαροξ. κατὰ τὸν Ἀρκάδ. 56) = [[κόνδυλος]], Σχόλ. εἰς Λυκόφρ. 435· ([[γογγύλη]] χεὶρ παρ’ Εὐδοκ.)
|lstext='''γογγύλος''': [ῠ], η, ον,= [[στρογγύλος]], [[κυκλοτερής]], Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 182· [[μᾶζα]] [[γογγύλη]] Ἀριστοφ. Εἰρ. 28· [[λίθος]] γ. Συλλ. Ἐπιγρ. 160 α. 22, πρβλ. Bückh σ. 274. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. γόγγυλος, ὁ, (προπαροξ. κατὰ τὸν Ἀρκάδ. 56) = [[κόνδυλος]], Σχόλ. εἰς Λυκόφρ. 435· ([[γογγύλη]] χεὶρ παρ’ Εὐδοκ.)
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br />rond, arrondi.<br />'''Étymologie:''' DELG rien de sûr.
}}
}}