ἀποσκυδμαίνω: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_19)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποσκυδμαίνω''': ὀργίζομαι σφοδρῶς κατά τινος, Ἥρη, μὴ δὴ [[πάμπαν]] ἀποσκύδμαινε θεοῖσιν, ὀργίζου ἢ ἐπιμέμφου, Ἰλ. Ω. 65, «ἀποσκύδμαινε· ὀργίζου, χολοῦ, μέμφου» Ἡσύχ.
|lstext='''ἀποσκυδμαίνω''': ὀργίζομαι σφοδρῶς κατά τινος, Ἥρη, μὴ δὴ [[πάμπαν]] ἀποσκύδμαινε θεοῖσιν, ὀργίζου ἢ ἐπιμέμφου, Ἰλ. Ω. 65, «ἀποσκύδμαινε· ὀργίζου, χολοῦ, μέμφου» Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=s’irriter contre, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[σκυδμαίνω]].
}}
}}