εἶμι: Difference between revisions

2,768 bytes added ,  9 August 2017
Bailly1_2
(6_1)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εἶμι''': (πορεύομαι)· β΄ ἑνικ. εἶ Σοφ. Τρ. 83. Ἀριστοφ. Ὄρν. 990, Ἐπ. καὶ Ἰων. εἷς Ἣσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 208· [[εἶσθα]] Ἰλ. Κ. 450, Ὀδ. Μ. 69, γ΄ ἑνικ. [[εἶσι]]· πλ. [[ἴμεν]], ἴτε, ἴᾱσι, ἶσι ἢ [[εἶσι]] Θέογν. 716: - προστακτ. ἴθι ([[ὡσαύτως]] εἶ ἐν τῷ συνθέτῳ [[ἔξει]] Ἀριστοφ. Νεφ. 633), γ΄ πληθ. ἴτωσαν Εὐρ., κλ. σπανίως ἴτων Αἰσχύλ. Εὐμ. 32, ἰόντων Θουκ. 4. 118, κτλ.: - Ὑποτακτ. ἴω (εἴω παρὰ Σώφρονι ἐν τῷ Μεγ. Ἐτυμ. 121. 30)· β΄ ἑνικ. Ἐπ. ἴῃσθα Ἰλ. Κ. 67· γ΄ Ἐπ. [[ἴῃσι]] Ι. 701 (697)· πλ. Ἐπ. [[ἴομεν]] (ἀντὶ -ωμεν) Β. 440: - Εὐκτ. ἴοιμι Ἰλ., Ἀττ. ἰοίην Ξεν. Συμπ. 4. 16, πρβλ. Ἰσοκρ. 102Α· Ἐπ. [[ἰείη]] Ἰλ. Τ. 209, ἢ εἴη Ω. 139, Ὀδ. Ξ. 496: - ἀπαρ. ἰέναι, Ἐπ. ἴμεναι ἢ [[ἴμεν]], [[ὡσαύτως]] [[ἴμμεναι]] Ἰλ. Υ. 365, καὶ ἴναι ῐ Χρησμ. παρὰ Στράβ. 408, Μάχων παρ’ Ἀθην. 580C, πρβλ. Μέγ. Ἐτυμ. 467. 19 (τὸ [[εἶναι]] ἐν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 351 δυσκόλως δύναται νὰ θεωρηθῇ ὀρθόν)· - μετοχ. ἰών, ἰοῦσα, ἰόν. - Παρατ. ᾔειν, ᾔεις (ᾔεισθα Πλάτ. Εὐθύφρ. 4Α, Τίμ. 26C), ᾔει ἢ ᾔειν ([[αὐτόθι]] 38C, Κριτί. 117Ε)· Ἐπ. καὶ Ἰων. ἤϊα, γ΄ ἑνικ. ἤϊε (-εν), συνῃρ. ᾖε Ἰλ.· δυϊκ. ᾔτην Πλάτ. Εὐθύδ. 294D· πληθ. α΄ καὶ β΄ ᾖμεν, ᾖτε, (οὐχὶ ᾔειμην, ᾔειτε)· γ΄ πληθ. Ἐπ. καὶ Ἰων. ἤϊσαν, Ἐπ. [[ὡσαύτως]] [[ἴσαν]], Ἀττ. [[ᾖσαν]] Ἀριστοφ. Ἱππ. 605. Ἀποσπ. 216, πρβλ. Ὀδ. Τ, 445 (ὁ [[τύπος]] ᾔεσαν [[εἶναι]] πιθανῶς μεταγενέστερος, πλεῖστοι δὲ ἐκδόται ἀπορρίπτουσιν αὐτόν, ἀλλ’ ἴδε Veitch): - εὑρίσκομεν [[ὡσαύτως]] γ΄ ἑνικ. ἴεν, ἴε Ὅμ., [[ὡσαύτως]] Ἐπ. α΄ πληθ. [[ᾔομεν]], γ΄ δυϊκ. ἴτην· γ΄ πληθ. ἤϊον. - Ρημ. ἐπίθ. [[ἰτός]], ἰτέος, καὶ ἰτητός, ἰτητέος. Περὶ τοῦ ὅλου σχηματισμοῦ τοῦ ῥήματος ἴδε τὰς γραμματικάς. - Μνημονεύονται [[ὡσαύτως]] [[μέσος]] τις ἐνεστ. καὶ παρατατ. ἴεμαι, ἰέμην, ἀλλὰ πιθανῶς [[εἶναι]] [[ἁπλῶς]] ἡμαρτημέναι γραφαὶ ἀντὶ ἵεμαι, ἱέμην (ἐκ τοῦ [[ἵημι]]), καὶ ὁ Wolf ἀείποτε γράφει παρ’ Ὁμ. ἱέμενος, πρβλ. Elmsl. ἐν Σοφ. Ο. Τ. 1242, L. Dind. ἐν Ἱκ. 699. - Ἐν τέλει ὁ [[Ὅμηρος]] ἔχει Ἐπικόν τινα μέλλοντα [[εἴσομαι]], ἐπὶ τῆς σημασίας τοῦ σπεύδειν, Ἰλ. Ω. 462, Ὀδ. Ο. 213· καὶ ἔκ τινος μέσ. ἀορ. [[εἰσάμην]], τὸ γ΄ ἑνικ. εἴσατο, [[ἐείσατο]], γ΄ δυϊκ. ἐεισάσθην Ἰλ. Ο. 415, 544. - Περὶ τοῦ ἐνεστῶτος [[εἶμι]] πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ὁ Ὅμ. τὸ πλεῖστον μεταχειρίζεται αὐτὸν [[μετὰ]] σημασίας ἐνεστῶτος, ἀλλὰ παρὰ τοῖς Ἴωσι πεζογράφοις καὶ ἐν τῷ Ἀττικῷ λόγῳ χρησιμεύει ὡς μέλλ. τοῦ [[ἔρχομαι]]· τὸ δὲ [[ἐλεύσομαι]] σχεδὸν δὲν εὑρίσκεται παρὰ τοῖς δοκίμοις Ἀττ., ἴδε τὸ [[ῥῆμα]] [[ἔρχομαι]]: (ἴδε ἐξαιρέσεις τινὰς ἀναφερομένας ἐν Ἑρμάννου Opusc. 2. 326)· καὶ ὅτι μόνον παρὰ μεταγεν. [[οἷον]] Παυσ. καὶ Πλουτάρχῳ ἐπανέρχεται εἰς τὴν τοῦ ἐνεστῶτος σημασίαν. ῐ [[πανταχοῦ]], πλὴν ἐν τῇ Ἐπ. ὑποτακτ. [[ἴομεν]] ἀντὶ ἴωμεν ἐν ἀρχῇ στίχου· - ὁ [[μέσος]] [[τύπος]] ἰέμενος ἔχει ῑ, [[ὅθεν]] ἢ ἔπρεπε νὰ γράφηται ἱέμενος (ἐκ τοῦ [[ἵημι]]), ἢ νὰ θεωρηθῇ ὡς [[ἰσοδύναμος]] πρὸς ἐκεῖνον [[τύπος]] ψιλούμενος Ἰωνικῶς. (Ἐκ τῆς √Ι (πρβλ. πληθ. ἴμεν), ἐξ ἧς καὶ [[ἴτης]], [[ἰταμός]], [[οἶμος]], οἰμή, [[οἶτος]]· πρβλ. Σανσκρ. i, êmi, πληθ. imas (eo πληθ. imus), itis (iter [[πορεία]]), êmas (ὁδός)· Λατ. i-re· Γοτθ. iddja). Ἔρχομαι ἢ [[ὑπάγω]] (ἴδε [[ἔρχομαι]]): - αἱ σημασίαι [[ἔρχομαι]] ἢ [[ὑπάγω]] ἐξαρτῶνται ἐκ τῶν μορίων ἢ τῶν λέξεων μεθ’ ὧν συντάσσεται, [[οἷον]], ἰέναι [[δεῦρο]], [[εἴσω]], [[θύραζε]], [[κεῖσε]], [[οἴκαδε]] κτλ.· [[πάλιν]] ἰέναι, ὑποστρέφειν, κτλ.· [[συχνάκις]] [[μετὰ]] συνυπαρχούσης ἐννοίας ἐχθρότητος ἢ ἐπιθέσεως, [[συχνάκις]] [[μετὰ]] τῶν μορίων [[ἄντα]], [[πρός]], ἐπί, Ὅμ.· [[ὡσαύτως]], [[ὑπάγω]], [[ἀπέρχομαι]], Ὀδ. Β. 89, 367. ΙΙ. μετ’ αἰτ., 1) μετ’ αἰτιατ. τόπου, [[εἰσέρχομαι]], [[ὑπάγω]] εἰς..., [[ἐπεὶ]] πολλοὶ [[ἴσαν]] ἀνέρες ἡμέτερον δῶ Ὀδ. Α. 176· εὖτ’ ἂν ἴῃ Χαρίτων χορὸν ἱμερόεντα Σ. 194, Σοφ. Ο. Τ. 637. 2) [[μετὰ]] συστοίχου αἰτιατ., ὁδὸν ἰέναι Ὀδ. Κ. 103· μεταφ., ἄδικον ὁδὸν ἰέναι Θουκ. 3. 64. 3) [[διέρχομαι]], τὸ [[μέσον]] τοῦ οὐρανοῦ, ἐπὶ τοῦ ἡλίου, Ἡρόδ. 2. 25, πρβλ. 26· τὴν ὀρεινὴν Ξεν. Κύρ. 2. 4, 22· - τοῦτο παρ’ Ὁμ. ἐκφέρεται διὰ τῆς γενικῆς, ἰὼν πεδίοιο, πορευόμενος διὰ τῆς πεδιάδος (πρβλ. [[ἀτύζομαι]]) Ἰλ. Ε. 597· χροὸς εἴσατο, «διὰ τοῦ χρωτὸς διῆλθε» (Σχόλ.), Ν. 191. ΙΙΙ. μετ’ ἀπαρεμ. μέλλ., ἐεισάσθην... συλήσειν, ὥρμησαν... [[ὅπως]] συλήσωσιν, Ο. 544· οὕτω μετ’ ἀπαρεμ. ἀορ., [[ἀλλά]] τις εἴη εἰπεῖν Ἀτρεΐδῃ, [[ἀλλά]] τις πορεύοιτο, κτλ., Ὀδ. Ξ. 496. - Περὶ τοῦ Ὁμηρ. βῆ δ’ [[ἴμεν]], κτλ., ἴδε ἐν λ. βαίνω. 2) [[μετὰ]] μετοχ. μέλλ., Ἑλένην καλέουσ’ ἴε, ἐπορεύθη [[ὅπως]] καλέσῃ τὴν Ἑλένην, Ἰλ. Γ. 383, πρβλ. Ξ. 200, Ὀδ. Ο. 213· ἤϊα λέξων, ἔμελλον νὰ εἴπω, Ἡρόδ. 4. 82· ἴτω θύσων Πλάτ. Νόμ. 909D· ὡς τὸ Γαλλ. aller μετ’ ἀπαρεμφ. IV. [[ὡσαύτως]] ἐπὶ ἄλλων κινήσεων, πλὴν τῆς τοῦ βαδίζειν ἢ τρέχειν, [[οἷον]] πορεύεσθαι ἐπὶ [[νεώς]], ἐπὶ νηὸς ἰέναι, συχνὸν ἐν τῇ Ὀδ. ἐπὶ τῆς πτήσεως τῶν πτηνῶν, Ὀδ. Χ. 304· ἐπὶ μυιῶν, Ἰλ. Β. 87. 2) ἐπὶ τῆς κινήσεως πράγματός τινος, [[οἷον]] [[πέλεκυς]] [[εἶσι]] διὰ δουρός, ὁ [[πέλεκυς]] διέρχεται διὰ..., Ἰλ. Γ. 61· ἐπὶ νέφους, φαίνετ’ ἰὸν κατὰ πόντον Δ. 278· ἐπὶ τῶν ἀστέρων, οἷος δ’ ἀστὴρ [[εἶσι]] μετ’ ἀστράσι νυκτὸς ἀμολγῷ [[ἕσπερος]] Χ. 317· ἐπὶ τοῦ χρόνου, [[ἔτος]] [[εἶσι]], θὰ παρέλθῃ, Ὀδ. Β. 89, πρβλ. 106 κἑξ.· [[φάτις]] [[εἶσι]], [[φήμη]] διαδοθήσεται, Ψ. 362· [[χρόνος]]... ἰὼν [[πόρσω]] Πίνδ. Ο. 10 (11). 68· ἴτω κλαγγά, βοὰ Σοφ. Τρ. 208, Ἀριστοφ. Ὄρν. 857· ἡ μοῖρ’, ὅποιπερ, εἶσ’, ἴτω Σοφ. Ο. Τ. 1458, κτλ. V. μεταφορικαὶ χρήσεις, ἰέναι ἐς λόγους τινί, κοινολογεῖσθαί τινι, Θουκ. 3. 80, κτλ.· ἰέναι ἐς τοὺς πολέμους, ἐς τὴν ξυμμαχίαν ὁ αὐτ. 1. 78., 5. 30· ἰέναι ἐς χεῖρας, ἔρχεσθαι εἰς χεῖρας, συγκρούεσθαι, ὁ αὐτ. 2. 3, 81· ἰέναι ἐς τὰ παραγγελόμενα, ὑπακούειν εἰς τὰ κελευόμενα, ὁ αὐτ. 1. 121· ἰέναι διὰ δίκης πατρὶ Σοφ. Ἀντ. 742· ἰέναι διὰ μάχης, διὰ φιλίας, κτλ.· ἴδε διὰ Α. IV. VI. ἡ προστακτικὴ ἴθι ([[μετὰ]] τοῦ δὴ ἢ [[ἄνευ]] [[αὐτοῦ]]) κεῖται ὡς τὸ ἄγε, Λατ. age, ἐμπρὸς λοιπόν, τὸ πλεῖστον παρακολουθουμένη διὰ τοῦ β΄ ἑνικ. προστακτικῆς, ἴθι ἐξήγεο Ἡρόδ. 3. 72· ἴθ’ ἐγκόνει, ἴθ’ ἐκκάλυψον, Σοφ. Αἴ. 988, 1003· ἴθι πέραινε, ἴθι δὴ λέξον Ἀριστοφ. Βάτρ. 1170, Ξεν., κτλ.· πλῆρες, ἴθι καὶ πειρῶ, ὕπαγε καὶ δοκίμασον, Ἡρόδ. 8. 57. ― [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] α΄ πληθ., ἴθι οὖν ἐπισκεψώμεθα, Ξεν. Ἀπομν. 1. 6, 4, κτλ.· [[μετὰ]] β΄ δυϊκ., ἴθι νῦν παρίστασθον Ἀριστοφ. Βάτρ. 1378· ― οὕτω τὸ β΄ πληθ., ἴτε νεύσατε Σοφ. Ο. Κ. 248, πρβλ. Ο. Τ. 1413· ἴτε δὴ... ἀκούσωμεν Πλάτ. Νόμ. 797D. 2) ἴτω, «πάει καλά, ἂς γείνῃ ὅ,τι θέλῃ», Σοφ. Φ. 120, Εὐρ. Μηδ. 798. VII. παρὰ τραγικοῖς προστίθεται ἡ μετοχὴ τοῦ ῥήματος τούτου εἰς ἄλλα ῥήματα, φρονείτω μεῖζον ἢ κατ’ ἄνδρ’ ἰών. ἂς ὑπάγῃ νὰ φρονῇ..., Σοφ. Ἀντ. 768, πρβλ. Ο. Κ. 1393, Αἴ. 304.
|lstext='''εἶμι''': (πορεύομαι)· β΄ ἑνικ. εἶ Σοφ. Τρ. 83. Ἀριστοφ. Ὄρν. 990, Ἐπ. καὶ Ἰων. εἷς Ἣσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 208· [[εἶσθα]] Ἰλ. Κ. 450, Ὀδ. Μ. 69, γ΄ ἑνικ. [[εἶσι]]· πλ. [[ἴμεν]], ἴτε, ἴᾱσι, ἶσι ἢ [[εἶσι]] Θέογν. 716: - προστακτ. ἴθι ([[ὡσαύτως]] εἶ ἐν τῷ συνθέτῳ [[ἔξει]] Ἀριστοφ. Νεφ. 633), γ΄ πληθ. ἴτωσαν Εὐρ., κλ. σπανίως ἴτων Αἰσχύλ. Εὐμ. 32, ἰόντων Θουκ. 4. 118, κτλ.: - Ὑποτακτ. ἴω (εἴω παρὰ Σώφρονι ἐν τῷ Μεγ. Ἐτυμ. 121. 30)· β΄ ἑνικ. Ἐπ. ἴῃσθα Ἰλ. Κ. 67· γ΄ Ἐπ. [[ἴῃσι]] Ι. 701 (697)· πλ. Ἐπ. [[ἴομεν]] (ἀντὶ -ωμεν) Β. 440: - Εὐκτ. ἴοιμι Ἰλ., Ἀττ. ἰοίην Ξεν. Συμπ. 4. 16, πρβλ. Ἰσοκρ. 102Α· Ἐπ. [[ἰείη]] Ἰλ. Τ. 209, ἢ εἴη Ω. 139, Ὀδ. Ξ. 496: - ἀπαρ. ἰέναι, Ἐπ. ἴμεναι ἢ [[ἴμεν]], [[ὡσαύτως]] [[ἴμμεναι]] Ἰλ. Υ. 365, καὶ ἴναι ῐ Χρησμ. παρὰ Στράβ. 408, Μάχων παρ’ Ἀθην. 580C, πρβλ. Μέγ. Ἐτυμ. 467. 19 (τὸ [[εἶναι]] ἐν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 351 δυσκόλως δύναται νὰ θεωρηθῇ ὀρθόν)· - μετοχ. ἰών, ἰοῦσα, ἰόν. - Παρατ. ᾔειν, ᾔεις (ᾔεισθα Πλάτ. Εὐθύφρ. 4Α, Τίμ. 26C), ᾔει ἢ ᾔειν ([[αὐτόθι]] 38C, Κριτί. 117Ε)· Ἐπ. καὶ Ἰων. ἤϊα, γ΄ ἑνικ. ἤϊε (-εν), συνῃρ. ᾖε Ἰλ.· δυϊκ. ᾔτην Πλάτ. Εὐθύδ. 294D· πληθ. α΄ καὶ β΄ ᾖμεν, ᾖτε, (οὐχὶ ᾔειμην, ᾔειτε)· γ΄ πληθ. Ἐπ. καὶ Ἰων. ἤϊσαν, Ἐπ. [[ὡσαύτως]] [[ἴσαν]], Ἀττ. [[ᾖσαν]] Ἀριστοφ. Ἱππ. 605. Ἀποσπ. 216, πρβλ. Ὀδ. Τ, 445 (ὁ [[τύπος]] ᾔεσαν [[εἶναι]] πιθανῶς μεταγενέστερος, πλεῖστοι δὲ ἐκδόται ἀπορρίπτουσιν αὐτόν, ἀλλ’ ἴδε Veitch): - εὑρίσκομεν [[ὡσαύτως]] γ΄ ἑνικ. ἴεν, ἴε Ὅμ., [[ὡσαύτως]] Ἐπ. α΄ πληθ. [[ᾔομεν]], γ΄ δυϊκ. ἴτην· γ΄ πληθ. ἤϊον. - Ρημ. ἐπίθ. [[ἰτός]], ἰτέος, καὶ ἰτητός, ἰτητέος. Περὶ τοῦ ὅλου σχηματισμοῦ τοῦ ῥήματος ἴδε τὰς γραμματικάς. - Μνημονεύονται [[ὡσαύτως]] [[μέσος]] τις ἐνεστ. καὶ παρατατ. ἴεμαι, ἰέμην, ἀλλὰ πιθανῶς [[εἶναι]] [[ἁπλῶς]] ἡμαρτημέναι γραφαὶ ἀντὶ ἵεμαι, ἱέμην (ἐκ τοῦ [[ἵημι]]), καὶ ὁ Wolf ἀείποτε γράφει παρ’ Ὁμ. ἱέμενος, πρβλ. Elmsl. ἐν Σοφ. Ο. Τ. 1242, L. Dind. ἐν Ἱκ. 699. - Ἐν τέλει ὁ [[Ὅμηρος]] ἔχει Ἐπικόν τινα μέλλοντα [[εἴσομαι]], ἐπὶ τῆς σημασίας τοῦ σπεύδειν, Ἰλ. Ω. 462, Ὀδ. Ο. 213· καὶ ἔκ τινος μέσ. ἀορ. [[εἰσάμην]], τὸ γ΄ ἑνικ. εἴσατο, [[ἐείσατο]], γ΄ δυϊκ. ἐεισάσθην Ἰλ. Ο. 415, 544. - Περὶ τοῦ ἐνεστῶτος [[εἶμι]] πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ὁ Ὅμ. τὸ πλεῖστον μεταχειρίζεται αὐτὸν [[μετὰ]] σημασίας ἐνεστῶτος, ἀλλὰ παρὰ τοῖς Ἴωσι πεζογράφοις καὶ ἐν τῷ Ἀττικῷ λόγῳ χρησιμεύει ὡς μέλλ. τοῦ [[ἔρχομαι]]· τὸ δὲ [[ἐλεύσομαι]] σχεδὸν δὲν εὑρίσκεται παρὰ τοῖς δοκίμοις Ἀττ., ἴδε τὸ [[ῥῆμα]] [[ἔρχομαι]]: (ἴδε ἐξαιρέσεις τινὰς ἀναφερομένας ἐν Ἑρμάννου Opusc. 2. 326)· καὶ ὅτι μόνον παρὰ μεταγεν. [[οἷον]] Παυσ. καὶ Πλουτάρχῳ ἐπανέρχεται εἰς τὴν τοῦ ἐνεστῶτος σημασίαν. ῐ [[πανταχοῦ]], πλὴν ἐν τῇ Ἐπ. ὑποτακτ. [[ἴομεν]] ἀντὶ ἴωμεν ἐν ἀρχῇ στίχου· - ὁ [[μέσος]] [[τύπος]] ἰέμενος ἔχει ῑ, [[ὅθεν]] ἢ ἔπρεπε νὰ γράφηται ἱέμενος (ἐκ τοῦ [[ἵημι]]), ἢ νὰ θεωρηθῇ ὡς [[ἰσοδύναμος]] πρὸς ἐκεῖνον [[τύπος]] ψιλούμενος Ἰωνικῶς. (Ἐκ τῆς √Ι (πρβλ. πληθ. ἴμεν), ἐξ ἧς καὶ [[ἴτης]], [[ἰταμός]], [[οἶμος]], οἰμή, [[οἶτος]]· πρβλ. Σανσκρ. i, êmi, πληθ. imas (eo πληθ. imus), itis (iter [[πορεία]]), êmas (ὁδός)· Λατ. i-re· Γοτθ. iddja). Ἔρχομαι ἢ [[ὑπάγω]] (ἴδε [[ἔρχομαι]]): - αἱ σημασίαι [[ἔρχομαι]] ἢ [[ὑπάγω]] ἐξαρτῶνται ἐκ τῶν μορίων ἢ τῶν λέξεων μεθ’ ὧν συντάσσεται, [[οἷον]], ἰέναι [[δεῦρο]], [[εἴσω]], [[θύραζε]], [[κεῖσε]], [[οἴκαδε]] κτλ.· [[πάλιν]] ἰέναι, ὑποστρέφειν, κτλ.· [[συχνάκις]] [[μετὰ]] συνυπαρχούσης ἐννοίας ἐχθρότητος ἢ ἐπιθέσεως, [[συχνάκις]] [[μετὰ]] τῶν μορίων [[ἄντα]], [[πρός]], ἐπί, Ὅμ.· [[ὡσαύτως]], [[ὑπάγω]], [[ἀπέρχομαι]], Ὀδ. Β. 89, 367. ΙΙ. μετ’ αἰτ., 1) μετ’ αἰτιατ. τόπου, [[εἰσέρχομαι]], [[ὑπάγω]] εἰς..., [[ἐπεὶ]] πολλοὶ [[ἴσαν]] ἀνέρες ἡμέτερον δῶ Ὀδ. Α. 176· εὖτ’ ἂν ἴῃ Χαρίτων χορὸν ἱμερόεντα Σ. 194, Σοφ. Ο. Τ. 637. 2) [[μετὰ]] συστοίχου αἰτιατ., ὁδὸν ἰέναι Ὀδ. Κ. 103· μεταφ., ἄδικον ὁδὸν ἰέναι Θουκ. 3. 64. 3) [[διέρχομαι]], τὸ [[μέσον]] τοῦ οὐρανοῦ, ἐπὶ τοῦ ἡλίου, Ἡρόδ. 2. 25, πρβλ. 26· τὴν ὀρεινὴν Ξεν. Κύρ. 2. 4, 22· - τοῦτο παρ’ Ὁμ. ἐκφέρεται διὰ τῆς γενικῆς, ἰὼν πεδίοιο, πορευόμενος διὰ τῆς πεδιάδος (πρβλ. [[ἀτύζομαι]]) Ἰλ. Ε. 597· χροὸς εἴσατο, «διὰ τοῦ χρωτὸς διῆλθε» (Σχόλ.), Ν. 191. ΙΙΙ. μετ’ ἀπαρεμ. μέλλ., ἐεισάσθην... συλήσειν, ὥρμησαν... [[ὅπως]] συλήσωσιν, Ο. 544· οὕτω μετ’ ἀπαρεμ. ἀορ., [[ἀλλά]] τις εἴη εἰπεῖν Ἀτρεΐδῃ, [[ἀλλά]] τις πορεύοιτο, κτλ., Ὀδ. Ξ. 496. - Περὶ τοῦ Ὁμηρ. βῆ δ’ [[ἴμεν]], κτλ., ἴδε ἐν λ. βαίνω. 2) [[μετὰ]] μετοχ. μέλλ., Ἑλένην καλέουσ’ ἴε, ἐπορεύθη [[ὅπως]] καλέσῃ τὴν Ἑλένην, Ἰλ. Γ. 383, πρβλ. Ξ. 200, Ὀδ. Ο. 213· ἤϊα λέξων, ἔμελλον νὰ εἴπω, Ἡρόδ. 4. 82· ἴτω θύσων Πλάτ. Νόμ. 909D· ὡς τὸ Γαλλ. aller μετ’ ἀπαρεμφ. IV. [[ὡσαύτως]] ἐπὶ ἄλλων κινήσεων, πλὴν τῆς τοῦ βαδίζειν ἢ τρέχειν, [[οἷον]] πορεύεσθαι ἐπὶ [[νεώς]], ἐπὶ νηὸς ἰέναι, συχνὸν ἐν τῇ Ὀδ. ἐπὶ τῆς πτήσεως τῶν πτηνῶν, Ὀδ. Χ. 304· ἐπὶ μυιῶν, Ἰλ. Β. 87. 2) ἐπὶ τῆς κινήσεως πράγματός τινος, [[οἷον]] [[πέλεκυς]] [[εἶσι]] διὰ δουρός, ὁ [[πέλεκυς]] διέρχεται διὰ..., Ἰλ. Γ. 61· ἐπὶ νέφους, φαίνετ’ ἰὸν κατὰ πόντον Δ. 278· ἐπὶ τῶν ἀστέρων, οἷος δ’ ἀστὴρ [[εἶσι]] μετ’ ἀστράσι νυκτὸς ἀμολγῷ [[ἕσπερος]] Χ. 317· ἐπὶ τοῦ χρόνου, [[ἔτος]] [[εἶσι]], θὰ παρέλθῃ, Ὀδ. Β. 89, πρβλ. 106 κἑξ.· [[φάτις]] [[εἶσι]], [[φήμη]] διαδοθήσεται, Ψ. 362· [[χρόνος]]... ἰὼν [[πόρσω]] Πίνδ. Ο. 10 (11). 68· ἴτω κλαγγά, βοὰ Σοφ. Τρ. 208, Ἀριστοφ. Ὄρν. 857· ἡ μοῖρ’, ὅποιπερ, εἶσ’, ἴτω Σοφ. Ο. Τ. 1458, κτλ. V. μεταφορικαὶ χρήσεις, ἰέναι ἐς λόγους τινί, κοινολογεῖσθαί τινι, Θουκ. 3. 80, κτλ.· ἰέναι ἐς τοὺς πολέμους, ἐς τὴν ξυμμαχίαν ὁ αὐτ. 1. 78., 5. 30· ἰέναι ἐς χεῖρας, ἔρχεσθαι εἰς χεῖρας, συγκρούεσθαι, ὁ αὐτ. 2. 3, 81· ἰέναι ἐς τὰ παραγγελόμενα, ὑπακούειν εἰς τὰ κελευόμενα, ὁ αὐτ. 1. 121· ἰέναι διὰ δίκης πατρὶ Σοφ. Ἀντ. 742· ἰέναι διὰ μάχης, διὰ φιλίας, κτλ.· ἴδε διὰ Α. IV. VI. ἡ προστακτικὴ ἴθι ([[μετὰ]] τοῦ δὴ ἢ [[ἄνευ]] [[αὐτοῦ]]) κεῖται ὡς τὸ ἄγε, Λατ. age, ἐμπρὸς λοιπόν, τὸ πλεῖστον παρακολουθουμένη διὰ τοῦ β΄ ἑνικ. προστακτικῆς, ἴθι ἐξήγεο Ἡρόδ. 3. 72· ἴθ’ ἐγκόνει, ἴθ’ ἐκκάλυψον, Σοφ. Αἴ. 988, 1003· ἴθι πέραινε, ἴθι δὴ λέξον Ἀριστοφ. Βάτρ. 1170, Ξεν., κτλ.· πλῆρες, ἴθι καὶ πειρῶ, ὕπαγε καὶ δοκίμασον, Ἡρόδ. 8. 57. ― [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] α΄ πληθ., ἴθι οὖν ἐπισκεψώμεθα, Ξεν. Ἀπομν. 1. 6, 4, κτλ.· [[μετὰ]] β΄ δυϊκ., ἴθι νῦν παρίστασθον Ἀριστοφ. Βάτρ. 1378· ― οὕτω τὸ β΄ πληθ., ἴτε νεύσατε Σοφ. Ο. Κ. 248, πρβλ. Ο. Τ. 1413· ἴτε δὴ... ἀκούσωμεν Πλάτ. Νόμ. 797D. 2) ἴτω, «πάει καλά, ἂς γείνῃ ὅ,τι θέλῃ», Σοφ. Φ. 120, Εὐρ. Μηδ. 798. VII. παρὰ τραγικοῖς προστίθεται ἡ μετοχὴ τοῦ ῥήματος τούτου εἰς ἄλλα ῥήματα, φρονείτω μεῖζον ἢ κατ’ ἄνδρ’ ἰών. ἂς ὑπάγῃ νὰ φρονῇ..., Σοφ. Ἀντ. 768, πρβλ. Ο. Κ. 1393, Αἴ. 304.
}}
{{bailly
|btext=<i>inf. prés.</i> [[ἰέναι]] ; <i>impf.</i> [[ᾔειν]], <i>ion.</i> [[ἤϊα]], <i>att.</i> [[ᾖα]];<br /><i>le prés. ind.</i> [[εἶμι]] <i>a d’ord. dans Hom. la valeur d’un prés., mais en prose ion. et en att. il est presque touj. employé comme f. de</i> [[ἔρχομαι]] ; <i>dans les écrivains réc., Pausanias, Plutarque, <i>etc.</i>, on le retrouve avec la valeur d’un prés.</i><br /><b>I.</b> aller <i>en gén.</i><br /><b>1</b> aller vers <i>ou</i> dans : ἡμέτερον [[δῶ]] OD dans notre demeure ; χορὸν Χαρίτων OD entrer dans le chœur des Grâces ; ὁδὸν [[ἰέναι]] OD faire un trajet ; <i>sans</i> ὁδόν : [[ἰέναι]] τὴν ὀρεινήν XÉN aller par le chemin de la montagne ; <i>fig.</i> ἄδικον ὁδὸν [[ἰέναι]] THC prendre la voie de l’injustice;<br />-- <i>avec l’acc. ou le gén. du lieu par où l’on passe</i> : ἰὼν πεδίοιο IL allant à travers la plaine ; [[ἰέναι]] ἀγρούς OD aller à travers les champs;<br />-- <i>avec une prép.</i> : ἐπὶ νηὸς [[ἰέναι]] OD aller sur un navire, s’embarquer ; [[ἰέναι]] [[εἰς]] Ἀΐδαο ὑπὸ γαῖαν IL descendre sous la terre, dans la demeure d’Hadès, <i>càd</i> mourir ; <i>fig. en parl. de la marche du temps, de la destinée, des événements</i> [[τοῦτο]] μὲν [[ἴτω]] [[ὅπη]] [[τῷ]] θεῷ φίλον PLAT que cela aille comme il plaira à la divinité ; ἰόντα φόνον SOPH <i>litt.</i> le meurtre qui va venir, <i>càd</i> qui se prépare;<br /><b>2</b> <i>L’impér. (2ᵉ sg.</i> [[ἴθι]] <i>et 2ᵉ pl.</i> [[ἴτε]]) <i>s’emploie au sens d’une interj.</i> va ! allons ! ἴθ’ ἴθ’ [[ἱκοῦ]] ESCHL allons ! viens ; [[ἴθι]] ἐξήγεο HDT allons ! raconte (toi-même comment, <i>etc.</i>) ; -- <i>p. ext. avec une 1ᵉ <i>pers.</i> pl.</i> [[ἴθι]] [[οὖν]] ἐπισκεψώμεθα XÉN allons ! examinons ; [[ἴτε]] <i>avec une 2ᵉ <i>pers.</i> pl.</i> : ἴτ’ ἀξιώσατ’ ἀνδρὸς ἀθλίου [[θιγεῖν]] SOPH venez, daignez toucher un malheureux;<br /><b>II.</b> <i>abs.</i> s’en aller, partir;<br /><i><b>Moy.</b> épq. (f.</i> [[εἴσομαι]] ; <i>ao. 3ᵉ sg.</i> [[ἐείσατο]] <i>et</i> [[εἴσατο]], <i>3ᵉ duel</i> [[ἐεισάσθην]]);<br /><b>1</b> venir : οὔ πη χροὸς [[εἴσατο]] IL (la javeline) n’arriva pas jusqu’à sa peau ; [[ἐεισάσθην]] συλήσειν IL tous deux allèrent pour dépouiller (le mort);<br /><b>2</b> s’élancer, se précipiter, se hâter.<br />'''Étymologie:''' R. I, aller ; cf. <i>lat.</i> iter, etc.
}}
}}