ἑκτέος: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_4)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑκτέος''': -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἔχω, ὃν πρέπει νὰ ἔχῃ τις, Ἀριστοφ. Ἀχ. 259. ΙΙ. ἑκτέον, δεῖ ἔχειν, [[χάριν]] τινὶ Πλάτ. Γοργ. 490C, Ξεν. Ἀπομν. 3. 11, 2. Καθ’ Ἡσύχ. «ἑκτέον· ληπτέον».
|lstext='''ἑκτέος''': -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἔχω, ὃν πρέπει νὰ ἔχῃ τις, Ἀριστοφ. Ἀχ. 259. ΙΙ. ἑκτέον, δεῖ ἔχειν, [[χάριν]] τινὶ Πλάτ. Γοργ. 490C, Ξεν. Ἀπομν. 3. 11, 2. Καθ’ Ἡσύχ. «ἑκτέον· ληπτέον».
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br /><i>adj. verb. de</i> [[ἔχω]].
}}
}}