3,274,916
edits
(6_12) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἱερός''': ἴδε ἐν τέλ., ά, όν, καὶ ός, όν, ἐν τῇ φράσει, ἱερὸς ἀκτή, ὁ [[σῖτος]], ἢ καθ’ Ἡσύχ. «ἄλφιτα», Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 595, 805, Χρησμ. παρ’ Ἡροδ. 8. 77· Ἰων. καὶ ποιητ. [[ἱρός]], ή, όν, (ἵδε ἐν τέλει)· Δωρ. ἱᾰρὸς Ἐπιγραφ. Δελφ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 1688. 20, κτλ.: (πρβλ. [[ἱέρεια]], [[ἱέραξ]])· ― Ὑπερθ. ἱερώτατος, Ἀριστοφ. Ἱππ. 582, Πλάτ. (Ὁ Κούρτ. παραβάλλων τὴν λέξιν πρὸς τὸ Σανσκρ. ishiras (ἀκμάζων, σφριγῶν, [[ζωηρός]]), νομίζει ὅτι ἡ πρώτη [[σημασία]] [[εἶναι]] ἡ τοῦ [[ἀκμαῖος]], [[ἰσχυρός]], καὶ ἐκ τῆς ὑλικῆς ταύτης σημασίας προέκυψεν ἡ παρ’ Ὁμήρῳ [[σημασία]] τοῦ [[θαυμάσιος]], ὑπερφυσικός, [[θεῖος]]· ἱερὸν γὰρ τὸ μέγα Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 4). Ι. [[ἀκμαῖος]], [[ἰσχυρός]], [[θεῖος]], [[ἱερός]], ἱερὴ ἲς Τηλεμάχοιο Ὀδ. Β. 409, κ. ἀλλ.· ἱερὸν [[μένος]] Ἀλκινόοιο Θ. 419, κτλ.· ἱερὸς [[ἰχθὺς]] (ἴδε κατωτέρω IV. 2) Ἰλ. ΙΙ. 407· ἱερὴ ἐλαίη Ὀδ. Ν. 372· [[ἄλφιτον]] Ἰλ. Ν. 631, πρβλ. Ε. 499· οὕτω, Δημήτερος ἱερὸς ἀκτή (ἴδε ἐν ἀρχῇ)· ― [[ὡσαύτως]], ἐπὶ παντὸς φυσικοῦ πράγματος, ἱερῶν ποταμῶν Ὀδ. Κ. 351, Ἰλ. Λ. 726, Σοφ. Φ. 1215, Εὐρ. Μήδ. 410· ἱεραὶ βῆσσαι Ὀδ. Κ. 275· ἱερὸν [[κνέφας]] Ἰλ. Ρ. 455, Λ. 194· [[φάος]] Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 337· ἀκολούθως, ὡς τὸ [[θέσκελος]], [[θεσπέσιος]], πρὸς ἔκφρασιν ἐκπλήξεως ἢ θαυμασμοῦ, ἱερὸν [[τέλος]], ἱερὸς [[στρατός]], λαμπρὸς στρ., Ἰλ. Κ. 56, Ὀδ. Ω. 81· ἱερὸς [[δίφρος]], λαμπρὸς δίφρ., Ἰλ. Ρ. 464: ― μεθ’ Ὅμ., ἐπὶ τῆς θαλάσσης, ἱερὸν [[χεῦμα]] θαλάσσης Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 178· ἱρὸν [[κῦμα]] Εὐρ. Ἱππ. 1206· κύματα ὁ αὐτ. ἐν Κύκλ. 265· ἐπὶ τῆς βροχῆς, [[ὄμβρος]] Σοφ. Ο. Τ. 1428· δρόσοι Εὐρ. Ἴων 117: ― ἐν Θεοκρ. 5. 22, οὐδὲν [[ἱερόν]], «οὐδενὸς ἄξιον» (Σχόλ.), ἀνάξιον λόγου, «δὲν [[εἶναι]] [[μεγάλη]] δουλειά»· ἱερὸς [[ὕπνος]] Καλλ. Ἐπιγράμμ. 10· ― Ὑπερθ., [[χωρίον]] ἱερώτατον Πλάτ. Νόμ. 755Ε, πρβλ. Τίμ. 45Α. ΙΙ. ἐπὶ θείων πραγμάτων, [[ἱερός]], ὡς καὶ νῦν, Λατ. sacer, Ὅμ., κλ.· ἱεροῖς ἐν δώμασι Κίρκης Ὀδ. Κ. 426· ἱερὸν γένος ἀθανάτων Ἡσ. Θ. 21· ἱερὸν [[λέχος]], τὸ τοῦ [[Διός]], 57· ἱερὴ [[δόσις]], [[δῶρον]] θεοῦ, 93· ἱερὸς [[πόλεμος]], [[πόλεμος]] [[ἐναντίον]] ἱεροσύλων, Ἀριστοφ. Ὄρν. 556, κτλ. 2) ἐπὶ γηΐνων πραγμάτων, καθιερωμένος εἰς θεὸν ἢ εἰς τὴν ὑπηρεσίαν θεοῦ τινος, [[ἅγιος]], ἡγιασμένος, βωμὸς Ἰλ. Β. 305· ἱ. [[δόμος]], ἐπὶ τοῦ ναοῦ τῆς Ἀθηνᾶς, Ζ. 89· καὶ [[συχν]]., ἱερὴ [[ἑκατόμβη]] Α. 99, 431, κτλ.· [[χόες]] Σοφ. Ο.Κ. 469, κτλ.· ― ἱρὰ γράμματα, = ἱερογλυφικά (ὃ ἴδε), Ἡρόδ. 2. 36· ἱρὸς [[λόχος]] ὁ αὐτ. 2. 81, κτλ.· ― συχνὸν παρ’ Ἀττ., ι. [[ἄγαλμα]], [[τρίπους]], [[θᾶκος]], Σοφ. Ο.Τ. 1379, Εὐρ. Ἴων 512, κτλ.· χρήματα, ποιήματα, Πλάτ. Πολ. 568D, κτλ.: ἱερὸν τὸ [[σῶμα]] τῷ θεῷ διδόναι, ἐπί τινος ἀφιεροῦντος ἑαυτὸν εἰς θεόν τινα, Εὐρ. Ἴων 1284· ι. σώματα, περὶ ἱεροδούλων, Στράβ. 272· ― ἐπὶ τῶν Ρωμαίων δημάρχων= sacrosanctus, ἀπαραβίαστος, ἱερὸς καὶ ἄσυλος Πλουτ. Τ. Γράκχ. 14, 15, κτλ.· ― ἱερὸς [[νόμος]], ὁ περὶ θυσιῶν [[νόμος]], κτλ., Δημ. 525. 18· ― [[ἐνίοτε]] ἀντιτίθεται τῷ [[βέβηλος]], ἀλλὰ τοῦτο παρ’ Ἀττ. συνηθέστερον ἐκφέρεται διὰ τοῦ ἱερὸς καὶ [[ὅσιος]] (ἴδε ἐν. λ. [[ὅσιος]] Ι. 2), ἢ τοῦ ἱερὸς καὶ [[ἴδιος]] (ἴδε [[ἴδιος]] Ι. 2). 3) ἐπὶ παντὸς τόπου διατελοῦντος ὑπὸ τὴν προστασίαν θεοῦ τινος, [[Ἴλιος]], Πύλος, [[Θήβη]] Ὅμ.· Τροίης ἱερὸν [[πτολίεθρον]], Τροίης ἱερὰ κρήδεμνα Ὀδ. Α. 2, Ἰλ. Π. 100· περὶ τῶν Ἀθηνῶν, [[ἅπαξ]] παρ’ Ὁμ., Ὀδ. Λ. 323· ἀλλὰ [[συχνάκις]] παρὰ τοῖς μεθ’ Ὅμηρον, ὡς ἐν Πινδ. Ἀποσπ. 45, ἐν Σοφ. Αἴ. 1221, ἐν Ἀριστοφ. Ἱππ. 1037· [[ὡσαύτως]], [[Σούνιον]] [[ἱρόν]], πιθαν. ἐκ τῆς [[ἐκεῖ]] λατρείας τῆς Ἀθηνᾶς (ἴδε κατωτ. IV. 8), Ὀδ. Γ. 278: ― [[οὕτως]], ἱερὸς [[κύκλος]], κυκλικὸς [[τόπος]] ὑπὸ τὴν προστασίαν τοῦ [[Διός]], οἱ δὲ γέροντες εἵατ’ ἐπὶ ξεστοῖσι λίθοις ἱερῷ ἐνὶ κύκλῳ Ἰλ. Σ. 504· ― ὁ Ὅμ. συνάπτει τὸ ἱερὸς [[μετὰ]] γεν. τῆς θεότητος, [[ἄλσος]] ἱερὸν Ἀθηναίης, [[ἄντρον]] ἱερὸν Νυμφάων Ὀδ. Ζ. 322. Ν. 104, 348· καὶ αὕτη [[εἶναι]] [[μετὰ]] [[ταῦτα]] [[συνήθης]] [[σύνταξις]], Ἡρόδ. 1. 80., 2. 41, Εὐρ. Ἄλκ. 75, Ἀριστοφ. Πλ. 937, Πλάτ. Φαίδ. 85Β, Ξεν. Ἀν. 5. 3.13, κτλ.· σπανιώτερον [[μετὰ]] δοτ., κριοὶ [[εἰσί]] σφι ἱροὶ Ἡρόδ. 2. 42, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 955Ε. 4) ἐπὶ βασιλέων, ἡρώων, κλ., ἐκ τῆς ἰδέας ὅτι [[θεότης]] προστατεύει αὐτούς, ἱεροὶ βασιλεῖς Πινδ. Π. 5 131· ἱ καὶ [[εὐσεβής]], ἐπὶ τοῦ Οἰδίποδος, Σοφ. Ο. Κ. 287· ἀλλ’ [[ἄνθρωπος]] ἱερὸς ἐν Ἀριστοφ. Βατρ. 652 [[εἶναι]] ὁ μεμυημένος τὰ μυστήρια. ΙΙΙ. ὡς οὐσιαστ. 1) ἱερὰ, Ἰων. ἱρά, τά, προσφοραί, θυσίαι, θύματα, [[συχν]]. παρ’ Ὁμήρ.· ἱερὰ ῥέζειν, Λατ. sacra facere, operari, Ἰλ. Α. 147, κτλ.· ἔρδειν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 334· διδόναι Ὀδ. Π. 184· ἀλλ’ ὅ γε [[δέκτο]] μὲν ἱρὰ Ἰλ. Β. 420, πρβλ. Ψ. 207· σπάνιον ἐν τῷ ἐνικῷ, ὄφρ’ ἱρὸν ἑτοιμασσαίατ’ Ἀθήνῃ Κ. 571: ― οὕτω καὶ μεθ’ Ὅμ., [[θῦσαι]] ἱρὰ Ἡρόδ. 1. 59., 8. 54, κτλ.· ποιεῖν 2. 63· αἴθειν Σοφ. Φιλ. 1033· ἱ. πατρῷα Αἰσχύλ. Θήβ. 1010· πρβλ. ἄπυρος· τὰ [[διαβατήρια]] ἱ. Θουκ. 5. 116. β) μεθ’ Ὅμ., τὰ [[ἐντόσθια]] τοῦ θύματος ἃ ἐξετάζοντες ἐμαντεύοντο, τὰ ἱρὰ οὐ προεχώρεε χρηστὰ Ἡρόδ. 5. 44· τὰ ἱερὰ καλὰ ἦν Ξεν. Ἀν. 1. 8, 15· ἢ [[ἁπλῶς]], τὰ ἱερὰ γίγνεται [[αὐτόθι]] 2. 2, 3· πρβλ. [[ἄλοβος]], [[καλλιερέω]]. γ) [[καθόλου]], ἱερὰ πράγματα, ἱεραὶ τελεταί, Λατ. sacra, Ἡρόδ. 1. 172., 4. 33· τῶν ἱερῶν καὶ κοινῶν μετέχειν Δημ. 1300. 6. 2) μεθ’ Ὅμ., [[ἱερόν]], Ἰων. [[ἱρόν]], τό, [[ναός]], ἱερὸς [[τόπος]], Ἡρόδ. καὶ Ἀττ.· [[ἐνίοτε]] ἐπὶ τοῦ οἰκοδομήματος τοῦ ναοῦ κατ’ ἀντιδιαστολὴν πρὸς τὸ [[τέμενος]], ἔστι δὲ ἐν τῷ τεμένει… ἱρὸν κτλ. Ἡρόδ. 2. 112, πρβλ. 9. 65· ἀλλ’ [[ἐνίοτε]] [[ἄνευ]] ἀντιδιαστολῆς τινος πρὸς τὸ [[ἄλσος]] καὶ [[τέμενος]], ἐς Διὸς στρατίου [[ἱρόν]], μέγα τε καὶ ἅγιον [[ἄλσος]] πλατανίστων Ἡρόδ. 5. 119., 7. 197· [[ἐνίοτε]] τίθεται ἐπὶ τοῦ συνόλου τῶν ἱερῶν οἰκοδομῶν κατ’ ἀντιδιαστολὴν πρὸς τὸ ναὸς ἢ [[νεώς]], ὁ αὐτ. 2. 170, Θουκ. 4. 90., 5. 18: πρβλ. [[σηκός]], [[χρηστήριον]]. 3) ἱρὸν τῆς δίκης, ἡ ἱερὰ ἀρχὴ τοῦ δικαίου, Εὐρ. Ἑλ. 1002. IV. ἰδιαίτεραι φράσεις μεθ’ Ὅμ., 1) παροιμ., ἱερὰ ἄγκυρα, δηλ. ἡ ἐσχάτη [[ἐλπίς]] τινος, Λουκ. ἐν Διῒ Τραγ. 51, ἐν Δραπέτ. 13, [[Πολυδ]]. Α΄, 93, Παροιμιογρ. σ. 60, κτλ.: ― λέγεται συμβουλὴ ἱερὸν [[χρῆμα]] [[εἶναι]], ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ καθήκοντος τῶν συμβούλων, Πλάτ. Θεάγ. 122, Α, πρβλ. Πλάτ. Ἐπιστ. 321C, Ξεν. 5. 6, 4, Λουκ. Ρητόρ. Διδασκ. 1, Παροιμιογρ. σ. 318· ― τὸν ἀφ’ ἱερᾶς κινεῖν, ἴδε γραμμὴ ΙΙΙ. 2) ἱερὸς ἰχθύς, ὁ [[αὐλωπίας]] ὃν καλοῦσι καὶ ἀνθίαν, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 37, 6, πρβλ. Ἀθήν. 282Ε, Πλούτ. 2. 981D. 3) ἱ. [[λόχος]], ἴδε ἐν λ. [[λόχος]]. 4) ἱερὰ [[νόσος]], ἡ [[ἐπιληψία]], Ἡρόδ. 3. 33, Ἱππ. π. Ἀέρ. 291, ἴδε ἐν λέξ. [[δαιμονίζομαι]]· [[ὡσαύτως]] καλουμένη [[μεγάλη]], Ἡρακλεία, Foës Οἰκ. Ἱππ. ἐν λέξ. [[ἱερή]]· ― ἱ. [[νόσος]] ἦτο [[ὡσαύτως]] ἡ [[λέπρα]], Vales. Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 4. 19. 5) ἡ ἱ. ὁδός, ἡ εἰς Δελφοὺς ἄγουσα, Ἡρόδ. 6. 54, [[ἔνθα]] ἴδε Wess.· [[ὡσαύτως]] ἡ ἀπ’ Ἀθηνῶν εἰς Ἐλευσῖνα, ἣν ἐπορεύοντο οἱ μύσται, Κρατῖνος ἐν «Δραπέτισιν» 15, ἴδε Παυσ. 1. 36, 3, Ἁρποκρ. ἐν λέξ.· καὶ ἡ ἑξ Ἤλιδος εἰς Ὀλυμπίαν, Παυσ. 5. 25, 7. 6) ἱ. [[ὀστέον]], os sacrum, τὸ ἔσχατον τῆς σπονδυλικῆς στήλης [[ὀστοῦν]], τὸ ἱερὸν [[ὀστοῦν]], Πλούτ. 2. 981D, Γαλην., κτλ. 7) ἡ ἱερὰ (δηλ. [[τριήρης]]), ἣν οἱ Ἀθηναῖοι ἔπεμπον εἰς Δῆλον, ἢ ἡ Σαλαμινία ἢ ἡ Πάραλος, Δημ. 50. 1. 8) [[συχνάκις]] ἐν τῇ γεωγραφίᾳ, ἱερὰ [[ἄκρα]], ἐν τῇ Λυκίᾳ, Στράβ. 666· ἱ. [[ἀκρωτήριον]], ἐν τῇ Ἱσπανίᾳ, τὸ τοῦ ἁγίου Βικεντίου, [[αὐτόθι]] 106· Ἱερὰ [[νῆσος]], μία τῶν Λιπαραίων νήσων, Θουκ. 3. 88, κτλ.· ἱ. [[ὄρος]], ἐν τῇ Θρακικῇ Χερσονήσῳ, κτλ. V. Ἐπίρρ. [[ἱερῶς]], [[ἁγίως]], Πλουτ. Λυκοῦργ. 27. Τὸ ι φύσει βραχὺ καὶ ἀείποτε οὕτω παρ’ Ἀττ. πλὴν τοῦ καθῑερωμένος, Αἰσχύλ. Εὐμ. 304· ― ἀλλ’ ὁ Ὅμ. καὶ ὁ Ἡσ. μηκύνουσιν αὐτὸ ἐν ἄρσει [[χάριν]] τοῦ μέτρου, ὡς ἐν τῷ τέλει τῶν ἑξαμέτρων, ἱερὸν [[ἦμαρ]], ἱερὰ ῥέζειν, ἀλφίτου ἱεροῦ ἀκτή· οὕτω καὶ ἔν τινι λυρικῷ χωρίῳ, Εὐρ. Βάκχ. 160, καὶ ἐν τοῖς συνθέτοις, [[ἱεραγωγός]], [[ἱεροθαλλής]], [[ἱερόφωνος]]. Ἀείποτε ῑ ἐν τῷ συνῃρ. τύπῳ [[ἱρός]]: ὁ [[τύπος]] [[οὗτος]] καλούμενος [[καθόλου]] Ἰων., [[εἶναι]] ἐν χρήσει παρ’ Ἐπικ. [[χάριν]] τοῦ μέτρου: εὕρηται ἐν τοῖς ἀρίστοις Ἀντιγράφοις τῶν Ἀττ. ποιητῶν καὶ καθ’ ἃ φρονεῖ ὁ Δινδ. ἦν ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Τραγ. (πλὴν τοῦ πρώτου ποδὸς τοῦ τριμέτρου), πρὸς ἀποφυγὴν ἀναλελυμένων ποδῶν, ἴδε εἰς Αἰσχύλ. Θήβ. 268, Λεξικ. Αἰσχύλ. ἐν λ.· [[ὡσαύτως]] ἐν λυρικοῖς χωρίοις τῆς κωμῳδ., ἴδε εἰς Ἀριστοφ. Ἱππ. 301, [[ἔνθα]] τό: τῶν θεῶν ἱερὰς ἔχοντα… [[δάκτυλος]] ἀντὶ τροχαίου, [[εἶναι]] ἀπαράδεκτον, Σφ. 308. | |lstext='''ἱερός''': ἴδε ἐν τέλ., ά, όν, καὶ ός, όν, ἐν τῇ φράσει, ἱερὸς ἀκτή, ὁ [[σῖτος]], ἢ καθ’ Ἡσύχ. «ἄλφιτα», Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 595, 805, Χρησμ. παρ’ Ἡροδ. 8. 77· Ἰων. καὶ ποιητ. [[ἱρός]], ή, όν, (ἵδε ἐν τέλει)· Δωρ. ἱᾰρὸς Ἐπιγραφ. Δελφ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 1688. 20, κτλ.: (πρβλ. [[ἱέρεια]], [[ἱέραξ]])· ― Ὑπερθ. ἱερώτατος, Ἀριστοφ. Ἱππ. 582, Πλάτ. (Ὁ Κούρτ. παραβάλλων τὴν λέξιν πρὸς τὸ Σανσκρ. ishiras (ἀκμάζων, σφριγῶν, [[ζωηρός]]), νομίζει ὅτι ἡ πρώτη [[σημασία]] [[εἶναι]] ἡ τοῦ [[ἀκμαῖος]], [[ἰσχυρός]], καὶ ἐκ τῆς ὑλικῆς ταύτης σημασίας προέκυψεν ἡ παρ’ Ὁμήρῳ [[σημασία]] τοῦ [[θαυμάσιος]], ὑπερφυσικός, [[θεῖος]]· ἱερὸν γὰρ τὸ μέγα Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 4). Ι. [[ἀκμαῖος]], [[ἰσχυρός]], [[θεῖος]], [[ἱερός]], ἱερὴ ἲς Τηλεμάχοιο Ὀδ. Β. 409, κ. ἀλλ.· ἱερὸν [[μένος]] Ἀλκινόοιο Θ. 419, κτλ.· ἱερὸς [[ἰχθὺς]] (ἴδε κατωτέρω IV. 2) Ἰλ. ΙΙ. 407· ἱερὴ ἐλαίη Ὀδ. Ν. 372· [[ἄλφιτον]] Ἰλ. Ν. 631, πρβλ. Ε. 499· οὕτω, Δημήτερος ἱερὸς ἀκτή (ἴδε ἐν ἀρχῇ)· ― [[ὡσαύτως]], ἐπὶ παντὸς φυσικοῦ πράγματος, ἱερῶν ποταμῶν Ὀδ. Κ. 351, Ἰλ. Λ. 726, Σοφ. Φ. 1215, Εὐρ. Μήδ. 410· ἱεραὶ βῆσσαι Ὀδ. Κ. 275· ἱερὸν [[κνέφας]] Ἰλ. Ρ. 455, Λ. 194· [[φάος]] Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 337· ἀκολούθως, ὡς τὸ [[θέσκελος]], [[θεσπέσιος]], πρὸς ἔκφρασιν ἐκπλήξεως ἢ θαυμασμοῦ, ἱερὸν [[τέλος]], ἱερὸς [[στρατός]], λαμπρὸς στρ., Ἰλ. Κ. 56, Ὀδ. Ω. 81· ἱερὸς [[δίφρος]], λαμπρὸς δίφρ., Ἰλ. Ρ. 464: ― μεθ’ Ὅμ., ἐπὶ τῆς θαλάσσης, ἱερὸν [[χεῦμα]] θαλάσσης Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 178· ἱρὸν [[κῦμα]] Εὐρ. Ἱππ. 1206· κύματα ὁ αὐτ. ἐν Κύκλ. 265· ἐπὶ τῆς βροχῆς, [[ὄμβρος]] Σοφ. Ο. Τ. 1428· δρόσοι Εὐρ. Ἴων 117: ― ἐν Θεοκρ. 5. 22, οὐδὲν [[ἱερόν]], «οὐδενὸς ἄξιον» (Σχόλ.), ἀνάξιον λόγου, «δὲν [[εἶναι]] [[μεγάλη]] δουλειά»· ἱερὸς [[ὕπνος]] Καλλ. Ἐπιγράμμ. 10· ― Ὑπερθ., [[χωρίον]] ἱερώτατον Πλάτ. Νόμ. 755Ε, πρβλ. Τίμ. 45Α. ΙΙ. ἐπὶ θείων πραγμάτων, [[ἱερός]], ὡς καὶ νῦν, Λατ. sacer, Ὅμ., κλ.· ἱεροῖς ἐν δώμασι Κίρκης Ὀδ. Κ. 426· ἱερὸν γένος ἀθανάτων Ἡσ. Θ. 21· ἱερὸν [[λέχος]], τὸ τοῦ [[Διός]], 57· ἱερὴ [[δόσις]], [[δῶρον]] θεοῦ, 93· ἱερὸς [[πόλεμος]], [[πόλεμος]] [[ἐναντίον]] ἱεροσύλων, Ἀριστοφ. Ὄρν. 556, κτλ. 2) ἐπὶ γηΐνων πραγμάτων, καθιερωμένος εἰς θεὸν ἢ εἰς τὴν ὑπηρεσίαν θεοῦ τινος, [[ἅγιος]], ἡγιασμένος, βωμὸς Ἰλ. Β. 305· ἱ. [[δόμος]], ἐπὶ τοῦ ναοῦ τῆς Ἀθηνᾶς, Ζ. 89· καὶ [[συχν]]., ἱερὴ [[ἑκατόμβη]] Α. 99, 431, κτλ.· [[χόες]] Σοφ. Ο.Κ. 469, κτλ.· ― ἱρὰ γράμματα, = ἱερογλυφικά (ὃ ἴδε), Ἡρόδ. 2. 36· ἱρὸς [[λόχος]] ὁ αὐτ. 2. 81, κτλ.· ― συχνὸν παρ’ Ἀττ., ι. [[ἄγαλμα]], [[τρίπους]], [[θᾶκος]], Σοφ. Ο.Τ. 1379, Εὐρ. Ἴων 512, κτλ.· χρήματα, ποιήματα, Πλάτ. Πολ. 568D, κτλ.: ἱερὸν τὸ [[σῶμα]] τῷ θεῷ διδόναι, ἐπί τινος ἀφιεροῦντος ἑαυτὸν εἰς θεόν τινα, Εὐρ. Ἴων 1284· ι. σώματα, περὶ ἱεροδούλων, Στράβ. 272· ― ἐπὶ τῶν Ρωμαίων δημάρχων= sacrosanctus, ἀπαραβίαστος, ἱερὸς καὶ ἄσυλος Πλουτ. Τ. Γράκχ. 14, 15, κτλ.· ― ἱερὸς [[νόμος]], ὁ περὶ θυσιῶν [[νόμος]], κτλ., Δημ. 525. 18· ― [[ἐνίοτε]] ἀντιτίθεται τῷ [[βέβηλος]], ἀλλὰ τοῦτο παρ’ Ἀττ. συνηθέστερον ἐκφέρεται διὰ τοῦ ἱερὸς καὶ [[ὅσιος]] (ἴδε ἐν. λ. [[ὅσιος]] Ι. 2), ἢ τοῦ ἱερὸς καὶ [[ἴδιος]] (ἴδε [[ἴδιος]] Ι. 2). 3) ἐπὶ παντὸς τόπου διατελοῦντος ὑπὸ τὴν προστασίαν θεοῦ τινος, [[Ἴλιος]], Πύλος, [[Θήβη]] Ὅμ.· Τροίης ἱερὸν [[πτολίεθρον]], Τροίης ἱερὰ κρήδεμνα Ὀδ. Α. 2, Ἰλ. Π. 100· περὶ τῶν Ἀθηνῶν, [[ἅπαξ]] παρ’ Ὁμ., Ὀδ. Λ. 323· ἀλλὰ [[συχνάκις]] παρὰ τοῖς μεθ’ Ὅμηρον, ὡς ἐν Πινδ. Ἀποσπ. 45, ἐν Σοφ. Αἴ. 1221, ἐν Ἀριστοφ. Ἱππ. 1037· [[ὡσαύτως]], [[Σούνιον]] [[ἱρόν]], πιθαν. ἐκ τῆς [[ἐκεῖ]] λατρείας τῆς Ἀθηνᾶς (ἴδε κατωτ. IV. 8), Ὀδ. Γ. 278: ― [[οὕτως]], ἱερὸς [[κύκλος]], κυκλικὸς [[τόπος]] ὑπὸ τὴν προστασίαν τοῦ [[Διός]], οἱ δὲ γέροντες εἵατ’ ἐπὶ ξεστοῖσι λίθοις ἱερῷ ἐνὶ κύκλῳ Ἰλ. Σ. 504· ― ὁ Ὅμ. συνάπτει τὸ ἱερὸς [[μετὰ]] γεν. τῆς θεότητος, [[ἄλσος]] ἱερὸν Ἀθηναίης, [[ἄντρον]] ἱερὸν Νυμφάων Ὀδ. Ζ. 322. Ν. 104, 348· καὶ αὕτη [[εἶναι]] [[μετὰ]] [[ταῦτα]] [[συνήθης]] [[σύνταξις]], Ἡρόδ. 1. 80., 2. 41, Εὐρ. Ἄλκ. 75, Ἀριστοφ. Πλ. 937, Πλάτ. Φαίδ. 85Β, Ξεν. Ἀν. 5. 3.13, κτλ.· σπανιώτερον [[μετὰ]] δοτ., κριοὶ [[εἰσί]] σφι ἱροὶ Ἡρόδ. 2. 42, πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 955Ε. 4) ἐπὶ βασιλέων, ἡρώων, κλ., ἐκ τῆς ἰδέας ὅτι [[θεότης]] προστατεύει αὐτούς, ἱεροὶ βασιλεῖς Πινδ. Π. 5 131· ἱ καὶ [[εὐσεβής]], ἐπὶ τοῦ Οἰδίποδος, Σοφ. Ο. Κ. 287· ἀλλ’ [[ἄνθρωπος]] ἱερὸς ἐν Ἀριστοφ. Βατρ. 652 [[εἶναι]] ὁ μεμυημένος τὰ μυστήρια. ΙΙΙ. ὡς οὐσιαστ. 1) ἱερὰ, Ἰων. ἱρά, τά, προσφοραί, θυσίαι, θύματα, [[συχν]]. παρ’ Ὁμήρ.· ἱερὰ ῥέζειν, Λατ. sacra facere, operari, Ἰλ. Α. 147, κτλ.· ἔρδειν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 334· διδόναι Ὀδ. Π. 184· ἀλλ’ ὅ γε [[δέκτο]] μὲν ἱρὰ Ἰλ. Β. 420, πρβλ. Ψ. 207· σπάνιον ἐν τῷ ἐνικῷ, ὄφρ’ ἱρὸν ἑτοιμασσαίατ’ Ἀθήνῃ Κ. 571: ― οὕτω καὶ μεθ’ Ὅμ., [[θῦσαι]] ἱρὰ Ἡρόδ. 1. 59., 8. 54, κτλ.· ποιεῖν 2. 63· αἴθειν Σοφ. Φιλ. 1033· ἱ. πατρῷα Αἰσχύλ. Θήβ. 1010· πρβλ. ἄπυρος· τὰ [[διαβατήρια]] ἱ. Θουκ. 5. 116. β) μεθ’ Ὅμ., τὰ [[ἐντόσθια]] τοῦ θύματος ἃ ἐξετάζοντες ἐμαντεύοντο, τὰ ἱρὰ οὐ προεχώρεε χρηστὰ Ἡρόδ. 5. 44· τὰ ἱερὰ καλὰ ἦν Ξεν. Ἀν. 1. 8, 15· ἢ [[ἁπλῶς]], τὰ ἱερὰ γίγνεται [[αὐτόθι]] 2. 2, 3· πρβλ. [[ἄλοβος]], [[καλλιερέω]]. γ) [[καθόλου]], ἱερὰ πράγματα, ἱεραὶ τελεταί, Λατ. sacra, Ἡρόδ. 1. 172., 4. 33· τῶν ἱερῶν καὶ κοινῶν μετέχειν Δημ. 1300. 6. 2) μεθ’ Ὅμ., [[ἱερόν]], Ἰων. [[ἱρόν]], τό, [[ναός]], ἱερὸς [[τόπος]], Ἡρόδ. καὶ Ἀττ.· [[ἐνίοτε]] ἐπὶ τοῦ οἰκοδομήματος τοῦ ναοῦ κατ’ ἀντιδιαστολὴν πρὸς τὸ [[τέμενος]], ἔστι δὲ ἐν τῷ τεμένει… ἱρὸν κτλ. Ἡρόδ. 2. 112, πρβλ. 9. 65· ἀλλ’ [[ἐνίοτε]] [[ἄνευ]] ἀντιδιαστολῆς τινος πρὸς τὸ [[ἄλσος]] καὶ [[τέμενος]], ἐς Διὸς στρατίου [[ἱρόν]], μέγα τε καὶ ἅγιον [[ἄλσος]] πλατανίστων Ἡρόδ. 5. 119., 7. 197· [[ἐνίοτε]] τίθεται ἐπὶ τοῦ συνόλου τῶν ἱερῶν οἰκοδομῶν κατ’ ἀντιδιαστολὴν πρὸς τὸ ναὸς ἢ [[νεώς]], ὁ αὐτ. 2. 170, Θουκ. 4. 90., 5. 18: πρβλ. [[σηκός]], [[χρηστήριον]]. 3) ἱρὸν τῆς δίκης, ἡ ἱερὰ ἀρχὴ τοῦ δικαίου, Εὐρ. Ἑλ. 1002. IV. ἰδιαίτεραι φράσεις μεθ’ Ὅμ., 1) παροιμ., ἱερὰ ἄγκυρα, δηλ. ἡ ἐσχάτη [[ἐλπίς]] τινος, Λουκ. ἐν Διῒ Τραγ. 51, ἐν Δραπέτ. 13, [[Πολυδ]]. Α΄, 93, Παροιμιογρ. σ. 60, κτλ.: ― λέγεται συμβουλὴ ἱερὸν [[χρῆμα]] [[εἶναι]], ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ καθήκοντος τῶν συμβούλων, Πλάτ. Θεάγ. 122, Α, πρβλ. Πλάτ. Ἐπιστ. 321C, Ξεν. 5. 6, 4, Λουκ. Ρητόρ. Διδασκ. 1, Παροιμιογρ. σ. 318· ― τὸν ἀφ’ ἱερᾶς κινεῖν, ἴδε γραμμὴ ΙΙΙ. 2) ἱερὸς ἰχθύς, ὁ [[αὐλωπίας]] ὃν καλοῦσι καὶ ἀνθίαν, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 37, 6, πρβλ. Ἀθήν. 282Ε, Πλούτ. 2. 981D. 3) ἱ. [[λόχος]], ἴδε ἐν λ. [[λόχος]]. 4) ἱερὰ [[νόσος]], ἡ [[ἐπιληψία]], Ἡρόδ. 3. 33, Ἱππ. π. Ἀέρ. 291, ἴδε ἐν λέξ. [[δαιμονίζομαι]]· [[ὡσαύτως]] καλουμένη [[μεγάλη]], Ἡρακλεία, Foës Οἰκ. Ἱππ. ἐν λέξ. [[ἱερή]]· ― ἱ. [[νόσος]] ἦτο [[ὡσαύτως]] ἡ [[λέπρα]], Vales. Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 4. 19. 5) ἡ ἱ. ὁδός, ἡ εἰς Δελφοὺς ἄγουσα, Ἡρόδ. 6. 54, [[ἔνθα]] ἴδε Wess.· [[ὡσαύτως]] ἡ ἀπ’ Ἀθηνῶν εἰς Ἐλευσῖνα, ἣν ἐπορεύοντο οἱ μύσται, Κρατῖνος ἐν «Δραπέτισιν» 15, ἴδε Παυσ. 1. 36, 3, Ἁρποκρ. ἐν λέξ.· καὶ ἡ ἑξ Ἤλιδος εἰς Ὀλυμπίαν, Παυσ. 5. 25, 7. 6) ἱ. [[ὀστέον]], os sacrum, τὸ ἔσχατον τῆς σπονδυλικῆς στήλης [[ὀστοῦν]], τὸ ἱερὸν [[ὀστοῦν]], Πλούτ. 2. 981D, Γαλην., κτλ. 7) ἡ ἱερὰ (δηλ. [[τριήρης]]), ἣν οἱ Ἀθηναῖοι ἔπεμπον εἰς Δῆλον, ἢ ἡ Σαλαμινία ἢ ἡ Πάραλος, Δημ. 50. 1. 8) [[συχνάκις]] ἐν τῇ γεωγραφίᾳ, ἱερὰ [[ἄκρα]], ἐν τῇ Λυκίᾳ, Στράβ. 666· ἱ. [[ἀκρωτήριον]], ἐν τῇ Ἱσπανίᾳ, τὸ τοῦ ἁγίου Βικεντίου, [[αὐτόθι]] 106· Ἱερὰ [[νῆσος]], μία τῶν Λιπαραίων νήσων, Θουκ. 3. 88, κτλ.· ἱ. [[ὄρος]], ἐν τῇ Θρακικῇ Χερσονήσῳ, κτλ. V. Ἐπίρρ. [[ἱερῶς]], [[ἁγίως]], Πλουτ. Λυκοῦργ. 27. Τὸ ι φύσει βραχὺ καὶ ἀείποτε οὕτω παρ’ Ἀττ. πλὴν τοῦ καθῑερωμένος, Αἰσχύλ. Εὐμ. 304· ― ἀλλ’ ὁ Ὅμ. καὶ ὁ Ἡσ. μηκύνουσιν αὐτὸ ἐν ἄρσει [[χάριν]] τοῦ μέτρου, ὡς ἐν τῷ τέλει τῶν ἑξαμέτρων, ἱερὸν [[ἦμαρ]], ἱερὰ ῥέζειν, ἀλφίτου ἱεροῦ ἀκτή· οὕτω καὶ ἔν τινι λυρικῷ χωρίῳ, Εὐρ. Βάκχ. 160, καὶ ἐν τοῖς συνθέτοις, [[ἱεραγωγός]], [[ἱεροθαλλής]], [[ἱερόφωνος]]. Ἀείποτε ῑ ἐν τῷ συνῃρ. τύπῳ [[ἱρός]]: ὁ [[τύπος]] [[οὗτος]] καλούμενος [[καθόλου]] Ἰων., [[εἶναι]] ἐν χρήσει παρ’ Ἐπικ. [[χάριν]] τοῦ μέτρου: εὕρηται ἐν τοῖς ἀρίστοις Ἀντιγράφοις τῶν Ἀττ. ποιητῶν καὶ καθ’ ἃ φρονεῖ ὁ Δινδ. ἦν ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Τραγ. (πλὴν τοῦ πρώτου ποδὸς τοῦ τριμέτρου), πρὸς ἀποφυγὴν ἀναλελυμένων ποδῶν, ἴδε εἰς Αἰσχύλ. Θήβ. 268, Λεξικ. Αἰσχύλ. ἐν λ.· [[ὡσαύτως]] ἐν λυρικοῖς χωρίοις τῆς κωμῳδ., ἴδε εἰς Ἀριστοφ. Ἱππ. 301, [[ἔνθα]] τό: τῶν θεῶν ἱερὰς ἔχοντα… [[δάκτυλος]] ἀντὶ τροχαίου, [[εἶναι]] ἀπαράδεκτον, Σφ. 308. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ά <i>ou</i> ός, όν :<br /><b>I.</b> auguste, admirable, fort, puissant : ἱερὰ ἶς Τηλεμάχοιο OD la force puissante de Télémaque, pour le puissant Télémaque ; ἱερὸν [[μένος]] Ἀλκινόοιο OD le cœur puissant d’Alkinoos, pour le puissant Alkinoos ; ἱερὸς [[στρατός]] OD l’armée puissante (des Grecs) ; ἱερὸς [[ἰχθύς]] IL poisson d’une grandeur, d’une force <i>ou</i> d’une agilité extraordinaire;<br /><b>II.</b> sacré :<br /><b>1</b> d’origine divine, saint, sacré : ἱερὰ δώματα OD demeure sacrée (de Circé) ; ἱερὸν [[ἦμαρ]] IL le jour divin ; ἱερὸν [[κνέφας]] IL les ténèbres divines ; ἱεροὶ ποταμοί IL les divins fleuves ; ἱερὸς [[δίφρος]] IL le char traîné par des coursiers immortels;<br /><b>2</b> consacré aux dieux <i>ou</i> qui est sous la protection de la divinité ; qui a un caractère religieux, saint, sacré <i>en parl. de villes, de lieux : Troie, Ilion, Thèbes, etc.</i> : ἱερὸς [[κύκλος]] IL l’espace circulaire de la cour sacrée (sous la protection de Zeus) ; ἱερὰ [[ἀλωή]] IL aire sacrée (sous la protection de Déméter) ; ἱερὰ [[ἐλαίη]] OD olivier sacré (sous la protection d’Athéna) ; <i>en parl. de pers., de rois, de héros, etc. ; à Rome, en parl. des tribuns (lat.</i> sacrosanctus) ; <i>qqf avec un gén.</i> : [[ἄλσος]] ἱρὸν (ion. et poét.) Ἀθηναίης OD bois consacré à Athéna ; [[ἄντρον]] ἱρὸν Νυμφάων OD grotte consacrée aux nymphes ; <i>rar. avec un dat.</i><br /><b>3</b> qui concerne les dieux <i>ou</i> les choses sacrées;<br /><b>III.</b> <i>Locut. diverses</i> : [[ἱερά]] [[ἄγκυρα]] LUC l’ancre de miséricorde, la dernière ancre ; [[ἱερά]] [[συμβουλή]] XÉN la délibération suprême ; ἱερὰ [[νόσος]] HDT épilepsie ; ἱερὰ οδός, la voie sacrée conduisant à Delphes, la voie d’Athènes à Éleusis <i>ou</i> d’Élis à Olympie ; ἱερὸν οστοῦν, l’os sacrum <i>t. d’anatomie</i>;<br /><b>IV.</b> <i>subst.</i> ;<br /><b>A.</b> ἡ [[ἱερά]] ([[τριήρης]]) la galère sacrée, <i>càd</i> la galère de Délos <i>ou</i> la galère Salaminienne <i>ou</i> Paralienne;<br /><b>B.</b> τὸ [[ἱερόν]] :<br /><b>1</b> offrande pour un sacrifice;<br /><b>2</b> sanctuaire, lieu consacré;<br /><b>C.</b> τὰ [[ἱερά]] :<br /><b>1</b> offrande pour un sacrifice, victime ; sacrifice : ἱερὰ ῥέζειν IL accomplir un sacrifice ; διδόναι OD offrir un sacrifice;<br /><b>2</b> entrailles des victimes ; augures ; τὰ ἱερὰ [[καλά]] ἐστι XÉN <i>ou</i> τὰ [[ἱερά]] γίγνεται XÉN les présages sont favorables;<br /><b>3</b> objets sacrés, lieux <i>ou</i> édifices sacrés;<br /><i>Sp.</i> ἱερώτατος.<br />'''Étymologie:''' DELG cf. <i>skr.</i> isirá « fort ». | |||
}} | }} |