ἐρυμνότης: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_12)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐρυμνότης''': -ητος, ἡ, τὸ ὀχυρὸν θέσεώς τινος, Ξεν. Κύρ. 6. 1, 23· τῶν τειχῶν Ἀριστ. Πολ. 7. 11, 9· ἐρ. τῶν Ἄλπεων, [[δυσκολία]] ἐν τῇ ὑπερβάσει αὐτῶν, Πολύβ. 3. 49, 9, κτλ.
|lstext='''ἐρυμνότης''': -ητος, ἡ, τὸ ὀχυρὸν θέσεώς τινος, Ξεν. Κύρ. 6. 1, 23· τῶν τειχῶν Ἀριστ. Πολ. 7. 11, 9· ἐρ. τῶν Ἄλπεων, [[δυσκολία]] ἐν τῇ ὑπερβάσει αὐτῶν, Πολύβ. 3. 49, 9, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ητος (ἡ) :<br />position fortifiée <i>ou</i> situation infranchissable.<br />'''Étymologie:''' [[ἐρυμνός]].
}}
}}