ὄσφρησις: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_9)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὄσφρησις''': ἡ, [[δύναμις]] τοῦ ὀσφραίνεσθαι, ἡ [[δύναμις]] τοῦ αἰσθάνεσθαι τὰς [[ὀσμάς]], Πλάτ. Φαίδων 111Β, Θεαίτ. 156Β, Ἀριστ. π. Ψυχῆς 2. 9, 8 κἑξ.· τὸ τῆς ὀσφρήσεως [[αἰσθητήριον]] ὁ αὐτ. π. Αἰσθ. 2. 20. 2) τὸ [[ὄργανον]] τῆς ὀσφρήσεως, ὁ αὐτ. π. Ψυχ. 3. 1, 4, Προβλ. 13. 2· αἱ ὀσφρήσεις Ἡρῳδιαν. 1. 12· οὕτω, ῥινῶν ὀσφρήσιες (Ἰων. [[τύπος]]) Ὀππ. Κυν. 4. 66. ΙΙ. = [[ὀσμή]], Μοσχόπουλ.
|lstext='''ὄσφρησις''': ἡ, [[δύναμις]] τοῦ ὀσφραίνεσθαι, ἡ [[δύναμις]] τοῦ αἰσθάνεσθαι τὰς [[ὀσμάς]], Πλάτ. Φαίδων 111Β, Θεαίτ. 156Β, Ἀριστ. π. Ψυχῆς 2. 9, 8 κἑξ.· τὸ τῆς ὀσφρήσεως [[αἰσθητήριον]] ὁ αὐτ. π. Αἰσθ. 2. 20. 2) τὸ [[ὄργανον]] τῆς ὀσφρήσεως, ὁ αὐτ. π. Ψυχ. 3. 1, 4, Προβλ. 13. 2· αἱ ὀσφρήσεις Ἡρῳδιαν. 1. 12· οὕτω, ῥινῶν ὀσφρήσιες (Ἰων. [[τύπος]]) Ὀππ. Κυν. 4. 66. ΙΙ. = [[ὀσμή]], Μοσχόπουλ.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />odorat.<br />'''Étymologie:''' [[ὀσφραίνω]].
}}
}}