3,258,334
edits
(6_12) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐμπίς''': ἴδος, ἡ, [[εἶδος]] ἐντόμου ἐκμυζῶντος τὸ [[αἷμα]], μείζονος δὲ τοῦ κώνωπος, τὸ Λατ. culex ἢ [[ἴσως]] tipula culiciformis, Ἀριστοφ. Νεφ. 157 κἑξ.· τὰς ὀξυστόμους ἐμπίδας ὁ αὐτ. Ὄρνιθ. 245, [[ἔνθα]] ὁ Σχολιαστὴς ἑρμηνεύει τὴν λέξιν: «ζῷόν ἐστιν ἐν ὕδατι γινόμενον ὅμοιον τῷ κώνωπι, μεῖζον δὲ τῇ περιοχῇ, κατὰ τὸ [[μέσον]] λευκῷ περιεζωσμένον», πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 5, 13., 5. 19, 14. 2) ἡ πρώτη μορφὴ τῆς μεταμορφώσεως τοῦ οἴστρου, ἡ [[νύμφη]] ἐξ ἧς μετεμορφώθη εἰς οἶστρον, ἔνια τῶν ζῴων... μεταβάλλει εἰς [[ἄλλην]] μορφήν... [[οἷον]] ἐπὶ τῶν ἐμπίδων· γίνεται γὰρ ἐξ αὐτῶν ὁ [[οἶστρος]] Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 1, 17, πρβλ. καὶ Ἡσύχ. ἐν λέξει. | |lstext='''ἐμπίς''': ἴδος, ἡ, [[εἶδος]] ἐντόμου ἐκμυζῶντος τὸ [[αἷμα]], μείζονος δὲ τοῦ κώνωπος, τὸ Λατ. culex ἢ [[ἴσως]] tipula culiciformis, Ἀριστοφ. Νεφ. 157 κἑξ.· τὰς ὀξυστόμους ἐμπίδας ὁ αὐτ. Ὄρνιθ. 245, [[ἔνθα]] ὁ Σχολιαστὴς ἑρμηνεύει τὴν λέξιν: «ζῷόν ἐστιν ἐν ὕδατι γινόμενον ὅμοιον τῷ κώνωπι, μεῖζον δὲ τῇ περιοχῇ, κατὰ τὸ [[μέσον]] λευκῷ περιεζωσμένον», πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 5, 13., 5. 19, 14. 2) ἡ πρώτη μορφὴ τῆς μεταμορφώσεως τοῦ οἴστρου, ἡ [[νύμφη]] ἐξ ἧς μετεμορφώθη εἰς οἶστρον, ἔνια τῶν ζῴων... μεταβάλλει εἰς [[ἄλλην]] μορφήν... [[οἷον]] ἐπὶ τῶν ἐμπίδων· γίνεται γὰρ ἐξ αὐτῶν ὁ [[οἶστρος]] Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 1, 17, πρβλ. καὶ Ἡσύχ. ἐν λέξει. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ίδος (ἡ) :<br />sorte de grand cousin, <i>insecte</i>.<br />'''Étymologie:''' cf. <i>lat.</i> apis. | |||
}} | }} |