3,277,180
edits
(6_20) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐπαναφέρω''': ποιητ. [[ἐπαμφέρω]] = [[ἀναφέρω]], [[ἀναφέρω]], ἀποδίδω τι εἴς τινα, μή τι θεοῖς τούτων μοῖραν ἐπαμφέρετε Σόλων 10. 2· τι εἴς τινα ἢ εἴς τι Ἀριστοφ. Νεφ. 1080, Πλάτ. Πολ. 434Ε, Δημ. 59. 25· ἐπί τι Πλάτ. Νόμοι 680D, Ἀριστ. Φυσ. 2. 4, 3 κ. ἀλλ.· [[πρός]] τι Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 8· ἐπί τινα, ἐπὶ ἀναλόγου περιστάσεως, [[αὐτόθι]] 11· ἀπολ., Ἀνδοκ. 27. 37· ἐπ. τινὶ ὑπέρ τινος, Λατ. referre alicui de re, Πολύβ. 21. 2, 14. 2) ὑπολογίζω, Λατ. referre in..., Δημ. 829. 5., 1034. 8. 3) [[κομίζω]] [[ὀπίσω]] ἀγγελίαν ἐν τῷ Μέσ. τύπῳ, ἐπανέφερον [[ταῦτα]] εἰς Ἀθήνας (ὁ Θηραμένης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ πρέσβεις) Ξεν. Ἑλλην. 2. 2, 21· ὥς τινα Πλουτ. Ἀρτοξ. 29. ΙΙ. ἀμεταβ., [[ἐπανέρχομαι]] εἰς ἐμαυτόν, Ἱππ. 118Α· [[καθόλου]], [[ἔρχομαι]] [[ὀπίσω]], [[ἐπανέρχομαι]], [[ὑποστρέφω]], ἐπί τι Πλάτ. Λύσ. 219C· [[οὕτως]] ἐν τῷ Παθ., Τίμ. Λοκρ. 96D. ΙΙΙ. ἐν τῷ Παθ. [[ὡσαύτως]], φέρομαι πρὸς τὰ ἄνω ἐκ τοῦ ἐδάφους ὡς [[ἀναθυμίασις]], ἐπὶ τῆς ὀσμῆς τῶν ἰχνῶν ζῴου, [[τότε]] δὲ καὶ οἱ κύνες ὀσφραίνονται καὶ αὐτὰ (τὰ ἴχνη) ἐπαναφερόμενα ὄζει Ξεν. Κυν. 5. 2· ἐπὶ τοῦ ἡλίου, ἀνυψοῦμαι, ἡλίου δὲ ἐπαναφερομένου Πλούτ. 2. 19Ε. | |lstext='''ἐπαναφέρω''': ποιητ. [[ἐπαμφέρω]] = [[ἀναφέρω]], [[ἀναφέρω]], ἀποδίδω τι εἴς τινα, μή τι θεοῖς τούτων μοῖραν ἐπαμφέρετε Σόλων 10. 2· τι εἴς τινα ἢ εἴς τι Ἀριστοφ. Νεφ. 1080, Πλάτ. Πολ. 434Ε, Δημ. 59. 25· ἐπί τι Πλάτ. Νόμοι 680D, Ἀριστ. Φυσ. 2. 4, 3 κ. ἀλλ.· [[πρός]] τι Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 8· ἐπί τινα, ἐπὶ ἀναλόγου περιστάσεως, [[αὐτόθι]] 11· ἀπολ., Ἀνδοκ. 27. 37· ἐπ. τινὶ ὑπέρ τινος, Λατ. referre alicui de re, Πολύβ. 21. 2, 14. 2) ὑπολογίζω, Λατ. referre in..., Δημ. 829. 5., 1034. 8. 3) [[κομίζω]] [[ὀπίσω]] ἀγγελίαν ἐν τῷ Μέσ. τύπῳ, ἐπανέφερον [[ταῦτα]] εἰς Ἀθήνας (ὁ Θηραμένης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ πρέσβεις) Ξεν. Ἑλλην. 2. 2, 21· ὥς τινα Πλουτ. Ἀρτοξ. 29. ΙΙ. ἀμεταβ., [[ἐπανέρχομαι]] εἰς ἐμαυτόν, Ἱππ. 118Α· [[καθόλου]], [[ἔρχομαι]] [[ὀπίσω]], [[ἐπανέρχομαι]], [[ὑποστρέφω]], ἐπί τι Πλάτ. Λύσ. 219C· [[οὕτως]] ἐν τῷ Παθ., Τίμ. Λοκρ. 96D. ΙΙΙ. ἐν τῷ Παθ. [[ὡσαύτως]], φέρομαι πρὸς τὰ ἄνω ἐκ τοῦ ἐδάφους ὡς [[ἀναθυμίασις]], ἐπὶ τῆς ὀσμῆς τῶν ἰχνῶν ζῴου, [[τότε]] δὲ καὶ οἱ κύνες ὀσφραίνονται καὶ αὐτὰ (τὰ ἴχνη) ἐπαναφερόμενα ὄζει Ξεν. Κυν. 5. 2· ἐπὶ τοῦ ἡλίου, ἀνυψοῦμαι, ἡλίου δὲ ἐπαναφερομένου Πλούτ. 2. 19Ε. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>f.</i> ἐπανοίσω, <i>ao.2</i> ἐπανήνεγκον;<br />faire remonter à : [[τι]] [[εἴς]] τινα rejeter sur qqn la cause de qch, imputer qch à qqn;<br /><i><b>Moy.</b></i> ἐπαναφέρομαι;<br /><b>1</b> <i>tr.</i> reporter un message;<br /><b>2</b> <i>intr.</i> se montrer de nouveau.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ἀναφέρω]]. | |||
}} | }} |