ἐποχθίδιος: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_4)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐποχθίδιος''': -α, -ον, ([[ὄχθη]]), ἐπὶ τῶν ὄχθων τὰς διατριβὰς ποιούμενος, Νύμφαι ἐποχθίδιαι, Νηρηΐδες, εἴδετε Δάφνιν χθιζὸν Ἀνθ. Π. 9. 556.
|lstext='''ἐποχθίδιος''': -α, -ον, ([[ὄχθη]]), ἐπὶ τῶν ὄχθων τὰς διατριβὰς ποιούμενος, Νύμφαι ἐποχθίδιαι, Νηρηΐδες, εἴδετε Δάφνιν χθιζὸν Ἀνθ. Π. 9. 556.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />qui habite sur les hauteurs, sur les collines.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ὄχθη]].
}}
}}