ἐπιχωρέω: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_22)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιχωρέω''': ὑποχωρῶ, ἐνδίδω, τοῖς ἀπιστοῦσι Σοφ. Ἀντ. 219, πρβλ. Πολύβ. 4. 17, 8· [[ὡσαύτως]], συμφωνῶ τινι, τούτῳ τῷ ἐπιγράμματι ἐπεχώρησε καὶ ὁ [[τόπος]] [[ἐκεῖνος]] Ἔρυθος καλούμενος Ἀριστ. π. Θαυμ. 133, 4. 2) ἐπ. τινί τι, παραχωρεῖν τι εἴς τινα, Ἀρρ. Ἀν. 1. 27, 5, Πλούτ. 2. 422Α· μετ᾿ ἀπαρ., ἐπικεχώρηταί τινι ποιεῖν τι Συλλ. Ἐπιγρ. 124. 24. 3) συγχωρῶ, ἁμαρτήματα Πλουτ. Ἀλεξ. 45, πρβλ. 2. 482Α· πρβλ. [[συγχωρέω]]. ΙΙ. [[προσέρχομαι]] εἴς τινα, [[γίνομαι]] [[σύμμαχος]], Λατ. accedere alicui, Θουκ. 4. 107· [[πρός]] τινα Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 34. 2) χωρῶ [[ἐναντίον]] τοῦ ἐχθροῦ, ἐκέλευσε προβαλέσθαι τὰ ὅπλα καὶ ἐπιχωρῆσαι τὴν φάλαγγα ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. 1. 2, 17. 3) ἀκολουθῶ, [[ὑπάγω]] κατόπιν, προεμβάλλει τοὺς πόδας, καὶ αυτὸς ἐπιχωρεῖ Παυσ. 9. 39, 11.
|lstext='''ἐπιχωρέω''': ὑποχωρῶ, ἐνδίδω, τοῖς ἀπιστοῦσι Σοφ. Ἀντ. 219, πρβλ. Πολύβ. 4. 17, 8· [[ὡσαύτως]], συμφωνῶ τινι, τούτῳ τῷ ἐπιγράμματι ἐπεχώρησε καὶ ὁ [[τόπος]] [[ἐκεῖνος]] Ἔρυθος καλούμενος Ἀριστ. π. Θαυμ. 133, 4. 2) ἐπ. τινί τι, παραχωρεῖν τι εἴς τινα, Ἀρρ. Ἀν. 1. 27, 5, Πλούτ. 2. 422Α· μετ᾿ ἀπαρ., ἐπικεχώρηταί τινι ποιεῖν τι Συλλ. Ἐπιγρ. 124. 24. 3) συγχωρῶ, ἁμαρτήματα Πλουτ. Ἀλεξ. 45, πρβλ. 2. 482Α· πρβλ. [[συγχωρέω]]. ΙΙ. [[προσέρχομαι]] εἴς τινα, [[γίνομαι]] [[σύμμαχος]], Λατ. accedere alicui, Θουκ. 4. 107· [[πρός]] τινα Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 34. 2) χωρῶ [[ἐναντίον]] τοῦ ἐχθροῦ, ἐκέλευσε προβαλέσθαι τὰ ὅπλα καὶ ἐπιχωρῆσαι τὴν φάλαγγα ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. 1. 2, 17. 3) ἀκολουθῶ, [[ὑπάγω]] κατόπιν, προεμβάλλει τοὺς πόδας, καὶ αυτὸς ἐπιχωρεῖ Παυσ. 9. 39, 11.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><b>1</b> s’avancer vers ; <i>avec idée d’hostilité</i> marcher sur, s’avancer contre;<br /><b>2</b> <i>fig.</i> se retirer devant, céder la place à : τινι à qqn ; concéder : τινί [[τι]] qch à qqn ; τινί [[τι]] [[πρός]] [[τι]] accorder qch à qqn en vue de qch ; <i>avec un seul acc.</i> ἁμαρτήματα PLUT pardonner des fautes.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[χωρέω]].
}}
}}