3,276,932
edits
(6_6) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὔστροφος''': Ἐπικ. ἐΰστροφος, ον, [[καλῶς]] περιεστραμμένος, «καλὰ στρημμένος», ἐϋστρόφω οἰὸς ἀώτῳ, «[[καλῶς]] περιεστραμμένῳ ἐρίῳ, τουτέστιν, ἐρεᾷ σφενδόνῃ» (Σχόλ.), Ἰλ. Ν. 599, 716. ΙΙ. εὐκόλως στρεφόμενος, [[εὐκίνητος]], [[ἐλαφρός]], [[ταχύς]], [[γοργός]], [[νῆες]] Εὐρ. Ι. Α. 293· [[ζῷον]] Πλάτ. Κριτί. 109C· πρὸς τὰς ἀπαντήσεις εὔστρ. Πλούτ. 2. 803F· τὸ εὔστροφον τοῦ φθέγματος Φιλόστρ. 589· - Ἐπίρρ. -φως, Ἀνθ. Πλαν. 385. | |lstext='''εὔστροφος''': Ἐπικ. ἐΰστροφος, ον, [[καλῶς]] περιεστραμμένος, «καλὰ στρημμένος», ἐϋστρόφω οἰὸς ἀώτῳ, «[[καλῶς]] περιεστραμμένῳ ἐρίῳ, τουτέστιν, ἐρεᾷ σφενδόνῃ» (Σχόλ.), Ἰλ. Ν. 599, 716. ΙΙ. εὐκόλως στρεφόμενος, [[εὐκίνητος]], [[ἐλαφρός]], [[ταχύς]], [[γοργός]], [[νῆες]] Εὐρ. Ι. Α. 293· [[ζῷον]] Πλάτ. Κριτί. 109C· πρὸς τὰς ἀπαντήσεις εὔστρ. Πλούτ. 2. 803F· τὸ εὔστροφον τοῦ φθέγματος Φιλόστρ. 589· - Ἐπίρρ. -φως, Ἀνθ. Πλαν. 385. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>épq.</i> [[ἐΰστροφος]];<br />ος, ον :<br /><b>1</b> bien tourné, bien tressé;<br /><b>2</b> qui se tourne aisément en tous sens, flexible, souple;<br /><i>Sp.</i> εὐστροφώτατος.<br />'''Étymologie:''' [[εὖ]], [[στρέφω]]. | |||
}} | }} |