ἐφετμή: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_9)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐφετμή''': ἡ, ([[ἐφίημι]]) ποιητ. λ. ὡς τὸ [[ἐφημοσύνη]], [[παραγγελία]], [[ἐντολή]], [[προσταγή]], Ἰλ. Ξ. 249 (ἴδε πινύσσω)· θεῶν ὤτρυνεν ἐφετμὴ Τ. 299· - συχνὸν ἐν τῷ πληθ., ἐντολαί, διατάγματα, παραγελίαι, ἰδίως ἐπὶ τῶν θεῶν ἢ τῶν γονέων, Ἰλ. Ε. 508, Σ. 216, Ὀδ. Γ. 11. κτλ.· ἀλλ’ ἐν Ἰλ. Α. 495, [[Θέτις]] δ’ οὐ λήθετ’ ἐφετμέων ἑοῦ· - [[ὡσαύτως]] ἐν Πινδ. Π. 3. 19, κτλ., Αἰσχύλ. Χο. 300. 685, Εὐμ. 241, Εὐρ. Ι. Α. 634· - [[ὡσαύτως]], ἐπὶ αἰτήσεων, εὐχῶν ἢ παρακλήσεων, Πινδ. Ι. 6. (5) 26.
|lstext='''ἐφετμή''': ἡ, ([[ἐφίημι]]) ποιητ. λ. ὡς τὸ [[ἐφημοσύνη]], [[παραγγελία]], [[ἐντολή]], [[προσταγή]], Ἰλ. Ξ. 249 (ἴδε πινύσσω)· θεῶν ὤτρυνεν ἐφετμὴ Τ. 299· - συχνὸν ἐν τῷ πληθ., ἐντολαί, διατάγματα, παραγελίαι, ἰδίως ἐπὶ τῶν θεῶν ἢ τῶν γονέων, Ἰλ. Ε. 508, Σ. 216, Ὀδ. Γ. 11. κτλ.· ἀλλ’ ἐν Ἰλ. Α. 495, [[Θέτις]] δ’ οὐ λήθετ’ ἐφετμέων ἑοῦ· - [[ὡσαύτως]] ἐν Πινδ. Π. 3. 19, κτλ., Αἰσχύλ. Χο. 300. 685, Εὐμ. 241, Εὐρ. Ι. Α. 634· - [[ὡσαύτως]], ἐπὶ αἰτήσεων, εὐχῶν ἢ παρακλήσεων, Πινδ. Ι. 6. (5) 26.
}}
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><i>gén. pl. épq.</i> ἐφετμέων;<br />ordre, prescription, recommandation.<br />'''Étymologie:''' [[ἐφίημι]].
}}
}}