3,276,318
edits
(6_10) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατακομῐδή''': ἡ, ἡ εἰς τὸ παράλιον καταβίβασις πρὸς ἐξαγωγὴν (ἐμπορευμάτων), ἀντίθετον τῷ [[ἀντίληψις]], ὧν ἡ [[θάλασσα]] τῇ ἠπείρῳ δίδωσι (εἰσαγωγὴ ἐμπορ.) Θουκ. 1. 120. 2) τὸ φέρειν εἰς τὴν πατρίδα, Διόδ. 18. 3. | |lstext='''κατακομῐδή''': ἡ, ἡ εἰς τὸ παράλιον καταβίβασις πρὸς ἐξαγωγὴν (ἐμπορευμάτων), ἀντίθετον τῷ [[ἀντίληψις]], ὧν ἡ [[θάλασσα]] τῇ ἠπείρῳ δίδωσι (εἰσαγωγὴ ἐμπορ.) Θουκ. 1. 120. 2) τὸ φέρειν εἰς τὴν πατρίδα, Διόδ. 18. 3. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῆς (ἡ) :<br />importation.<br />'''Étymologie:''' [[κατακομίζω]]. | |||
}} | }} |