κοσμοποιέω: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_13b)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κοσμοποιέω''': μέλλ. -ήσω, ποιῶ, δημιουργῶ τὸν κόσμον, Πλούτ. 2. 719C, 877C. 2) ποιῶ [[σύστημα]] ἢ θεωρίαν τοῦ κόσμου, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 13. 3, 16, π. Οὐρ. 3. 2, 9, Πλούτ.· κ. τοὺς ἀστέρας, ἰσχυρίζομαι ὅτι οἱ ἀστέρες [[εἶναι]] κόσμοι, Πλούτ. 2. 888F.
|lstext='''κοσμοποιέω''': μέλλ. -ήσω, ποιῶ, δημιουργῶ τὸν κόσμον, Πλούτ. 2. 719C, 877C. 2) ποιῶ [[σύστημα]] ἢ θεωρίαν τοῦ κόσμου, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 13. 3, 16, π. Οὐρ. 3. 2, 9, Πλούτ.· κ. τοὺς ἀστέρας, ἰσχυρίζομαι ὅτι οἱ ἀστέρες [[εἶναι]] κόσμοι, Πλούτ. 2. 888F.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />créer le monde.<br />'''Étymologie:''' [[κοσμοποιός]].
}}
}}