ὄμβριος: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_16)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὄμβριος''': -ον, βροχερός, βρόχινος, ἐκ βροχῆς, Λατ. pluvialis, [[ὕδωρ]] ὄμβρ., [[ὕδωρ]] τῆς βροχῆς, «βροχόνερον», Ἡρόδ. 2. 25, Ἱππ. π. Ἀέρ. 283, κτλ.· ὕδατα Πινδ. Ο. 11 (10). 3· [[χάλαζα]] Σοφ. Ο. Κ. 1502· [[νέφος]] Ἀριστοφ. Νεφ. 288· - [[Ζεὺς]] ὄμβρ., ὡς πέμπων βροχήν, Λυκόφρ. 160· ὁ ὄμβρ. [[Ζεὺς]] Στράβ. 718, Πλούτ. 2. 158D.
|lstext='''ὄμβριος''': -ον, βροχερός, βρόχινος, ἐκ βροχῆς, Λατ. pluvialis, [[ὕδωρ]] ὄμβρ., [[ὕδωρ]] τῆς βροχῆς, «βροχόνερον», Ἡρόδ. 2. 25, Ἱππ. π. Ἀέρ. 283, κτλ.· ὕδατα Πινδ. Ο. 11 (10). 3· [[χάλαζα]] Σοφ. Ο. Κ. 1502· [[νέφος]] Ἀριστοφ. Νεφ. 288· - [[Ζεὺς]] ὄμβρ., ὡς πέμπων βροχήν, Λυκόφρ. 160· ὁ ὄμβρ. [[Ζεὺς]] Στράβ. 718, Πλούτ. 2. 158D.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> qui provient de pluie;<br /><b>2</b> qui produit la pluie, pluvieux.<br />'''Étymologie:''' [[ὄμβρος]].
}}
}}