πολύπλανος: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_16)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολύπλᾰνος''': -ον, = [[πολυπλανής]], Αἰσχύλ. Πρ. 585, Εὐρ. Φοίν. 661, Ἀνθ. Π. 6. 69.
|lstext='''πολύπλᾰνος''': -ον, = [[πολυπλανής]], Αἰσχύλ. Πρ. 585, Εὐρ. Φοίν. 661, Ἀνθ. Π. 6. 69.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><i>c.</i> [[πολυπλάνητος]].<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], πλανάομαι.
}}
}}