προὔχω: Difference between revisions

Autenrieth
(6_20)
(Autenrieth)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''προὔχω''': προὔχουσι, προὔχοντο (ὀρθότ. προύχω, κτλ.), κατὰ συναλοιφὴν ἀντὶ προέχ-.
|lstext='''προὔχω''': προὔχουσι, προὔχοντο (ὀρθότ. προύχω, κτλ.), κατὰ συναλοιφὴν ἀντὶ προέχ-.
}}
{{Autenrieth
|auten=προὔχουσιν, [[part]]. προὔχων, ipf. πρόεχε; [[mid]]. ipf. προὔχοντο: be [[ahead]], Il. 23.325, 453; [[jut]] [[forward]], Od. 12.11, Od. 13.544; [[mid]]., [[hold]] or [[have]] [[before]] [[oneself]], Od. 3.8.
}}
}}