Ὑπερβόρεοι: Difference between revisions

sl1
(6_15)
(sl1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Ὑπερβόρεοι''': οἱ, [[φανταστός]] τις λαὸς τῶν βορειοτάτων χωρῶν διακρινόμενος ἐπὶ εὐσεβείᾳ καὶ εὐδαιμονίᾳ, Ὕμν. Ὁμ. 6. 29, Πινδ. ΙΙ. 10. 47, Ἡρόδ. 4. 32 κἑξ.· - [[τύχη]] ὑπερβόρεος, [[παροιμία]] ἐπὶ εὐτυχίας μεγίστης ἢ ἀσυνήθους καὶ ὑπερανθρώπου, Αἰσχύλ. Χο. 373, ἴδε Στράβ. 711, Tzchuck. Pompon. Mel. σ. 123· - ὑπερβόρειος [[εἶναι]] ἡ συνεχῶς ἀπαντῶσα ἐν τοῖς Ἀντιγράφοις γραφή, [[ἐνίοτε]] [[ἄνευ]] ἑτέρας· ἀλλ’ ἐν ποιητικοῖς χωρίοις ἡ γραφὴ ὑπερβόρεος [[ἄλλοτε]] μὲν [[εἶναι]] ἀναγκαία διὰ τὸ [[μέτρον]], [[ἄλλοτε]] δὲ [[εἶναι]] δυνατή, πρβλ. Meineke εἰς Κρατῖνον ἐν «Δηλιάσι» 5. (Περὶ τῆς ἀρχῆς τῆς λέξεως ἴδε [[ὄρος]], τό).
|lstext='''Ὑπερβόρεοι''': οἱ, [[φανταστός]] τις λαὸς τῶν βορειοτάτων χωρῶν διακρινόμενος ἐπὶ εὐσεβείᾳ καὶ εὐδαιμονίᾳ, Ὕμν. Ὁμ. 6. 29, Πινδ. ΙΙ. 10. 47, Ἡρόδ. 4. 32 κἑξ.· - [[τύχη]] ὑπερβόρεος, [[παροιμία]] ἐπὶ εὐτυχίας μεγίστης ἢ ἀσυνήθους καὶ ὑπερανθρώπου, Αἰσχύλ. Χο. 373, ἴδε Στράβ. 711, Tzchuck. Pompon. Mel. σ. 123· - ὑπερβόρειος [[εἶναι]] ἡ συνεχῶς ἀπαντῶσα ἐν τοῖς Ἀντιγράφοις γραφή, [[ἐνίοτε]] [[ἄνευ]] ἑτέρας· ἀλλ’ ἐν ποιητικοῖς χωρίοις ἡ γραφὴ ὑπερβόρεος [[ἄλλοτε]] μὲν [[εἶναι]] ἀναγκαία διὰ τὸ [[μέτρον]], [[ἄλλοτε]] δὲ [[εἶναι]] δυνατή, πρβλ. Meineke εἰς Κρατῖνον ἐν «Δηλιάσι» 5. (Περὶ τῆς ἀρχῆς τῆς λέξεως ἴδε [[ὄρος]], τό).
}}
{{Slater
|sltr=[[Ὑπερβόρεοι]] a [[people]] [[living]] [[far]] to the [[north]] ((O. 3.31)), favourites of [[Apollo]], [[from]] whom Herakles [[received]] the [[olive]] shoots, whose leaves were the [[prize]] at [[Olympia]], v. (O. 3.13)ff., (P. 10.31)ff. δᾶμον Ὑπερβορέων πείσαις Ἀπόλλωνος θεράποντα λόγῳ (sc. [[Ἡρακλέης]]) (O. 3.16)<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b>ναυσὶ δ' [[οὔτε]] πεζὸς [[ἰών]] κεν εὕροις ἐς Ὑπερβορέων ἀγῶνα θαυμαστὰν ὁδόν (P. 10.30) μυρίαι δ' ἔργων [[καλῶν]] τέτμανθ κέλευθοι καὶ [[πέραν]] Νείλοιο παγᾶν καὶ δἰ Ὑπερβορέους (τὰ δὲ [[ἑκατέρωθεν]] παρείληφε πέρατα, τὴν σύμπασαν οἰκουμένην θέλων [[εἰπεῖν]] Σ.) (I. 6.23) ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ [έοις] [[ἄνεμος]] ζαμενὴς ἔμειξ [(cf. Paus., 10. 5. 9, of the [[second]] Delphic [[temple]] of [[Apollo]]) (Pae. 8.63) v. [[also]] Ἄβαρις, fr. 270.
}}
}}