ἀδρύφακτος: Difference between revisions

big3_1
(6_16)
(big3_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀδρύφακτος''': -ον, [[ἄνευ]] πριβόλου, «ἀδρύφακτον, [[ἄνευ]] δικαστηρίου, ἢ ἀφύλακτον, ἀτείχιστον», Ἡσύχ.· - μεταφορ. = [[ἄπονος]] καὶ [[ἀταλαίπωρος]], Α. Β. 345.
|lstext='''ἀδρύφακτος''': -ον, [[ἄνευ]] πριβόλου, «ἀδρύφακτον, [[ἄνευ]] δικαστηρίου, ἢ ἀφύλακτον, ἀτείχιστον», Ἡσύχ.· - μεταφορ. = [[ἄπονος]] καὶ [[ἀταλαίπωρος]], Α. Β. 345.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[que no tiene cerca]], [[desprotegido]] Hsch.<br /><b class="num">2</b> [[fuera del tribunal]] quizá en el sent. [[que no ha tenido juicio]] Hsch.<br /><b class="num">3</b> fig. [[sin esfuerzo]] Phryn.<i>PS Fr</i>.86.
}}
}}