ἀπαράμιλλος: Difference between revisions

From LSJ

Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.

Source
(6_15)
 
(big3_5)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπαράμιλλος''': -ον, ([[ἅμιλλα]]) = τῷ προηγ., Εὐστ. Πονημάτια 208. 33. κτλ.
|lstext='''ἀπαράμιλλος''': -ον, ([[ἅμιλλα]]) = τῷ προηγ., Εὐστ. Πονημάτια 208. 33. κτλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[sin rival]] στρατιώτης <i>Tz.Comm</i>.Ar.3.1121.4, cf. Tz.<i>Alleg.Il</i>.41, σύνεσις <i>An.Boiss</i>.1.274.
}}
}}

Revision as of 12:15, 21 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

ἀπαράμιλλος: -ον, (ἅμιλλα) = τῷ προηγ., Εὐστ. Πονημάτια 208. 33. κτλ.

Spanish (DGE)

-ον
sin rival στρατιώτης Tz.Comm.Ar.3.1121.4, cf. Tz.Alleg.Il.41, σύνεσις An.Boiss.1.274.