βεβασανισμένως: Difference between revisions

big3_8
(6_6)
(big3_8)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''βεβασᾰνισμένως''': ἐπίρρ. παθ. πρκμ., μετ’ αὐστηρᾶς ἐξετάσεως, ἐρεύνης. [[Πολυδ]]. Ϛʹ, 150. Ὠριγ.
|lstext='''βεβασᾰνισμένως''': ἐπίρρ. παθ. πρκμ., μετ’ αὐστηρᾶς ἐξετάσεως, ἐρεύνης. [[Πολυδ]]. Ϛʹ, 150. Ὠριγ.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Grafía:</b> graf. βεβασανισσμένως Poll.6.150<br />adv. sobre el part. perf. de [[βασανίζω]] [[por medio de un examen exhaustivo]] β. τοὺς ἐπαγγελλομένους τὰς δυνάμεις ἐξετάσομεν ἀπὸ τοῦ βίου καὶ τοῦ ἤθους Origenes <i>Cels</i>.2.51, cf. 3.38, Poll.l.c.
}}
}}