διεισδύνω: Difference between revisions

big3_11
(6_5)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διεισδύνω''': διεισδύομαι εἰς, ἀναφερόμενον ἐκ τοῦ Ἀλεξ. Ἀφρ. Προβλ. 2, σ. 330, 5.
|lstext='''διεισδύνω''': διεισδύομαι εἰς, ἀναφερόμενον ἐκ τοῦ Ἀλεξ. Ἀφρ. Προβλ. 2, σ. 330, 5.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[penetrar en]] c. ac. (τὴν γῆν) Alex.Aphr.<i>Pr</i>.1.127, διεισδῦναι τοὺς πόρους Phlp.<i>in Cat</i>.35.30, εἰς τοὺς πόρους Alex.Aphr.<i>Pr</i>.2.76<br /><b class="num">•</b>abs. [[penetrar]] ἡ χολὴ ... διεισέρχεται καὶ διεισδύνει Steph.<i>in Hp.Progn</i>.204.6.
}}
}}