ἐκτορμέω: Difference between revisions

big3_14b
(6_1)
(big3_14b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκτορμέω''': (τόρμη) [[ἐξέρχομαι]] τῆς ὁδοῦ, παραστρατίζω, λοξοδρομῶ, Παυσ. παρ’ Εὐστ. 598. 26.
|lstext='''ἐκτορμέω''': (τόρμη) [[ἐξέρχομαι]] τῆς ὁδοῦ, παραστρατίζω, λοξοδρομῶ, Παυσ. παρ’ Εὐστ. 598. 26.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[salirse del camino]], [[extraviarse]] ἐκτορμεῖν· τὸ τοῦ καθήκοντος δρόμου ἐκβαίνειν Paus.Gr.ε 29, cf. Eust.598.26.
}}
}}