δαυκίτης: Difference between revisions

(6_2)
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=dafkitis
|Transliteration C=dafkitis
|Beta Code=dauki/ths
|Beta Code=dauki/ths
|Definition=<b class="b3">οἶνος</b>, wine flavoured with <b class="b3">δαῦκος Κρητικός</b>, Dsc.5.60.
|Definition=[[οἶνος]], wine flavoured with <b class="b3">δαῦκος Κρητικός</b>, Dsc.5.60.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου [[aromatizado con dauco de Creta]] οἶνος Dsc.5.60.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''δαυκίτης''': [[οἶνος]], κατεσκευασμένος ἐκ δαύκων, Διοσκ. 5, 70.
|lstext='''δαυκίτης''': [[οἶνος]], κατεσκευασμένος ἐκ δαύκων, Διοσκ. 5, 70.
}}
{{grml
|mltxt=[[δαυκίτης]], ο (Α) [[δαύκος]]<br /><b>φρ.</b> «[[δαυκίτης]] [[οἶνος]]» — [[κρασί]] αρωματισμένο με [[καρότο]].
}}
}}

Latest revision as of 10:40, 1 October 2022

English (LSJ)

οἶνος, wine flavoured with δαῦκος Κρητικός, Dsc.5.60.

Spanish (DGE)

-ου aromatizado con dauco de Creta οἶνος Dsc.5.60.

Greek (Liddell-Scott)

δαυκίτης: οἶνος, κατεσκευασμένος ἐκ δαύκων, Διοσκ. 5, 70.

Greek Monolingual

δαυκίτης, ο (Α) δαύκος
φρ. «δαυκίτης οἶνος» — κρασί αρωματισμένο με καρότο.