ἀνταποστροφή: Difference between revisions
(6_11) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=antapostrofi | |Transliteration C=antapostrofi | ||
|Beta Code=a)ntapostrofh/ | |Beta Code=a)ntapostrofh/ | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, [[turning away from one another]], of places which face opposite ways, Str.6.1.5. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ῆς, ἡ<br />[[vuelta]], [[curva en sentido contrario]] ἀνταποστροφήν τινα ἀπ' ἀλλήλων ποιουμένων describiendo (los dos cabos) uno frente a otro sus curvas en sentido contrario</i> Str.6.1.5. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνταποστροφή''': ἡ, τὸ ἀποστρέφεσθαι ἀπό τινος, ἐπὶ τόπων βλεπόντων πρὸς ἀντίθετα μέρη, «νεύει δὲ ἐπὶ θερινὰς ἀνατολάς, καθάπερ καὶ ἡ Καῖνυς πρὸς τὴν ἑσπέραν, ἀνταποστροφήν τινα ἀπ’ [[ἀλλήλων]] ποιουμένων αὐτῶν» Στράβ. 257. | |lstext='''ἀνταποστροφή''': ἡ, τὸ ἀποστρέφεσθαι ἀπό τινος, ἐπὶ τόπων βλεπόντων πρὸς ἀντίθετα μέρη, «νεύει δὲ ἐπὶ θερινὰς ἀνατολάς, καθάπερ καὶ ἡ Καῖνυς πρὸς τὴν ἑσπέραν, ἀνταποστροφήν τινα ἀπ’ [[ἀλλήλων]] ποιουμένων αὐτῶν» Στράβ. 257. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀνταποστροφή]], η (Α) (για τόπους) το να [[είναι]] στραμμένοι, να βλέπουν [[προς]] αντίθετα [[σημεία]] του ορίζοντα. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:36, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ, turning away from one another, of places which face opposite ways, Str.6.1.5.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
vuelta, curva en sentido contrario ἀνταποστροφήν τινα ἀπ' ἀλλήλων ποιουμένων describiendo (los dos cabos) uno frente a otro sus curvas en sentido contrario Str.6.1.5.
German (Pape)
[Seite 244] ἡ, gegenseitige Entfernung, Strab.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνταποστροφή: ἡ, τὸ ἀποστρέφεσθαι ἀπό τινος, ἐπὶ τόπων βλεπόντων πρὸς ἀντίθετα μέρη, «νεύει δὲ ἐπὶ θερινὰς ἀνατολάς, καθάπερ καὶ ἡ Καῖνυς πρὸς τὴν ἑσπέραν, ἀνταποστροφήν τινα ἀπ’ ἀλλήλων ποιουμένων αὐτῶν» Στράβ. 257.
Greek Monolingual
ἀνταποστροφή, η (Α) (για τόπους) το να είναι στραμμένοι, να βλέπουν προς αντίθετα σημεία του ορίζοντα.