3,277,172
edits
(7) |
(3) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[βουγάϊος]], ο (Α)<br /><b>1.</b> (σκωπτικά στην [[κλητική]]) <i>βουγάϊε</i><br />θρασύδειλε, ψευτοπαλληκαρά<br /><b>2.</b> [[αδρανής]]<br /><b>3.</b> [[βραδύνους]], [[χοντροκέφαλος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το α' συνθετικό της λ. [[βουγάϊος]] [[είναι]] <i>βου</i>- επιτατικό (<b>[[πρβλ]].</b> [[βούβρωστις]], [[βουκόρυζα]] <b>κ.ά.</b>), ενώ το β' συνθετικό συνδέεται με το ρ. [[γαίω]] «[[είμαι]] [[περήφανος]], [[καμαρώνω]]», που απαντά [[κυρίως]] στη μτχ. <i>γαίων</i>. Η [[υπόθεση]] ότι το ᾱ στο -<i>γάϊε</i> (από την κλητ. <i>βουγάϊε</i>) [[είναι]] αιολικό, δηλ. -<i>γắϊε</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>γᾱFιε</i>, ή ότι προήλθε από [[μετρική]] [[έκταση]] [[είναι]] αμφίβολη. Προτιμότερο [[είναι]] να θεωρηθεί ότι -<i>γάϊε</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>γαι</i>-<i>ϊε</i>]. | |mltxt=[[βουγάϊος]], ο (Α)<br /><b>1.</b> (σκωπτικά στην [[κλητική]]) <i>βουγάϊε</i><br />θρασύδειλε, ψευτοπαλληκαρά<br /><b>2.</b> [[αδρανής]]<br /><b>3.</b> [[βραδύνους]], [[χοντροκέφαλος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το α' συνθετικό της λ. [[βουγάϊος]] [[είναι]] <i>βου</i>- επιτατικό (<b>[[πρβλ]].</b> [[βούβρωστις]], [[βουκόρυζα]] <b>κ.ά.</b>), ενώ το β' συνθετικό συνδέεται με το ρ. [[γαίω]] «[[είμαι]] [[περήφανος]], [[καμαρώνω]]», που απαντά [[κυρίως]] στη μτχ. <i>γαίων</i>. Η [[υπόθεση]] ότι το ᾱ στο -<i>γάϊε</i> (από την κλητ. <i>βουγάϊε</i>) [[είναι]] αιολικό, δηλ. -<i>γắϊε</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>γᾱFιε</i>, ή ότι προήλθε από [[μετρική]] [[έκταση]] [[είναι]] αμφίβολη. Προτιμότερο [[είναι]] να θεωρηθεί ότι -<i>γάϊε</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>γαι</i>-<i>ϊε</i>]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''βουγάϊος:''' [ᾱ], ὁ ([[γαίω]]), ο υπερβολικά [[καυχησιάρης]], [[νταής]] ή [[φωνακλάς]]· συχνότερα απαντά στην κλητ. ως [[επίπληξη]], <i>βουγάϊε</i>, σε Όμηρ. | |||
}} | }} |