εἰρηνοποιός: Difference between revisions

4
(10)
(4)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ό (AM [[εἰρηνοποιός]], -όν)<br />[[ειρηνικός]], [[συμβιβαστικός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που κατευθύνει ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις<br /><b>αρχ.</b><br />ρωμαίος [[ειρηνοδίκης]].
|mltxt=-ό (AM [[εἰρηνοποιός]], -όν)<br />[[ειρηνικός]], [[συμβιβαστικός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που κατευθύνει ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις<br /><b>αρχ.</b><br />ρωμαίος [[ειρηνοδίκης]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''εἰρηνοποιός:''' ὁ ([[ποιέω]]), αυτός που κάνει [[ειρήνη]], σε Ξεν.
}}
}}