ἐκπέραμα: Difference between revisions

4
(11)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐκπέραμα]], το (Α)<br />το να περάσει, να έλθει [[κάποιος]].
|mltxt=[[ἐκπέραμα]], το (Α)<br />το να περάσει, να έλθει [[κάποιος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐκπέρᾱμα:''' τό, [[πέρασμα]], [[έξοδος]] από..., <i>δωμάτων</i>, σε Αισχύλ.
}}
}}