ἱπποθόρος: Difference between revisions

18
(18)
(18)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἱπποθόρος]], ὁ (Α)<br />([[κυρίως]] για όνο που χρησιμοποιείται για [[παραγωγή]] ημιόνων) αυτός που οχεύει φοράδες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱππ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>θόρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θορός]] «[[σπέρμα]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>βου</i>-<i>θόρος</i>. Η [[παροξυτονία]] προσδίδει στο συνθ. ενεργητική [[σημασία]], εν αντιθέσει [[προς]] την «αναφορική» [[σημασία]] του προπαροξύτονου [[ιππόθορος]]].
|mltxt=[[ἱπποθόρος]], ὁ (Α)<br />([[κυρίως]] για όνο που χρησιμοποιείται για [[παραγωγή]] ημιόνων) αυτός που οχεύει φοράδες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱππ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>θόρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θορός]] «[[σπέρμα]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>βου</i>-<i>θόρος</i>. Η [[παροξυτονία]] προσδίδει στο συνθ. ενεργητική [[σημασία]], εν αντιθέσει [[προς]] την «αναφορική» [[σημασία]] του προπαροξύτονου [[ιππόθορος]]].
}}
{{grml
|mltxt=ἱππόθορος, -ον (Α)<br /><b>φρ.</b> «ἱππόθορος [[νόμος]]» — μουσικό [[κομμάτι]] που παιζόταν, όταν οχεύονταν οι φοράδες, ως διεγερτικό της ορμής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱππ</i>(<i>ο</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>θόρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θορός]] «[[σπέρμα]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>βού</i>-<i>θορος</i>, <i>έν</i>-<i>θορος</i>(<b>βλ.</b> και [[ιπποθόρος]])].
}}
}}