ἀνθίστημι: Difference between revisions

3
(4)
(3)
Line 33: Line 33:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α)<br /><b>βλ.</b> [[ανθίσταμαι]].
|mltxt=(Α)<br /><b>βλ.</b> [[ανθίσταμαι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀνθίστημι:''' μέλ. <i>ἀντι-στήσω</i>,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[στήνω]] [[κάτι]] [[εναντίον]], σε Αριστοφ., Θουκ.· [[θέτω]] σε [[αντιπαραβολή]], σε Θουκ.<br /><b class="num">2.</b> [[παραβάλλω]], [[συγκρίνω]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II. 1.</b> Παθ., με αμτβ. Ενεργ. αόρ. βʹ, [[ἀντέστην]], παρακ. [[ἀνθέστηκα]], Αττ. συνηρ. μτχ. [[ἀνθεστώς]]· Μέσ. μέλ. <i>ἀντιστήσομαι</i>, αόρ. αʹ <i>αντεστησάμην</i> και Παθ. ἀντεστάθην [ᾰ]· [[στέκομαι]] [[εναντίον]], [[ιδίως]] στη [[μάχη]], [[αντιστέκομαι]], αντιπαρατίθεμαι, <i>τινι</i>, σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ., Αττ.· επίσης, [[πρός]] τινα, σε Θουκ. κ.λπ.· [[σπανίως]] με γεν., <i>φρενῶν ἀνθίσταται</i> (διορθ. <i>ἀνθάπτεται</i>), σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> απόλ., [[εξακολουθώ]] να [[αντιστέκομαι]], σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ.
}}
}}