ἀντιθετικός: Difference between revisions

1
(4)
(1)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἀντιθετικός]], -ή, -ό)<br />αυτός που βρίσκεται σε [[αντίθεση]] με κάποιον [[άλλο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[εκείνος]] που προέρχεται από [[αντίθεση]]<br /><b>2.</b> <b>(Μετρ.)</b> αυτός που παρουσιάζει [[μετρική]] [[αντιστοιχία]] με κάποιον [[άλλο]].
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἀντιθετικός]], -ή, -ό)<br />αυτός που βρίσκεται σε [[αντίθεση]] με κάποιον [[άλλο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[εκείνος]] που προέρχεται από [[αντίθεση]]<br /><b>2.</b> <b>(Μετρ.)</b> αυτός που παρουσιάζει [[μετρική]] [[αντιστοιχία]] με κάποιον [[άλλο]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀντιθετικός:''' <b class="num">1)</b> противополагающий (φαινομἑνων τε καὶ νοουμένων Sext.);<br /><b class="num">2)</b> стих. антитетический ([[μέτρον]] где первый стих антистрофы соответствует последнему стиху строфы).
}}
}}